Υπεράκτιες Aνεμογεννήτριες: Η Λύση για την Κλιματική Κρίση

Υπεράκτιες Aνεμογεννήτριες: Η Λύση για την Κλιματική Κρίση
Του Ιωάννη Κ. Χατζηγεωργίου*
Τετ, 1 Σεπτεμβρίου 2021 - 10:03

Οι πρόσφατες καταστροφικές πυρκαγιές κατέδειξαν πόσο επικίνδυνα ευάλωτη είναι η χώρα μας στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Τα ακραία καιρικά φαινόμενα, οι ιδιαίτερα υψηλές θερμοκρασίας για πολλές ημέρες, οι εκτεταμένες περίοδοι ανομβρίας και ξηρασίας σε συνδυασμό με την αδιαφορία και απερισκεψία πολλών, έχει δημιουργήσει ένα εκρηκτικό μείγμα με καταστροφικά αποτελέσματα. Ταυτόχρονα, δυστυχώς, ξεκίνησε μία συζήτηση συνωμοσιολογικού περιεχομένου σχετικά με τη χρήση των ανεμογεννητριών για την παραγωγή καθαρής ενέργειας

 

και την απεξάρτηση από τη χρήση ορυκτών καυσίμων που ευθύνονται κατά μείζονα λόγο για τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα (CO2) που εντείνει το φαινόμενο του θερμοκηπίου. Η συζήτηση, κατά την άποψή μου, είναι χωρίς λογικό περιεχόμενο και αφορά σε εμπρησμούς που, υποτίθεται, γίνονται για την ισοπέδωση εδαφών ώστε να «ανοίξει» χώρος για την τοποθέτηση ανεμογεννητριών. Είναι απορίας άξιο, ποια θα μπορούσε να είναι η λογική πίσω από τέτοιες ενέργειες δεδομένου ότι και τα δάση και οι ανεμογεννήτριες την ίδια δουλειά κάνουν, περιορίζοντας το CO2 στην ατμόσφαιρα, τα πρώτα απορροφώντας το και οι δεύτερες μη εκπέμποντάς το για την παραγωγή ενέργειας. Ποια η λογική να καίγονται δάση αφού η Ελλάδα, ως κατά βάση ορεινή χώρα, έχει αναρίθμητες βραχώδεις βουνοκορφές με μεγάλη ταχύτητα ανέμου και μεγάλη πυκνότητα αιολικής ενέργειας; Πυρκαγιές, υπήρχαν και πριν τις ανεμογεννήτριες και αν πλέον είναι περισσότερες και εντονότερες, φταίει η αύξηση της θερμοκρασίας και η κλιματική κρίση κι όχι η χρήση των ανεμογεννητριών, που προσφέρουν καθαρή, ανανεώσιμη ενέργεια, συμβάλλοντας στην αειφορία.

Μια αξιοπρόσεκτη υπόθεση εργασίας

Η επέκταση της χρήσης τους είναι αναγκαιότητα και θα πρέπει να στοχεύει στην εκμετάλλευση του ανέμου και εντός του θαλάσσιου εθνικού χώρου. Ισως το σχέδιο ακούγεται πολύ φιλόδοξο αλλά για ποιον λόγο να μην αισιοδοξούμε ότι μπορούμε να το υλοποιήσουμε φέρνοντας τη χώρα στην αιχμή της τεχνολογικής ανάπτυξης;

Η τάση, παγκοσμίως, είναι η κατασκευή ανεμογεννητριών με αυξανόμενη ονομαστική ισχύ, που φυσικά απαιτούν μεγαλύτερες κατασκευές. Κατ’ αυτόν τον τρόπο μειώνεται το κόστος παραγωγής ενέργειας υπό την προϋπόθεση ότι είναι διαθέσιμη η «κινητήριος πρώτη ύλη», εν προκειμένω ο άνεμος. Το θαλάσσιο αιολικό δυναμικό στη χώρα μας είναι από τα καλύτερα της Ευρώπης, γεγονός που μας παρέχει τη δυνατότητα ενεργειακής αυτονομίας.

Ας κάνουμε μία, ομολογουμένως υπεραισιόδοξη, υπόθεση εργασίας, υιοθετώντας ως πρότυπο τη μεγαλύτερη ανεμογεννήτρια που έχει κατασκευαστεί έως τώρα, ονομαστικής ισχύος 14 MW και δυνατότητας παραγωγής 74 GWh/έτος. Είναι μία κολοσσιαία κατασκευή ύψους 260 μέτρων, με διάμετρο ρότορα 220 μέτρα και μήκος πτέρυγας 107 μέτρα. Είναι προφανές ότι η απόδοσή της θα εξαρτάται πάντοτε από τη διαθέσιμη ταχύτητα του ανέμου στον χώρο εγκατάστασης. Είναι όμως ενδιαφέρον να κάνουμε την απλή θεώρηση ότι μπορεί να λειτουργεί αδιάλειπτα με τη μέγιστη ισχύ της. Σ’ αυτήν την περίπτωση, μία μόνο κατασκευή θα αρκούσε για να καλύψει τις ηλεκτρικές ανάγκες 19.700 ελληνικών νοικοκυριών (Στοιχεία ΚΑΠΕ 2011-2012: οι ενεργειακές ανάγκες σε ηλεκτρισμό ενός ελληνικού νοικοκυριού είναι 3.750 kWh/έτος). Επιπρόσθετα, η λειτουργία μίας μόνο τέτοιας ανεμογεννήτριας εξοικονομεί εκπομπές έως και 52.000 τόνους CO2, οι οποίοι ισοδυναμούν με τις εκπομπές 11.000 αυτοκινήτων. Ανεξάρτητα από το γεγονός ότι οι ανεμογεννήτριες δεν λειτουργούν συνεχώς στο 100% των δυνατοτήτων τους, τα προηγούμενα αναφερόμενα στοιχεία καταδεικνύουν τις δυνατότητες που παρέχονται στη χώρα μας για την επίτευξη ενεργειακής αυτονομίας και την απεξάρτηση από τα, εισαγόμενα, ορυκτά καύσιμα.

