Η τεράστια έμφαση που έχει δοθεί τα τελευταία χρόνια τόσο από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή όσο και από τις διάφορες εθνικές κυβερνήσεις, συμπεριλαμβανομένης και της ελληνικής, στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) και στην πράσινη ανάπτυξη γενικότερα τείνουν να επισκιάσουν την ύπαρξη και αναγκαιότητα των συμβατικών μορφών ενέργειας. 

Δηλαδή τα ορυκτά καύσιμα (Πετρέλαιο, Φυσικό Αέριο και άνθρακα), υδροηλεκτρικά έργα και πυρηνική ενέργεια. Αγνοώντας προκλητικά, και παραπλανητικά θα λέγαμε, ότι οι ΑΠΕ, με δεδομένη την σημερινή δομή των κεντρικά λειτουργούντων ενεργειακών συστημάτων (βλέπε ηλεκτρικά δίκτυα, συστήματα μεταφοράς φ. αερίου κλπ.) δεν μπορούν να λειτουργήσουν χωρίς τα συμβατικά καύσιμα. Ιδίως στην περίπτωση της παραγωγής ηλεκτρισμού αυτά θεωρούνται απαραίτητα για την παροχή και εξασφάλιση φορτίων βάσης.

Με την συστηματική προβολή της Κλιματικής Αλλαγής και της επερχόμενης σύντομα (δήθεν) απόλυτης καταστροφής του πλανήτη και άρα της ανάγκης μείωσης των εκπομπών του θερμοκηπίου, που σύμφωνα με το ισχύον πολιτικά ορθό αφήγημα οφείλεται αποκλειστικά και μόνο στην καύση ορυκτών καυσίμων, ο ρόλος των ΑΠΕ ως της μοναδικής λύσης για το ενεργειακό μας πρόβλημα έχει υπερτονισθεί και έχει δημιουργήσει απαράδεκτα υψηλές προσδοκίες. Έτσι έχει δημιουργηθεί η εσφαλμένη εικόνα στην κοινή γνώμη ότι πολύ σύντομα, δηλ. μέχρι το 2030 το πολύ, το σύνολο της ενεργειακής ζήτησης της χώρας θα καλύπτεται από ΑΠΕ ( κυρίως ηλιακή ενέργεια και αιολικά) ενώ όλα τα αυτοκίνητα θα έχουν εγκαταλείψει το πετρέλαιο και θα κινούνται με ηλεκτρισμό η υδρογόνο. Μόνο που οι προπαγανδιστές της πράσινης ενέργειας ξεχνούν να μας πούνε ότι ηλεκτροκίνηση και αεριοκίνηση (με υδρογόνο) εξαρτώνται απόλυτα από την παραγωγή άφθονου και σε ανταγωνιστικές τιμές ηλεκτρισμού.

Πριν προχωρήσουμε όμως να εξηγήσουμε τους λόγους γιατί οι ΑΠΕ στην περίπτωση της ηλεκτροπαραγωγής δεν μπορούν να διεισδύσουν περαιτέρω στα δίκτυα καλύπτοντας μεγαλύτερο μέρος της ηλεκτροπαραγωγής χωρίς την συμμετοχή των συμβατικών καυσίμων, θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι τα ορυκτά καύσιμα δεν ευθύνονται για το σύνολο των εκπομπών του θερμοκηπίου όπως σκόπιμα προβάλλεται από τους περισσότερους περιβαλλοντολόγους. Βάσει δεδομένων που δεν επιδέχονται αμφισβήτηση τα ορυκτά καύσιμα είναι υπεύθυνα μόνο για ένα μικρό μέρος των εκπομπών στην ηλεκτροπαραγωγή. Με τον άνθρακα να ευθύνεται μόνο για το 20% των εκπομπών και το φυσικό αέριο και το πετρέλαιο για πολύ λιγότερο, στο 5%. Ενώ η Ευρώπη συμμετέχει μόνο στο 11% των παγκοσμίων ρύπων με το μεγαλύτερο μέρος να εκπέμπεται αναλογικά από την Κίνα, τις ΗΠΑ, την Ινδία και ορισμένες άλλες χώρες. Και άρα προκαλεί την κοινή λογική γιατί η Ευρώπη προσπαθεί με τέτοια σπουδή να μειώσει τις εκπομπές και μάλιστα εις βάρος της οικονομικής της ανάπτυξης. Είναι προφανές ότι υπάρχουν ισχυρά οικονομικά συμφέροντα πίσω από την πράσινη ανάπτυξη και έντονη κερδοσκοπία από αρκετά “technology funds”

