Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, οι μεταρρυθμίσεις ήδη αλλάζουν τους κανόνες. Το Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών (ETS) επεκτάθηκε το 2024 ώστε να καλύπτει μεγάλα πλοία που προσεγγίζουν ευρωπαϊκά λιμάνια, καθιστώντας τους πλοιοκτήτες υπεύθυνους για μέρος των εκπομπών τους. Για μια βιομηχανία που βρισκόταν εκτός αγορών άνθρακα, αυτό αποτέλεσε ορόσημο.
Ο Μηχανισμός Συνοριακής Προσαρμογής Άνθρακα (CBAM) προσθέτει άλλη μία στρώση: απαιτεί από τους εισαγωγείς προϊόντων όπως χάλυβας, τσιμέντο, αλουμίνιο, λιπάσματα και υδρογόνο να δηλώνουν τις ενσωματωμένες εκπομπές άνθρακα. Από το 2026, αυτές οι δηλώσεις θα συνοδεύονται από οικονομικές υποχρεώσεις, μέσω αγοράς πιστοποιητικών CBAM.
Τα μέτρα αυτά δημιουργούν ισότιμους όρους ανταγωνισμού μεταξύ ευρωπαϊκών παραγωγών -που ήδη πληρώνουν για τις εκπομπές τους- και των εξαγωγέων προς την Ε.Ε. Παράλληλα, αλλάζουν τα οικονομικά του εμπορίου και ενθαρρύνουν καθαρότερη παραγωγή, σηματοδοτώντας ότι το κόστος άνθρακα είναι πλέον δομικό στοιχείο του παγκόσμιου εμπορίου.
Η ρύθμιση είναι μόνο μέρος της ιστορίας. Τα λιμάνια αποτελούν πλέον εργαστήρια απανθρακοποίησης, καθώς συγκεντρώνουν σημαντικές πηγές εκπομπών: πλοία σε ελλιμενισμό, εξοπλισμό διαχείρισης φορτίου και συναφείς δραστηριότητες logistics. Είναι, επομένως, φυσικοί υποψήφιοι για ηλεκτροδότηση, ενσωμάτωση ανανεώσιμων πηγών και αυστηρότερο έλεγχο εκπομπών.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, η στροφή αυτή βρίσκεται στο επίκεντρο. Στις 22 Σεπτεμβρίου 2025, η Νέα Υόρκη ανακοίνωσε ένα σχέδιο 3,5 δισ. δολαρίων για τη μετατροπή του λιμένα του Μπρούκλιν σε πλήρως electric port. Το έργο, υπό τον NYCEDC (NYC Economic Development Corporation), προβλέπει shore power για τα πλοία, ηλεκτροκίνητους γερανούς, και διασύνδεση με την αλυσίδα εφοδιασμού offshore wind. Παρουσιάζεται όχι μόνο ως περιβαλλοντική πρωτοβουλία, αλλά και ως εργαλείο δημιουργίας θέσεων εργασίας και ανταγωνιστικότητας - ένα σαφές μήνυμα προς τις ναυτιλιακές εταιρείες ότι η πρόσβαση στα λιμάνια εξαρτάται ολοένα και περισσότερο από την καθαρότητα των λειτουργιών τους.
Αντίστοιχα, η Ευρώπη και η Ελλάδα ακολουθούν παρόμοια πορεία.
Το λιμάνι του Πειραιά, ένα από τα πιο δραστήρια της Μεσογείου, βρίσκεται στο επίκεντρο έργων συγχρηματοδοτούμενων από την Ε.Ε. με στόχο την ηλεκτροδότηση των θέσεων ελλιμενισμού.
Το έργο CiPORT ανέπτυξε τεχνικές μελέτες για την παροχή ρεύματος στα κρουαζιερόπλοια, ενώ το EALING εξέτασε λύσεις για τα επιβατηγά και άλλα quays.
Η υλοποίηση, ωστόσο, απαιτεί χρηματοδότηση, πολιτική βούληση, τεχνική εξειδίκευση και προσιτό ενεργειακό κόστος. Αν εφαρμοστούν ευρέως, τα συστήματα cold ironing στον Πειραιά θα μειώσουν τις εκπομπές CO₂ και αιωρούμενων σωματιδίων, βελτιώνοντας την ποιότητα αέρα και συνάδοντας με τους στόχους της Ε.Ε.
Η πίεση στη ναυτιλία
Η σύγκλιση κανονισμών και υποδομών οδηγεί τη ναυτιλία σε αναπόφευκτη προσαρμογή. Ο κλάδος ευθύνεται για περίπου 3% των παγκόσμιων εκπομπών και πλέον βρίσκεται στο επίκεντρο των ρυθμιστικών αρχών.