Μεσογειακές ιδιαιτερότητες

Η αποτελεσματική απόδοση μεγάλων ανεμογεννητριών απαιτεί υψηλές ταχύτητες ανέμου και ισχυρό αιολικό δυναμικό, γεγονός που επιβάλλει την εγκατάστασή τους στην ανοιχτή θάλασσα. Το γεγονός αυτό με τη σειρά του καθιστά αναγκαία τη χρήση πλωτών συστημάτων, των οποίων οι κινήσεις θα περιορίζονται με συστήματα αγκύρωσης. Πλωτά αιολικά πάρκα υπάρχουν και λειτουργούν αυτή τη στιγμή στην Ευρώπη με συνολική παραγωγή 62 MW.

Για την Ελλάδα και τη Μεσόγειο τα πράγματα είναι περισσότερο περίπλοκα εξαιτίας των πολύ μεγάλων βαθών σε σχέση με τη Βόρειο Θάλασσα και της ανομοιόμορφης τοπογραφίας του θαλάσσιου πυθμένα. Η επιλογή της περιοχής εγκατάστασης πλωτών αιολικών πάρκων είναι μία πολυπαραμετρική διαδικασία που θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη, μεταξύ άλλων, το διαθέσιμο αιολικό δυναμικό, παράγοντες όπως το βάθος του νερού, τη μορφολογία και το υλικό του πυθμένα, τα κύματα και τα θαλάσσια ρεύματα, τη διατήρηση και προστασία της θαλάσσιας βιοποικιλότητας, την απόσταση από την ακτή, την εγγύτητα με το δίκτυο, τη διαθεσιμότητα εγκαταστάσεων για την κατασκευή/συναρμολόγηση των ναυπηγημάτων καθώς και τα σύνθετα γεωπολιτικά δεδομένα της ευρύτερης περιοχής. Επιπρόσθετα, το θέμα της ασφάλειας για την μακροχρόνια εξασφάλιση της απόδοσης είναι πολύ σημαντικό. Θα πρέπει να κατανοήσουμε ότι μία πλωτή ανεμογεννήτρια, εν αντιθέσει με τις σταθερά εδραζόμενες, θα παράγει ενέργεια ευρισκόμενη σε συνεχή κίνηση.

Όραμα και επιστημονικές προκλήσεις

Όλα τα προηγούμενα συνιστούν σημαντικές δυσκολίες και επιστημονικές προκλήσεις. Στην Ελλάδα, αλλά και στη Μεσόγειο γενικότερα, εξαιτίας των συγκριτικά μεγαλύτερων βαθών, θα πρέπει να σκεφτόμαστε διαφορετικά μελετώντας και αναπτύσσοντας ακόμη και υβριδικά συστήματα πολλαπλής χρήσης. Οι δυσκολίες μπορούν να αποτελέσουν εφαλτήριο καινοτόμων λύσεων που θα προάγουν την τεχνολογική ανάπτυξη, θα συνεισφέρουν στον εθνικό πλούτο και θα δημιουργήσουν χιλιάδες θέσεις εργασίας, απασχολώντας επιστήμονες, ερευνητές και επαγγελματίες πληθώρας ειδικοτήτων.

Στην Ελλάδα, το επιστημονικό δυναμικό κατέχει τη σύγχρονη τεχνογνωσία για τις πλωτές ανεμογεννήτριες και διαθέτει τα εχέγγυα και για τον περαιτέρω εμπλουτισμό της. Στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο εκτελείται υψηλού επιπέδου έρευνα για την αντιμετώπιση όλων των τεχνικών θεμάτων και προκλήσεων. Το όραμα υπάρχει. Από την πολιτεία ζητείται η βούληση και η αποφασιστικότητα. Η συνολική προσπάθεια θα πρέπει να είναι Εθνικός Στόχος.

*Ο κ. Ιωάννης Κ. Χατζηγεωργίου είναι καθηγητής Σχολής Ναυπηγών Μηχανολόγων Μηχανικών ΕΜΠ, αντιπρύτανης Ερευνας και Διά Βίου Εκπαίδευσης ΕΜΠ.

 

Διαβάστε ακόμα