Το Αίνιγμα του Ρωσικού Αερίου

Για πολύ κόσμο η τεράστια διείσδυση του Ρωσικού αερίου στο ενεργειακό σύστημα της Ευρώπης, ώστε αυτή να εμφανίζεται σήμερα σχεδόν ως όμηρος της Μόσχας, αποτελεί ένα μεγάλο αίνιγμα, παρόμοιο με αυτό που είχε υπαινιχθεί ο Winston Churchill το 1939 όταν δήλωσε ότι « η Ρωσία είναι ένας γρίφος, τυλιγμένος σε μυστήριο μέσα σε ένα αίνιγμα», αναφερόμενος στην περίφημη συνθήκη μη επιθέσεως της χιτλερικής Γερμανίας με την ΕΣΣΔ, παραμονές του Β Παγκόσμιου Πολέμου (σύμφωνο Molotov- Ribbentrop) Το αίνιγμα αυτό ξετυλίγεται και λύνεται εν πολλοίς εάν παρακολουθήσουμε την ιστορική πορεία του όλου θέματος

energia.gr
Σαβ, 30 Απριλίου 2022 - 16:42

Ήταν στην δεκαετία του 1960, όταν ο Ψυχρός Πόλεμος μεταξύ ΕΣΣΔ και ΗΠΑ-ΝΑΤΟ ήταν στο απόγειο του, όταν πραγματοποιήθηκαν οι πρώτες εξαγωγές Ρωσικού αερίου στην Δύση. Πιο συγκεκριμένα την 1η Σεπτεμβρίου 1968 ξεκίνησε η ροή Ρωσικού αερίου, προερχόμενου από την τότε Τσεχοσλοβακία, προς την Αυστρία. Είχε προηγηθεί, την 1η Ιουνίου του ίδιου έτους η υπογραφή επίσημης μακροχρόνιας σύμβασης για την προμήθεια Ρωσικού φυσικού αερίου μεταξύ της Σοβιετικής Soyuznefteexport και της Αυστριακής OMV. Σε πρώτη φάση προβλέπετο πληρωμή για το αέριο με ανταλλαγή προϊόντων, δηλαδή με χαλύβδινους σωλήνες κατασκευής Thyssen που θα προμήθευε η OMV τις Σοβιετικές εταιρείες.

Δύο χρόνια αργότερα, την 1 Φεβρουαρίου 1970, μια παρόμοια συμφωνία για τη προμήθεια όμως πολύ μεγαλύτερων ποσοτήτων αερίου, 52 δισεκ. κυβ. μέτρα μέσα σε 20 χρόνια, υπέγραψαν οι κυβερνήσεις Γερμανίας και ΕΣΣΔ επί προεδρίας του Καγκελάριου Willy Brandt, ο οποίος είχε αναλάβει τα ηνία της κυβέρνησης μόλις 100 ημέρες πριν. Και σε αυτή την περίπτωση ένα μεγάλο μέρος της πληρωμής για τις ποσότητες αερίου που θα εισήγαγε η Γερμανία θα πληρωνόντουσαν με χαλύβδινους αγωγούς που είχε απόλυτο ανάγκη η Μόσχα, καθώς προσπαθούσε να αναπτύξει το εκτενές δίκτυο αγωγών αερίου για την μεταφορά του από τις περιοχές παραγωγής του στα αστικά κέντρα. Μεταφέροντας αέριο σε μεγάλες αποστάσεις από το τεράστιο πεδίο Urengoy στην Βόρειοδυτική Σιβηρία, που είχε πιστοποιηθεί με αποθέματα 16 τρισεκ. κυβ. μέτρων, και αργότερα από άλλα μεγάλα κοιτάσματα όπως αυτά του Orenburg,του Yamburg και πλέον πρόσφατα από αυτά στην χερσόνησο Yamal.

Την δεκαετία του 1980 ξέσπασε σφοδρή αντιπαράθεση μεταξύ Ευρώπης, κυρίως της Γερμανίας, και των ΗΠΑ, λόγω της τεχνικής και οικονομικής υποστήριξης που παρείχε η τότε Ομοσπονδιακή κυβέρνηση της Δυτικής Γερμανίας στην ΕΣΣΔ για την κατασκευή του μεγάλου αγωγού Urengoy-Pomary-Uzhgorod-Alsati a που θα μετέφερε Ρωσικό αέριο στην καρδιά της Ευρώπης. Την μάχη την κέρδισαν οι ευρωπαϊκές εταιρείες που είχαν την αμέριστη συμπαράσταση της Γερμανικής και Γαλλικής κυβέρνησης που απέβλεπαν στο αέριο ως μέσο μερικής απεξάρτησης από το απρόβλεπτο στην τιμή πετρέλαιο. Να θυμίσουμε ότι είχαν προηγηθεί οι πετρελαϊκές κρίσεις του 1973 και 1979 και όλη η Ευρώπη ήταν έρμαιη για πολλά χρόνια ενός οικονομικά καταστρεπτικού στασιμοπληθωρισμού που εμπόδιζε τις οποίες αναπτυξιακές προσπάθειες.