Το κόστος άνθρακα στο ETS θα αυξάνεται, επηρεάζοντας άμεσα τους μεταφορείς που εξυπηρετούν την Ευρώπη. Ο CBAM θα μεταβάλει το κόστος εισαγόμενων προϊόντων, αναδιατάσσοντας τις supply chains. Τα λιμάνια όπως το Μπρούκλιν και ο Πειραιάς θα απαιτούν ηλεκτροδότηση πλοίων, αυξάνοντας τις επιχειρησιακές απαιτήσεις. Παράλληλα, ο IMO έχει αυστηροποιήσει τους στόχους του, ενισχύοντας τη διεθνή πίεση.
Όσες εταιρείες παραμένουν στο «business as usual» θα αντιμετωπίσουν αυξανόμενα κόστη, περιορισμένη πρόσβαση στα λιμάνια και απώλεια εμπιστοσύνης από πελάτες και χρηματοπιστωτικούς φορείς.
Αντιθέτως, οι τράπεζες και οι επενδυτές ευνοούν ήδη εταιρείες με αξιόπιστες στρατηγικές μείωσης εκπομπών.
Ανάγκη για ολοκληρωμένες στρατηγικές
Η πολυπλοκότητα του νέου πλαισίου καθιστά τις αποσπασματικές αντιδράσεις ανεπαρκείς. Οι πλοιοκτήτες, οι εισαγωγείς και οι φορείς λιμένων χρειάζονται ολοκληρωμένα συστήματα που:
·προβλέπουν τις τιμές των δικαιωμάτων άνθρακα,
·παρακολουθούν τις εκπομπές σε όλη την εφοδιαστική αλυσίδα,
·αξιολογούν εναλλακτικά καύσιμα,
·και αναλύουν τις αποδόσεις επενδύσεων σε υποδομές όπως η shore power.
Παράλληλα, απαιτείται στρατηγική διαχείριση ρίσκου, εναρμόνιση με τα ESG πρότυπα των επενδυτών και έγκαιρη προσαρμογή σε νέες πολιτικές.
Το κόστος της καθυστέρησης και το πλεονέκτημα της έγκαιρης δράσης
Μετά το 2026, ο CBAM θα εφαρμόζεται πλήρως, το ETS θα επεκταθεί περαιτέρω και τα λιμάνια θα προχωρούν με ταχύ ρυθμό σε ηλεκτροδότηση. Όσοι καθυστερήσουν θα αντιμετωπίσουν υψηλότερο κόστος κεφαλαίου, περιορισμένη πρόσβαση σε κίνητρα και απώλεια μεριδίου αγοράς.
Αντιθέτως, οι πρωτοπόροι θα εξασφαλίσουν πρόσβαση σε επιχορηγήσεις, ευνοϊκή χρηματοδότηση και πελατεία που επιζητά ναυτιλία χαμηλού άνθρακα.
Το παράδειγμα του Μπρούκλιν δείχνει πώς οι αμερικανικές πόλεις συνδέουν τους κλιματικούς στόχους με την ανταγωνιστικότητα, ενώ ο Πειραιάς μπορεί να αποτελέσει ευρωπαϊκό πρότυπο για τη μετάβαση της Μεσογείου.
Μαζί, υπογραμμίζουν τη νέα παγκόσμια κανονικότητα:
η απανθρακοποίηση είναι το «εισιτήριο εισόδου» στο διεθνές εμπόριο.
Συμπέρασμα: Από τη συμμόρφωση στην ανταγωνιστικότητα
Η απανθρακοποίηση δεν είναι πλέον ιδανικό - είναι επιχειρησιακή πραγματικότητα. Οι ευρωπαϊκές υποχρεώσεις, τα αμερικανικά έργα υποδομής και οι παγκόσμιοι κλιματικοί στόχοι διαμορφώνουν έναν νέο κανόνα για τη ναυτιλία: Προσαρμόσου γρήγορα και στρατηγικά ή μείνε εκτός αγοράς.
Η πορεία προς τα εμπρός απαιτεί συνδυασμό τεχνογνωσίας, ανάλυσης δεδομένων, πρόβλεψης σεναρίων και επενδύσεων σε υποδομές. Οι ρυθμιστές αυστηροποιούν τους κανόνες, τα λιμάνια ηλεκτροδοτούνται και οι πελάτες απαιτούν «πράσινες» αλυσίδες.
Η ευκαιρία βρίσκεται στο να μετατραπεί η συμμόρφωση σε ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Όσοι κινηθούν πρώτοι θα απολαύσουν προνομιακή χρηματοδότηση και αυξημένο μερίδιο αγοράς, ενώ όσοι διστάσουν θα ανακαλύψουν ότι η αδράνεια είναι το ακριβότερο κόστος όλων.
*Economic Advisor on Tax Policy, Government Affairs, Maritime Industries, in collaboration with the BlackSummit Financial Group, New York and Tennessee, USA
(από την εφημερίδα "ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ")