Μέσα στη γενικότερη κοσμοθεωρία του ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και μεγάλο τμήμα του τουρκικού κατεστημένου θεωρούν πως το εκκρεμές της ιστορίας γέρνει καθοριστικά προς την Ανατολή. Παρά το ξεδόντιασμά του τα τελευταία έξι χρόνια, το τουρκικό βαθύ κράτος γνωρίζει καλύτερα. Η Τουρκία, κληρονόμος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η οποία με τη σειρά της επικάθησε στην αυτοκρατορική κληρονομιά

του Ανατολικού ρωμαϊκού κράτους, δεν μπορεί να ανήκει καθοριστικά σε κανέναν κόσμο. Η μεταπολεμική διευθέτηση ανάμεσα σε ΝΑΤΟ και Σύμφωνο της Βαρσοβίας απέκρυψε για λίγο αυτή την ιστορική πραγματικότητα. Η κατάρρευση του «υπαρκτού» σοσιαλισμού και η παράλληλη νομιμοποίηση της συνήθως περιθωριακής συζήτησης για τον ευρασιατισμό στο εσωτερικό της χώρας έχουν δημιουργήσει δύο γενιές νεότερων Τούρκων που πιστεύουν ότι η ώρα της επιστροφής στο επίκεντρο του παγκόσμιου παιχνιδιού –όπως το φαντάζονται– έχει έλθει.

Βασικό στοιχείο αυτής της «επιστροφής», όπως την περιγράφουν κάποιοι, είναι η αλλαγή συνόρων. Χερσαίων και θαλάσσιων. Ο τουρκικός στρατός πέρα από τη βόρεια Κύπρο κατέχει εδάφη στη βόρεια Συρία, ενώ –παράλληλα– διατηρεί παρουσία ή ευκολίες στο βόρειο Ιράκ, στη Λιβύη, στο Αζερμπαϊτζάν, στο Κατάρ, στη Σομαλία και στην Αλβανία. Στις θάλασσες με διαδοχικά έγγραφα στον ΟΗΕ έχει έως τώρα αμφισβητήσει το σύνολο των ζωνών που αφορούν άμεσα την Ελλάδα, ενώ με το τουρκολιβυκό μνημόνιο προωθεί τις απόψεις της στην πράξη. Κάποιοι στην Αθήνα, υπερβολικά φιλόδοξοι το 2013-14 θεώρησαν την παρουσία των Τούρκων στη Λιβύη περιορισμένη, το 2019 ήλθε το Τουρκολιβυκό και από χθες η πρόσδεση της χώρας αυτής στο γεωπολιτικό άρμα της Αγκυρας σχεδόν επικυρώνεται.

Εν ολίγοις, παρά την έλξη που αισθάνεται ο Ερντογάν στον οργανισμό της Σαγκάης, που ως ένα βαθμό είναι λογική διότι αποτελείται από ηγέτες κρατών αυταρχικών και ολοκληρωτικών τα οποία ο επί εικοσαετία πρωθυπουργός και πρόεδρος της Τουρκίας θαυμάζει, αντιλαμβάνεται ότι η θέση της χώρας του δεν επιτρέπει τη μονομερή επένδυση προς καμία κατεύθυνση. Ισως αυτή την εκτίμηση να κάνουν και όσοι στην Ουάσιγκτον θεωρούν πως ο Ερντογάν δεν θα κόψει οριστικά τον ομφάλιο λώρο.

Στην πραγματικότητα η καθοριστική επιλογή θα δημιουργήσει στον Ερντογάν πρόσθετα πολιτικά προβλήματα. Ως εκ τούτου στην Αθήνα θα πρέπει να καταστεί αντιληπτό ότι για τα επόμενα πολλά χρόνια, με Ερντογάν ή χωρίς τον Ερντογάν, τα δικαιώματα της Ελλάδας στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο θα τίθενται πάντα στο τραπέζι από την Αγκυρα προς τους δυτικούς. Είναι έτοιμη η Ελλάδα για μια τέτοια μακροχρόνια διπλωματική, επικοινωνιακή και πολιτική αντιπαράθεση;

*(Από την kathimerini.gr)