Από πολλές απόψεις, η ενεργή προώθηση της ιδέας για την εγκατάσταση θαλασσίων αιολικών πάρκων, που βρίσκει ολοένα και περισσότερους θιασώτες τόσο ανάμεσα στον κόσμο της αγοράς, όσο και, το πιο σημαντικό, μεταξύ των θεσμικών διακρατικών φορέων στην Ευρώπη, αποτελεί το αμάγαλμα των όσων χώρες όπως η Ελλάδα, σχεδιάζουν να εφαρμόσουν στο αμέσως προσεχές μέλλον

 

Στόχος είναι η θωράκιση της οικονομίας και της ευμάρειας των πολιτών, μέσω της ενεργειακής αυτάρκειας της χώρας. Αυτό γίνεται πρόδηλο, ιδίως μετά τα νέα μέτρα στρατηγικής για τις θαλάσσιες Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας που ανακοίνωσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή χάρη στην οποία προβλέπεται η αύξηση της ισχύος της από 12 γιγαβάτ σήμερα, σε 60 γιγαβάτ έως το 2030 και 300 γιγαβάτ έως το 2050, έτσι ώστε να καταστεί η σημαντικότερη πηγή παραγωγής ηλεκτρισμού που θα καταναλώνει η Ευρώπη έως το 2040.

Προς τούτο απαιτείται μεγάλη προετοιμασία όλων των κλάδων ιδίως όμως της αιολική ενέργειας, αφού η 25 φορές αύξηση των θαλάσσιων αιολικών πάρκων στην Ευρώπη απαιτεί σημαντικές επενδύσεις σε υποδομές, σε θαλάσσιες ηλεκτρικές διασυνδέσεις και σε ενισχύσεις των χερσαίων δικτύων. Επίσης, απαιτούνται επενδύσεις σε λιμενικές εγκαταστάσεις ύψους 6,5 δισ. ευρώ την επόμενη δεκαετία.

Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία, για το τελευταίο εξάμηνο του 2020, στην Ελλάδα τα εγκατεστημένα χερσαία αιολικά ήταν ισχύος λιγότερο από 4 γιγαβάτ (3.884), με το 2019 να αποδεικνύεται έτος-ρεκόρ και το τρέχον να κινείται υψηλότερα από τον μέσον όρο της τελευταίας 10ετίας.

Το ενδιαφέρον στην περίπτωση της χώρας βρίσκεται στην κατανομή, αφού η κοινή γνώση θέλει τον αιολικό πλούτο μας να βρίσκεται στο ανατολικό τμήμα, δηλαδή στο Αιγαίο, όπου είναι οικονομικά βιώσιμες, λόγω των διασυνδέσεων που πραγματοποιήθηκαν τις τελευταίες δεκαετίες, οι εγκαταστάσεις δεν έχουν γίνει εκεί, αλλά στο δυτικό τμήμα.

Με δεδομένη την πρόκληση της υλοποίησης των στόχων του επικαιροποιημένου ΕΣΕΚ, που προβλέπει διείσδυση ΑΠΕ 61% στο ενεργειακό ισοζύγιο έως το 2030, ποσοστό που μάλλον θα αυξηθεί μετά την αναθεώρηση του στόχου για μείωση των εκπομπών ρύπων για το 2050, η στρατηγική για τις ΑΠΕ μπορεί να επιτευχθεί, ιδίωςκαθώς έως το 2050 αναμένεται να αυξηθεί ο ρόλος της θαλάσσιας αιολικής ενέργειας στην Ελλάδα.

Το γιατί δεν έχουν γίνει σοβαρά βήματα προς αυτή την κατεύθυνση έως τώρα, οφείλεται κυρίως στο ότι η υπάρχουσα τεχνολογία δεν επέτρεπε την εγκατάσταση θαλάσσιων ανεμογεννητριών, λόγω του μεγάλου βάθους του Αιγαίου, αλλά επίσης, στην έλλειψη υποδομών, στο αδειοδοτικό καθεστώς και φυσικά, λόγω του υψηλού κόστους, αφού τα θαλάσαια αιολικά θεωρούνται ακριβή τεχνολογία, που όμως εμφανίζει ραγδαία πτώση τα τελευταία χρόνια.

