Για την εμβάθυνση των ιστορικών γεγονότων που αφορούν στην Επανάσταση του 1821, ίσως είναι χρήσιμο να… ανακαλύψουμε το ελάχιστα έως καθόλου γνωστό βασικό εργαλείο, την γεωπολιτική ανάλυση. Η ελλιπής διδασκαλία της ιστορίας στην εκπαίδευση, η διαφορετική ιδεολογική αφετηρία με την οποία οι περισσότεροι ιστορούν και εξιστορούν τα θαυμαστά των πρωταγωνιστών της επιτεύγματα και η συνήθως επιδερμική ανάλυσή τους από κάποιους επίδοξους ιστοριογράφους,

 

δυστυχώς έχουν δημιουργήσει δυσνόητα χάσματα, επιτρέποντας την ανάπτυξη διαφόρων θεωριών με έμφαση στη συνωμοσιολογία. Αλήθεια, πόσοι από τους ασχολούμενους με τη μελέτη της επαναστάσεως του 1821 λαμβάνουν υπόψη τον πρωταγωνιστικό ρόλο του εξ Αιγύπτου ορμώμενου Ιμπραήμ Πασά (1789-1848) στην εξέλιξή της,  που επιτάχυνε αποφασιστικά την βρετανική εμπλοκή στην ελληνική εξέγερση; Και πόσο βλέπουν την Αιγυπτιακή απειλή εναντίον της επαναστατημένης Ελλάδας, ως ευθεία σύγκρουση με τα βρετανικά γεωπολιτικά συμφέροντα, αλλά και ως αιτία ανατροπής των τότε γεωπολιτικών ισορροπιών στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου; Ειδικότερα οι λεγόμενοι ειδικοί μελετητές της ελληνικής ιστορίας, έχουν άραγε διαπιστώσει ότι η εκστρατεία του Ιμπραήμ Πασά κατά της επαναστατημένης Πελοποννήσου, απετέλεσε τον υπ’ αριθμόν ένα κίνδυνο αποτυχίας της ελληνικής επανάστασης; Γιατί, για τους γνωρίζοντες καλύτερα την ιστορία της εποχής, η γεωστρατηγική αξία του ελληνικού χώρου, με αιχμή τη ναυτική γεωγραφία, είχε προεχόντως προκαλέσει τα ισχυρά αντανακλαστικά της τότε Βρετανικής Αυτοκρατορίας. Και μάλιστα οι επιτελείς της έγκαιρα αντιλήφθηκαν ότι ενδεχόμενη επικράτηση  του Ιμπραήμ, θα είχε ως αποτέλεσμα την ανάδειξή του σε περιφερειακή ναυτική δύναμη. Ωστόσο τη ναυτική ισχύ του οθωμανό-αιγυπτιακού στόλου και τον φιλόδοξο αρχηγό του Ιμπραήμ, οι Αγγλοσάξονες, που πριν δέκα έτη είχαν καταφέρει με κόπο και θυσίες να εξουδετερώσουν τη Γαλλία του Ναπολέοντα, δεν ήταν διατεθειμένοι να ανεχθούν ούτε να αφήσουν τον στόλο του να κυριαρχεί στην ανατολική Μεσόγειο. Όμως από την άλλη, αυτή η βρετανό- αιγυπτιακή αντιπαλότητα, σήμανε και την ώρα σωτηρίας της ασθμαίνουσας και βαριά τραυματισμένης από τον πολυετή αγώνα και τον εμφύλιο σπαραγμό Ελληνική Επανάσταση.

Εν τω μεταξύ η γεωστρατηγική αξία της χώρας των Φαραώ ήταν τεράστιας σημασίας για την φιλόδοξη ιμπεριαλιστική πολιτική του Λονδίνου, καθώς ήταν σαφές ότι αποτελούσε μείζονα γεωπολιτικό στόχο στο πλαίσιο του σχεδίου κατάληψης αποικιακών εδαφών. Αντικειμενικός σκοπός ήταν η κατάληψη της Αλεξάνδρειας και ο ναυτικός έλεγχος της ανατολικής Μεσογείου σε βάρος των Οθωμανών που ήταν κατά τη συγκεκριμένη περίοδο των Ναπολεόντειων Πολέμων, στρατηγικοί σύμμαχοι των Γάλλων. Από την άλλη ο Αιγύπτιος ηγέτης Μοχάμεντ Άλι, με την αποστολή 14 Γάλλων αξιωματικών-συμβούλων, υπό τον στρατηγό Πιέρ Μπουαγιέ, κατάφερε να αναδιοργανώσει και εκσυγχρονίσει τις ναυτικές δυνάμεις του, σταδιακά να ιδρύσει  βιομηχανίες όπλων (μουσκέτα, πυροβόλα) καθώς και ένα ναυπηγείο στην Αλεξάνδρεια, το οποίο μέχρι τα τέλη του 1830 καθέλκυσε και εξόπλισε 9 πλοία γραμμής των 100 πυροβόλων! Αν και στα σχέδιά του  ήταν η ανεξαρτησία της χώρας του από την υψηλή πύλη, εν τούτοις οι τότε παντοκράτορες στην Ανατολική Μεσόγειο βρετανοί, αντιληφθέντες  ότι κάτι τέτοιο θα εκλαμβανόταν ως προσπάθεια προσχεδιασμένης αποδόμησης της  Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, που υπό το πρίσμα της τότε γεωπολιτικής συγκυρίας ήταν γεωστρατηγικά μια μη επιθυμητή εξέλιξη, δεν ανταποκρίθηκαν στο αίτημα του Και πως θα μπορούσαν να ενεργήσουν διαφορετικά ,όταν η βασική τους επιδίωξη ήταν η μετατροπή της Αιγύπτου σε ένα βρετανικό προτεκτοράτο και όχι η ανάδειξή της σε μια νέα μη ελεγχόμενη ισχυρή ηγεμονία στην περιοχή;