Αλλά για να επανέλθουμε στο κυρίως θέμα μας που είναι η αναγκαιότητα για αρκετά χρόνια ακόμα της χρήσης των συμβατικών καυσίμων, κυρίως άνθρακα/λιγνίτη και φυσικό αέριο, στην ηλεκτροπαραγωγή θα πρέπει να εξηγήσουμε ότι αυτά, μαζί με την πυρηνική ενέργεια, είναι τα μόνο ικανά να προσφέρουν τα απαραίτητα φορτία βάσης (bass load) που χρειάζονται για την λειτουργία ενός εθνικού η περιφερειακού συστήματος ηλεκτροπαραγωγής. Και αυτό γιατί στις περισσότερες χώρε οι ΑΠΕ καλύπτουν ένα μόνο μέρος της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας (στην περίπτωση της Ελλάδας ένα 30-35% ανάλογα με τις καιρικές συνθήκες) ενώ η παραγωγική τους ροή δεν είναι συνεχής. Για αυτό εξ άλλου οι ΑΠΕ αποκαλούνται μεταβλητές (variables) ενεργειακές πηγές. Και άρα χρειάζεται ηλεκτροπαραγωγή από θερμικές μονάδες που λειτουργούν σταθερά όλο το 24ωρο πάνω στην παραγωγή των οποίων έρχεται και «κουμπώνει» η παραγωγή από τις ΑΠΕ. Για να γίνει δε κατανοητή η αναγκαιότητα της χρήσης συμβατικών ηλεκτροπαραγωγικών μονάδων θα πρέπει να αναφερθεί ότι υπάρχουν αρκετές περιπτώσεις μέσα στο 24 ώρο όπου λόγω νηνεμίας και σκότους η συμμετοχή των ΑΠΕ στο σύστημα είναι μηδενική.

Και ενώ το όραμα για την επικράτηση των ΑΠΕ ως των μοναδικών καθαρών πηγών ενέργειας βασίζεται στην δημιουργία τεράστιων συστημάτων ενεργειακής αποθήκευσης-κυρίως μέσω ηλεκτρικών μπαταριών και συστημάτων αντλησιοταμίευσης- ώστε να αντικατασταθούν οι θερμικές μονάδες, υπάρχει σημαντική καθυστέρηση στην ανάπτυξη και εφαρμογή τους στην τεράστια κλίμακα που απαιτείται και μάλιστα με ανταγωνιστικό οικονομικό κόστος.

Τώρα, ήρθε ο Αρμαγεδών του πολέμου και της ενεργειακής κρίσης για να καταδείξει την σημασία των συμβατικών πηγών ενέργειας, και κυρίως του φυσικού αερίου, και να υποχρεωθεί η ηγεσία της ΕΕ εν μια νυκτί να κάνει στροφή 180 μοιρών στην ακολουθούμενη μέχρι σήμερα αδιέξοδη ενεργειακή της πολιτική, δίδοντας άφεση αμαρτιών στα κράτη μέλη, που για λόγους ενεργειακής επιβίωσης είναι υποχρεωμένα πλέον να παρατείνουν την χρήση των συμβατικών μονάδων στην ηλεκτροπαραγωγή. Το ίδιο αργά η γρήγορα θα υποχρεωθεί να πράξει και για τη περίπτωση της ηλεκτροκίνησης και του υδρογόνου αφού θα απαιτηθεί πολύ μεγαλύτερο διάστημα για την περίφημη ενεργειακή μετάβαση. Συμπερασματικά, η περαιτέρω ανάπτυξη των ΑΠΕ και των λεγόμενων καθαρών καυσίμων θα διέλθει υποχρεωτικά μέσα από την συμβίωση για αρκετό διάστημα ακόμα με τα συμβατικά καύσιμα, τόσο για λόγους ενεργειακής ασφάλειας, επίτευξης ανταγωνιστικών τιμών  όσο και από τεχνικής πλευράς.