Μια σημαντική λύση σε όλα αυτά τα προβλήματα είναι η τεχνολογία των πλωτών αιολικών που μπορούν να κάνουν τη διαφορά, ιδίως σε χώρες όπως η Ελλάδα αλλά και εν γένει στην Μεσόγειο. Οι εκτιμήσεις είναι ότι το 80% του θαλάσσιου αιολικού δυναμικού στην Ευρώπη βρίσκεται σε περιοχές βάθους πάνω από 50-60 μέτρα, που είναι οι πλέον κατάλληλες για την εγκατάσταση πλωτών αιολικών. Το κόστος τους αναμένεται να πέσει κάτω από 60 και ενδεχομένως κάτω από τα 50 ευρώ ανά μεγαβατώρα, στα τέλη της δεκαετίας του 2020.

Η Ευρώπη διαθέτει ήδη δύο μικρά πλωτά αιολικά πάρκα σήμερα, αλλά θα έχει 300 MW έως το 2022 και 7 GW έως το 2030. Η ανάπτυξη αυτή χρειάζεται οικονομική υποστήριξη, την οποία αναγνωρίζει η στρατηγική.

Προοπτικές και ευκαιρίες αιολικής ενέργειας στις ελληνικές θάλασσες

Η θαλάσσια αιολική ενέργεια είναι μια σημαντική ευκαιρία για την Ελλάδα και ειδικά το Αιγαίο Πέλαγος. Εκτός από τα προφανή αναπτυξιακά, ενεργειακά και περιβαλλοντικά οφέλη, μπορεί να καταστήσει τη χώρα εξαγωγό καθαρής ενέργειας, να ενδυναμώσει τη γεωστρατηγική της θέση και να συμβάλει στην εμπέδωση της ασφάλειας και της ειρήνης στην ευρύτερη περιοχή.

Το τελευταίο εξάμηνο του ’20 συνολικά, χερσαία αιολικά ήταν λιγότερο από 4 γιγαβάτ (3.884) το 2019 ήταν έτος-ρεκόρ και το 2020 θα είναι πολύ καλό έτος, όχι τόσο όσο πέρυσι, αλλά πολύ περισσότερο από τον δεκαετή μέσον όρο. Η κατανομή έχει ενδιαφέρον αφού ενώ όλοι πιστεύαμε ότι ο αιολικός πλούτος βρίσκεται στο ανατολικό τμήμα της χώρας, Αιγαίο, λόγω των διασυνδέσεων τις τελευταίες δεκαετίες, εν τούτοις οι εγκαταστάσεις δεν έχουν γίνει εκεί αλλά  στο δυτικό τμήμα , και όχι εκεί που είναι οικονομικά βιώσιμες.

Μπροστά μας έχουμε την πρόκληση της υλοποίησης των στόχων του επικαιροποιημένου ΕΣΕΚ που προβλέπει διείσδυση ΑΠΕ 61% στο ενεργειακό ισοζύγιο έως το  2030, ποσοστό που μάλλον θα αυξηθεί μετά την αναθεώρηση του στόχου για μείωση των εκπομπών ρύπων για το 2050.Είναι ρεαλιστικός ο στόχος για τις ΑΠΕ, και ιδίως για το 2050 στο πλαίσιο αυτό ο ρόλος της θαλάσσιας αιολικής ενέργειας στην Ελλάδα έχει να παίξει καίριο ρόλο.