Ωστόσο, η έκρηξη της Ελληνικής Επανάστασης το 1821 και η δυσμενής εξέλιξη των στρατιωτικών και ιδίως των ναυτικών επιχειρήσεων των οθωμανικών δυνάμεων εκείνη την περίοδο, προκάλεσε την ανάγκη εμπλοκής του αποδεδειγμένα ικανού και αποτελεσματικού Μοχάμεντ Άλι. Ο σουλτάνος Μαχμούτ Β΄ ζήτησε τη βοήθειά του και εκείνος απέστειλε τον γιό του Ιμπραήμ (σ.σ  ο οποίος σημειωτέον γεννήθηκε στη Δράμα από μητέρα Ελληνίδα), επί κεφαλής των καθ’ όλα αξιόμαχων στεριανών και ναυτικών δυνάμεων. Παράλληλα, ο ενωμένος «οθωμανο-αιγυπτιακός» στόλος επέβαλλε τη ναυτική κυριαρχία πέριξ της Πελοποννήσου.

Ωστόσο, εφτά μόνο χρόνια μετά την συντριβή του Βοναπάρτη στο Βατερλό, η ελληνική Επανάσταση, μόνο απειλή θα μπορούσε να είναι για την πολυπόθητη ισορροπία στην τότε φεουδαρχική Ευρώπη. Η ιδιαιτερότητα της βασιζόταν σε δύο στρατηγικούς παράγοντες. Αυτοί ήταν: η γεωστρατηγική θέση της Ελλάδος, σαν γέφυρα μεταξύ των δύο ηπείρων, και η ανησυχία της «ιεράς συμμαχίας» ότι η επιτυχία της Επαναστάσεως θα σήμαινε την ανατροπή του status quo, ενδεχομένως και τη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με απρόβλεπτες εξελίξεις στην περιοχή. Γι αυτό το λόγο οι μεγάλες δυνάμεις, κυρίως η Αγγλία και Γαλλία, αρχικά εκδήλωσαν φιλοτουρκικές θέσεις. Μάλιστα λίγα χρόνια πριν, στο Συνέδριο της Βιέννης (Οκτώβριος 1814 – Ιούνιος 1815) διαπιστώνουμε την έντονη παρουσία του επικρατούντος πνεύματος αντίθεσης στα απελευθερωτικά κινήματα στην Ελλάδα, Ιταλία, Ισπανία κ.α. Χαρακτηριστική ήταν η στάση του Μέττερνιχ όταν με την ανοχή των παρισταμένων στο Συνέδριο, απευθύνθηκε στον Ιωάννη Καποδίστρια, αντιπρόσωπο τότε της Ρωσίας, λέγοντας: «Η Ευρώπη δεν γνωρίζει Έλληνες! Γνωρίζει μόνο Κράτος Οθωμανικό κάτω από την εξουσία του οποίου είναι οι Έλληνες που κατοικούν στην Ελλάδα…». Όμως από το άλλο μέρος οι επιτυχίες του Ιμπραήμ προκάλεσαν εντύπωση και φόβο στην Ευρώπη, η οποία μόνον τότε αντιλήφθηκε τη σοβαρότητα των  γεγονότων. Οι πληροφορίες για τις βιαιοπραγίες, τις σφαγές και τους μαζικούς εξανδραποδισμούς των Ελλήνων λειτούργησαν ως αφορμή για την απόφαση του Λονδίνου να αναχαιτιστεί η ενοχλητική παρουσία του φιλόδοξου Αιγύπτιου ηγέτη. Κατά τους βρετανούς, αν ο Ιμπραήμ κατόρθωνε να συντρίψει την επανάσταση τότε θα κατείχε δύο γεωγραφικές περιοχές με υψηλότατη γεωστρατηγική αξία. Κρήτη και Πελοπόννησος θα αναδεικνύονταν σε δύο εξαίρετες βάσεις-ορμητήρια για τον αιγυπτιακό στόλο, αναβιώνοντας τη ναυτική απειλή των Οθωμανών όπως ήταν επί Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπούς. Και αυτό, όταν η δε Μεγάλη Βρετανία είχε πολεμήσει σθεναρά τη Γαλλία στη Μεσόγειο ακριβώς για να μην επιτρέψει τον έλεγχό της από άλλη δύναμη. Τώρα οι συνθήκες απαιτούσαν άμεση δράση και κυρίως διπλωματικό συντονισμό με τη Γαλλία και τη Ρωσία καθώς η Ελληνική Επανάσταση είχε πλέον μετατραπεί σε γεωπολιτικό ζήτημα. Το Λονδίνο όπως απέδειξαν τα μετέπειτα γεγονότα στήριξε τους επαναστάτες με διαφόρους τρόπους.

Τον Ιούλιο του 1824 ο αιγυπτιακός στόλος απέπλευσε από την Αλεξάνδρεια και μετά από αρκετούς μήνες αναμονής αποβίβασε αιφνιδιαστικά στρατεύματα τον Φεβρουάριο του 1825 στο έδαφος της Πελοποννήσου. Η επανάσταση κινδύνευσε να σβήσει μετά από τις σαρωτικές νίκες των εκπαιδευμένων από Ευρωπαίους αιγυπτιακών στρατευμάτων. Η πτώση του Μεσολογγίου το 1826 και τα γεγονότα που επακολούθησαν την κατάληψή του, οι ωμότητες και η σκληρότητα των Αιγυπτίων, συγκλόνισαν τους Φιλέλληνες. Όμως απαιτείτο η λήψη δραστικών μέτρων και η διαιρεμένη από τις εμφύλιες διαμάχες ελληνική κυβέρνηση δεν μπορούσε να δώσει στρατιωτική λύση σύντομα..

Η διασφάλιση της επιτυχίας της Επανάστασης επιβεβαιώθηκε με την αποστολή γαλλικού εκστρατευτικού σώματος στην Πελοπόννησο(1828-1833), ενώ η  μεταστροφή του αγγλικού παράγοντα υπέρ της ελληνικής ανεξαρτησία μαζί και η αγγλο-γαλλική επέμβαση, πέραν των άλλων, αιτιολογούνταν και από την διαφαινόμενη έκρηξη του ρώσο-τουρκικού πολέμου, που είχε ήδη προεξοφληθεί μετά τη συμμετοχή των Ρώσων στη Ναυμαχία του Ναβαρίνου, καθώς οι δύο κυρίαρχες δυτικοευρωπαϊκές δυνάμεις επεδίωκαν την διασφάλιση του ελληνικού παράγοντα προτού η Ρωσία επιβάλει την δική της διευθέτηση και απειλήσει τα Στενά του Βοσπόρου, αποκόπτοντας τις ευρωπαϊκές οθωμανικές επαρχίες, αποκτώντας η ίδια πρόσβαση στις θερμές θάλασσες. Στις 20 Οκτωβρίου 1827 ο Ιμπραήμ παρακολούθησε την ολοσχερή καταστροφή της ναυτικής του ισχύος στο Ναβαρίνο. Ένα χρόνο μετά εξαναγκάστηκε να εγκαταλείψει την Ελλάδα και να επιστρέψει ηττημένος στην Αίγυπτο, εφαρμόζοντας  τους όρους της Συνθήκης της Κων/πολης.

Οι επιτελείς της Μεγάλης Βρετανίας, διαβλέποντας έγκαιρα την άνοδο της ισχύος του Ιμπραήμ ενορχήστρωσαν μια σειρά μέτρων με έμφαση στην απόκτηση ναυτικής υπεροπλίας από τους Έλληνες (σ.σ. το ζήτημα των δανείων και της κατασπατάλησής τους χρήζει άλλης αναφοράς) και στην ενίσχυση της παρουσίας του Βασιλικού Ναυτικού στις ελληνικές θάλασσες. Το Λονδίνο δεν είχε άλλη λύση παρά να επιδιώξει την καταστροφή της ναυτικής ισχύος των Αιγυπτίων πριν ο Ιμπραήμ κατορθώσει και εξασφαλίσει τις χερσαίες επιτυχίες Υπό αυτό το πρίσμα η φιλοδοξία και η εμπλοκή του Ιμπραήμ στα γεγονότα της Ελληνικής Επανάστασης λειτούργησε καταλυτικά υπέρ αυτής και παρά τα καταστροφικά αποτελέσματα που επέτυχε σε βάρος των Ελλήνων, μετετράπη από μειονέκτημα σε γεωπολιτικό  πλεονέκτημα..

Η γεωστρατηγική αξία της Ελλάδας είχε για μια ακόμη φορά μεταβάλλει τον ρου της ιστορίας σε συνδυασμό με τη ψυχή, το πνεύμα και την αγωνιστικότητα των εξεγερμένων Ελλήνων, οι οποίοι την πιο μαύρη ώρα του Αγώνα, βρήκαν στο πρόσωπο του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη τον ιδανικό ηγέτη που επέτρεψε στο μαχόμενο έθνος να κερδίσει τον πολύτιμο χρόνο που απαιτείτο, για την οριστική ήττα των εισβολέων.

* Mαθηματικός και αρθρογράφος

 

Διαβάστε ακόμα