Τα χρόνια που ακολούθησαν εδραιώθηκε η Ρωσική κυριαρχία στην προμήθεια αερίου στην Ευρώπη με αποτέλεσμα σήμερα όλα τα κράτη μέλη να είναι εισαγωγείς Ρωσικού αερίου που μεταφέρεται μέσα από ένα τεράστιο σε έκταση πλέγμα αγωγών που ξεπερνά τα 150,000 χλμ., με τις εξαγωγές προς την Ευρώπη να αντιστοιχούν στο 28% της Ρωσικής παραγωγής (639 bcma, στοιχεία 2020) και στο 75% των συνολικών εξαγωγών. Με την απεξάρτηση της Ευρώπης να μην είναι τόσο αυτονόητη ή εύκολη υπόθεση όπως έχουμε με λεπτομέρεια εξηγήσει στο portal (εδώ). Με την άνευ όρων στροφή στο LNG που επιχειρείται τώρα σε ευρωπαϊκό επίπεδο, σε μια προσπάθεια απεξάρτησης από το Ρωσικό αέριο συνέπεια του Ρώσο-Ουκρανικού πολέμου, να κινδυνεύουμε να αντικαταστήσουμε μια μορφή εξάρτησης με μία άλλη.

Η τεράστια εξάρτηση της Ευρώπης από Ρωσικό αέριο και η αδυναμία γρήγορης απεξάρτησης από αυτό, να θεωρείται από πολλούς αναλυτές ως βασικός παράγων στο στρατηγικό ισοζύγιο ισχύος που επέτρεψε στον Πρόεδρο Πούτιν να εξαπολύσει τον πόλεμο κατά της Ουκρανίας. Η δε ηθελημένη αδυναμία του ΝΑΤΟ να παρέμβει επί του πεδίου, αποφεύγοντας εύστοχα μια απευθείας στρατιωτική αντιπαράθεση με την Ρωσία, δείχνει τα όρια της Δυτικής ανάμειξης. Επιπλέον, η απόφαση του Ρώσου προέδρου να αλλάξει τον τρόπο πληρωμής για τις ποσότητες αερίου που εισάγουν οι ευρωπαίοι πελάτες της Gazprom, ώστε η εξόφληση να ολοκληρώνεται μέσω καταβολής σε ρούβλια, διασφαλίζει την παράκαμψη του ευρωπαϊκού συστήματος Target 2, και άρα την εγκυρότητα της συναλλαγής εν όψει των κυρώσεων που έχουν επιβάλει ΗΠΑ-ΕΕ κατά της Ρωσίας.

Έχει δε μεγάλο ενδιαφέρον ότι οι περισσότερες από τις μεγάλες ευρωπαϊκές ενεργειακές εταιρείες και οι κυβερνήσεις τους έχουν αποδεχθεί τον νέο τρόπο πληρωμής προκειμένου να διασφαλίσουν την συνεχή ροή Ρωσικού αερίου ώστε να μην τινάξουν τις οικονομίες τους στον αέρα. Το εάν τελικά η Ευρώπη θα κατορθώσει να αποδεσμευθεί από τις εισαγωγές Ρωσικού αερίου θα εξαρτηθεί από το εάν θα μπορέσει να αλλάξει την κατεύθυνση της ενεργειακής της πολιτικής, βάζοντας στην άκρη τους υπέρ-φιλόδοξους και πρακτικά ανέφικτους στόχους περί μηδενικών ρύπων, και να μπορέσει να αυξήσει την εγχώρια παραγωγή υδρογονανθράκων με παράλληλη ανάπτυξη της πυρηνικής ενέργειας και μιας ρεαλιστικής αξιοποίησης των ΑΠΕ.

Κάθε άλλο λοιπόν παρά αίνιγμα ή μυστήριο αποτελεί η σημερινή πραγματικότητα της κυριαρχίας του Ρωσικού φυσικού αερίου, με την πλεονάζουσα παραγωγή του να βρίσκει διέξοδο στην γεωγραφικά προσκείμενη Ευρώπη. Η δε διοχέτευση του προς όλες σχεδόν τις ευρωπαϊκές χώρες να είναι το φυσικό επακόλουθο μιας ευρύτερης γεωπολιτικής προσέγγισης ιδίως μετά την κατάρρευση του Σοβιετικού καθεστώτος. Με το απόλυτο ρήγμα στις σχέσεις ΗΠΑ/ΕΕ και Ρωσίας που επιδιώκεται σήμερα, ως αποτέλεσμα της Ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, η ενεργειακή σχέση Ρωσίας- Ευρώπης δοκιμάζεται συθέμελα και μένει να αποδειχθεί εάν τελικά θα αντέξει έστω και σε ένα χαμηλότερο επίπεδο εάν και όποτε αποκατασταθούν οι σχέσεις μεταξύ των δυο μερών.