Στον χάρτη του αιολικού δυναμικού της Μεσογείου υπάρχουν δύο κεντρικές περιοχές ενδιαφέροντος, ο Κόλπος του Λέοντα και του Αιγαίου. (βλέπε γράφημα)

Γιατί δεν αξιοοποιήθηκε στο Αιγαίο λόγω τεχνολογίας, λόγω του μεγάλου βάθους του, ενώ στην βόρεια Ευρώπη τα θαλάσσια αιολικά είναι πακτωμένα στπον πυθμένα σε βάθη 40-50 μέτρων το πολύ. Επίσης, λόγω έλλειψης διασυνδλεσεων και υποδομών σε λιμάνια και ναυπηγεία, ακόμη θέματα περιορισμών αδειοδοτήσεων αφού από το 2012 δεν επιτρέπεται η υποβολή αδειοδοτήσεων για νέα θαλάσσια αιολικά, καθώς ακόμη, ευσαίσθητα εθνικά θέματα και φυσικά θέμα κόστους (θεωρείται ακριβή τεχνολογία αλλά με ραγδαία πτώση τα τελευταία χρόνια σε σύγκριση με τα χερσαία)

Την τελευταία 5ετία να λύσει αυτά τα προβλήματα η τεχνολογία των πλωτών αιολικών μπορούν να κάνουν τη διαφορά ιδίως σε χώρες όπως η Ελλάδα και εν γένει στην Μεσόγειο. Σε λίγο θα δούμε τα πρώτα εμπορικά θαλάσαια αιολικά, με τραπεζικές χρηματοδοτήσεις. Στην Ελλάδα θα έχει μεγάλη εγχώρια προστιθέμενη αξία αφού αξιοποιεί μια παραδοσιακή εφοδιαστική αλυσίδα (ναυτιλία, ναυπηγεία, πολύ αναπτυγμένη βιομηχανία κατασκευής καλωδίων κατάλληλων για πλωτά θαλάσσια αιολικα).

Οι εκτιμήσεις είναι ότι το 80% του θαλάσσιου αιολικού δυναμικού στην Ευρώπη βρίσκεται σε περιοχές βάθους πάνω από 50-60 μέτρα, που είναι οι πλέον κατάλληλες για τα πλωτά αιολικά.   Το κόστος αναμένεται να πέσει κάτω από 60 (και να πλησιάζουν τα 50 ευρώ ανά μεγαβατώρα στα πλωτά αιολικά, στα τέλη της δεκαετίας του 2020.

Ωστόσο, για χώρες όπως η Ελλάδα οι διαδικασίες αναμένεται να είναι περισσότερο χρονοβόρες, καθώς εκτός από τις απαραίτητες νομοθετικές προσαρμογές για την προώθηση της υπεράκτιας αιολικής ενέργειας στην Ελλάδα, απαιτούνται, επίσης να εκπονηθούν μελέτες  που θα αξιολογούν τη διεθνή εμπειρία στο κανονιστικό πλαίσιο για την ανάπτυξη υπεράκτιων αιολικών πάρκων και θα διερευνούν τα νομικά ζητήματα που προκύπτουν για το θαλάσσιο χωροταξικό σχεδιασμό και χρήση στη θάλασσα. Μεταξύ άλλων θα πρέπει να απαντηθούν καίρια ερωτήματα, όπως είναι το  πώς θα εξασφαλίζει ένας επενδυτής δικαίωμα ανάπτυξης και υλοποίησης του έργου σε μια θαλάσσια περιοχή, το ποιος θα είναι υπεύθυνος κατά τη διάρκεια των διαφόρων σταδίων του σχεδιασμού, της μηχανικής και της αδειοδότησης ενός έργου υπεράκτιων αιολικών, πώς θα λειτουργεί η  σύνδεση πλέγματος αλλά και το πώς και πότε θα καθορίζεται η αποζημίωση ή / και η επιχειρησιακή ενίσχυση του έργου.

Όλα αυτά τα ζητήματα  αποτελούν τους βασικούς άξονες  πάνω στους οποίους θα βασίζεται η συνολική ρύθμιση για τα θαλάσσια αιολικά πάρκα που επεξεργάζεται το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας και αναμένεται να παρουσιαστεί υπό μορφή νομοθετικού μπλαισίου από το επόμενο έτος. Όπως είπε προ ημερών, η Γενική Γραμματέας Ενέργειας και Ορυκτών Πρώτων Υλών, Αλεξάνδρα Σδούκου, στην εισαγωγική της τοποθέτηση σε ημερίδα της Ελληνικής Επιστημονικής Ένωσης Αιολικής Ενέργειας (ΕΛΕΤΑΕΝ) με αντικείμενο το θεσμικό πλαίσιο των offshore αιολικών πάρκων, υπάρχει επιχειρηματική λογική στην ανάπτυξη τέτοιων πάρκων, αφού πρόσφατη προμελέτη για λογαριασμό της           Κομισιόν, προβλέπει ότι το κόστος ηλεκτρικής ενέργειας από πλωτά αιολικά στην Ελλάδα θα είναι 76 ευρώ ανά μεγαβατώρα το 2030, και 46 ευρώ ανά μεγαβατώρα το 2050. «Η ίδια μελέτη υπολογίζει το διαθέσιμο θαλάσσιο δυναμικό για πλωτά αιολικά  στη χώρα μας στα 263 γιγαβάτ», τόνισε.

«Αγκάθι» το νομικό καθεστώς του Αιγαίου

Το energia.gr ζήτησε από κορυφαίο στέλεχος της αγοράς να σχολιάσει τις εξελίξεις και να αναδείξει τα προβλήματα που προκύπτουν στην πορεία προς την ευόδωση αυτού του φιλόδοξου στόχου, ιδίως καθώς στο Αιγαίο υπάρχει το γνωστό γεωστρατηγικό και εθνικό πρόβλημα με την Τουρκία.   

Όπως υποστήριξε, είναι βέβαιο ότι στην αιγιαλίτιδα ζώνη, δηλαδή, στα 6 ναυτικά μίλια δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα. Πέραν όμως των 6 ναυτικών μιλίων εγείρεται το ερώτημα του αν χρειαζόμαστε ΑΟΖ ή όχι. Σίγουρα η ΑΟΖ διευκολύνει, ειδικά όταν μιλάμε για πλωτές ανεμογεννήτριες που δεν κάνουν χρήση του πυθμένα. Άρα το πιο πιθανό είναι ότι θεωρείται πως δεν επεμβαίνουν στην υφαλοκρηπίδα και επομένως δεν τίθεται θέμα, ακόμη και αν η αγκύρωση εισέρχεται σε βάθος 10 μέτρων, σύμφωνα με την γνώμη έγκριτων καθηγητών της Νομικής.

«Αναφερόμαστε σε πλωτές ανεμογεννήτριες σε ένα θαλάσσιο χώρο που αυτή τη στιγμή είναι ανοικτή θάλασσα και αύριο μπορεί να είναι ΑΟΖ. Αυτός ο συλλογισμός δημιουργεί αυτόματα ένα κίνδυνο και μια ευκαιρία. Αν η περιοχή που μας ενδιαφέρει αποτελεί  ανοικτή θάλασσα και δεν χρειάζεται ΑΟΖ για να αγκυρωθεί μια πλωτή ανεμογεννήτρια, μπορεί, απολύτως νόμιμα, να έλθει ο οιοσδήποτε και να ξεκινήσει εμπορικές δραστηριότητες με πλωτά αιολικά, ή να παράξει υδρογόνο» τόνισε.  

Κατά την άποψη του ιδίου, η χώρα πρέπει να βασίσει τις ενέργειές της στο θέμα των πλωτών αιολικών στην ύπαρξη των 6 ν.μ, υπό την έννοια ότι προκειμένου να ξεκινήσουν οι διεργασίες για την εμπορική χρήση ενός τέτοιου project, δεν θα χρειάζεται να σχεδιάσουμε έργα πέραν των 6 ν.μ, καθώς υπάρχουν αρκετές περιοχές εντός αυτής της θαλάσσιας ζώνης που μπορούν να αναπτυχθούν και να υλοποιηθούν, τόσο πακτωμένα έργα στον πυθμένα, όσο και  πλωτά αιολικά. «Γι’ αυτό πρέπει να ξεκινήσει η διαδικασία από τα 6 ν.μ. ακριβώς για να μην περιπλακεί η ιστορία της ανάπτυξης των πλωτών αιολικών πάρκων με γενικότερα εθνικά θέματα», υπογράμμισε και κατέληξε: «Το κομμάτι της ΑΟΖ είναι σαφώς πιο περίπλοκο ιδίως όταν απέναντί μας βρίσκεται η Τουρκία.  Στην Σκωτία, και σε όλη τη Β. Θάλασσα και στην Βαλτική, για παράδειγμα τα πάρκα που έχουν αναπτυχθεί, ακόμη και σε απόσταση 25 ναυτικών μιλίων από τις ακτές, έχουν κατασκευαστεί επειδή υπάρχουν καθορισμένες ΑΟΖ.  

Εγκατεστημένη υπεράκτια αιολική χωρητικότητα στην Ευρώπη  

Βέλγιο:  6 αιολικά πάρκα συνολικής ισχύος 1, 6 GW και 2 νέα υπεράκτια αιολικά πάρκα συνολικής ισχύος 706 MW που έχουν προγραμματιστεί για το 2020. Πρόβλεψη για νέα 2 GW για το 2030.

Γερμανία: Έχει ήδη επιτευχθεί ο στόχος των 6,5 GW για το 2020. Στόχος για το 2030 είναι η αύξηση της συνολικής εγκατεστημένης χωρητικότητας σε 20 GW.

Δανία: Το πρώτο πάρκο κατασκευάστηκε το 1991. Η εγκατεστημένη χωρητικότητα αναμένεται να διαμορφωθεί σε περίπου 2,5 GW το 2020. Επιπλέον 3 αιολικά πάρκα μεγάλης κλίμακας, συνολικής ισχύος 2,4 GW έχουν προγραμματιστεί έως το 2030

Γαλλία: Παρά τις καλές δυνατότητες και το ενδιαφέρον που εκδηλώνεται  εδώ και πολλά χρόνια, δεν υπάρχει εγκατάσταση υπεράκτιου αιολικού πάρκου. Αυτό οφείλεται κυρίως στις πολύπλοκες διαδικασίες αδειοδότησης και στις έντονες αντιθέσεις των περιβαλλοντικών οργανώσεων. Μετά τις αλλαγές στο νομοθετικό πλαίσιο, πραγματοποιήθηκαν τρεις γύροι υποβολής προσφορών για υπεράκτια αιολικά και έως σήμερα έχουν παραχωρηθεί συνολικά 3,5 GW ισχύος. Ο στόχος για το 2030 είναι η ισχύς να αυξηθεί στα 10 GW.  Η Γαλλία ενδιαφέρεται πολύ για πλωτές ανεμογεννήτριες και ήδη 4 πιλοτικά έργα, συνολικής ισχύος 24 ΜW, επιλέχθηκαν από τη γαλλική κυβέρνηση για εγκατάσταση στην Μεσόγειο και την Βρετάνη και αναμένεται να λειτουργήσουν το 2021. Έως  τώρα μόνο ένα ανάλογο έργο, χωρητικότητας 2 MW, έχει εγκαινιαστεί τον Οκτώβριο του 2017

Ολλανδία: 1 GW εγκατεστημένο και αναμένεται η εγκατάσταση επιπλέον 4,5 GW, έως το 2023. Στόχος έως το 2030 είναι να έχουν εγκατασταθεί 11,5 GW υπεράκτιων και πλωτών αιολικών.

Ηνωμένο Βασίλειο: Είναι η μεγαλύτερη υπεράκτια αιολική αγορά στον κόσμο, με περισσότερα από 30 ανάλογα έργα να λειτουργούν σήμερα. Στόχος τα 40 GW έως το 2030 με παράλληλη εγκατάσταση πλωτών ανεμογεννητριών.