Ο (σχετικά) νέος πρόεδρος της Επιτροπής Ανταγωνισμού Γιάννης Λιανός τάραξε λιμνάζοντα νερά ανακοινώνοντας αυτό που, λίγο ή πολύ, γνωρίζαμε: η Ελλάδα έχει πολύ ακριβές τηλεπικοινωνίες. Η Ελλάδα κατατάσσεται ως μία από τις πιο ακριβές χώρες της Ε.Ε. και του ΟΟΣΑ στις ετήσιες μελέτες σύγκρισης τιμών παροχής υπηρεσιών ευρυζωνικού κινητού δικτύου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού του κ. Λιανού, 

μία ημέρα πριν δώσει στη δημοσιότητα νέα μελέτη για την αγορά τηλεπικοινωνιών στην Ελλάδα, έστειλε επιστολή σε τρεις υπουργούς της κυβέρνησης ζητώντας να εκχωρηθεί στην Επιτροπή Ανταγωνισμού η αρμοδιότητα του ελέγχου του ανταγωνισμού στις τηλεπικοινωνίες και στα ταχυδρομεία. Την αρμοδιότητα ασκεί σήμερα η Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ).

Σύμφωνα με λεπτομερές ρεπορτάζ του Βαγγέλη Μανδραβέλη στην «Κ» της 9.5.2020, παραλήπτες υπουργοί ήσαν ο Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης, Ανάπτυξης Αδωνις Γεωργιάδης και Ψηφιακής Διακυβέρνησης Κυριάκος Πιερρακάκης.

Θυμίζω, για την ιστορία, ότι η αρμοδιότητα για τον έλεγχο της τήρησης των κανόνων του ανταγωνισμού παραχωρήθηκε στην ΕΕΤΤ στην ίδρυσή της με τον νόμο 2075/1992 που φέρει την υπογραφή μου. Ο θεσμικός αυτός νόμος έθεσε τα θεμέλια για τις τηλεπικοινωνίες στην Ελλάδα μετά την κατάργηση του μονοπωλίου του ΟΤΕ. Αμέσως μετά, παραχωρήθηκαν οι δύο πρώτες άδειες κινητής τηλεφωνίας.

Πολύ γρήγορα ο θεσμός της ΕΕΤΤ ως ανεξάρτητης αρχής κακοφόρμισε. Το ΠΑΣΟΚ σε επίδειξη έμφυτης αθλιότητας, αλλά ίσως παρωθούμενο και από ιδιοτελή συμφέροντα, έδιωξε τα μέλη της ανεξάρτητης αρχής, παρότι είχαν 5ετή θητεία, και διόρισε τους «δικούς» του. Από την πρώτη στιγμή δηλαδή, το ΠΑΣΟΚ υπονόμευσε τον θεσμό. Με την ανοχή δυστυχώς της Δικαιοσύνης.

Τις τελευταίες ημέρες είχαμε ένα παράδειγμα της σημασίας των θεσμών. Ο ΣΥΡΙΖΑ ως κυβέρνηση έκανε ό,τι μπορούσε για να διώξει τον κ. Στουρνάρα από την Τράπεζα της Ελλάδος. Ευτυχώς δεν μπόρεσε, διότι η διοίκηση της ΤτΕ προστατεύεται από εξω-ελλαδικούς θεσμούς. Και τώρα η τωρινή κυβέρνηση ανανέωσε τη θητεία του για άλλα 6 χρόνια αναδεικνύοντας τη σημασία της μακροχρόνιας ηγεσίας σε μια καίρια θέση. Μακάρι να συνειδητοποιούσε η κυβέρνηση τη σημασία της μακροχρόνιας ηγεσίας και σε άλλους τομείς. Π.χ. στη Δικαιοσύνη, όπου οι επικεφαλής παραμένουν για μικρό χρονικό διάστημα προκειμένου να ικανοποιούνται οι φιλοδοξίες των επομένων.

Πώς αντιδρώ στην πρόταση του προέδρου της Επιτροπής Ανταγωνισμού να αναλάβει η υπ’ αυτόν επιτροπή τον έλεγχο του ανταγωνισμού στις τηλεπικοινωνίες; Αρνητικά! Δεν είμαι ευτυχής με το πώς λειτουργεί η ΕΕΤΤ. Μπορεί να βελτιωθεί. Μα είμαι όμως λιγότερο ευτυχής με το πώς λειτουργεί η Επιτροπή Ανταγωνισμού. Δεν βλέπω λοιπόν τη λογική να μεταφέρω μια αρμοδιότητα από μια επιτροπή με προβλήματα σε μια άλλη με περισσότερα.

Η δική μου ανάγνωση της κατάστασης στις τηλεπικοινωνίες, χωρίς το στήριγμα μελετών ή στοιχείων αλλά μόνο με την παρατήρηση, είναι η ακόλουθη: Είμαστε πράγματι μια από τις ακριβότερες ευρωπαϊκές χώρες στις τηλεπικοινωνίες. Επειδή δεν υπάρχει αρκετός ανταγωνισμός; Οχι, υπάρχει ανταγωνισμός που, αν αφεθεί ανεξέλεγκτος, θα επιτρέψει στην Cosmote να καταβροχθίσει τους άλλους.

Τότε γιατί έχουμε τόσο υψηλές τιμές; Επειδή το κράτος ανακάλυψε την αγελάδα (την κινητή τηλεφωνία) για να αρμέγει φόρους. Αδιαφορώντας για τις συνέπειες. Μία από τις συνέπειες είναι ότι η υψηλή φορολογία των τηλεπικοινωνιών κάνει την ελληνική αγορά μη ελκυστική για νέους παίκτες και άρα περισσότερο ολιγοπωλιακή.

Θα περίμενα από την ΕΕΤΤ να βγει από την απομόνωσή της και να καταγγείλει την υψηλή φορολογία ως αιτία για τις υψηλές τιμές και την ολιγοπωλιακή διάρθρωση της αγοράς. Να αποδείξει τώρα και στη συνέχεια ότι είναι πράγματι Ανεξάρτητη Αρχή –όπως την είχα φανταστεί– και ότι δεν καθοδηγείται από υπουργούς και άλλα συμφέροντα.

Σε ό,τι αφορά την Επιτροπή Ανταγωνισμού, θέλω να επισημάνω όσα τόσες φορές έγραψα στην «Κ»: Ενώ στις τηλεπικοινωνίες είμαστε μία από τις ακριβότερες χώρες, στη χονδρική αγορά ρεύματος είμαστε με διαφορά η πιο ακριβή. Σύμφωνα με έκθεση του ΙΕΝΕ (Ινστιτούτο Ενέργειας Νοτιοανατολικής Ευρώπης) για την περίοδο 30/3 μέχρι 5/4/2020, οι τιμές χονδρικής για την ηλεκτρική ενέργεια διαμορφώθηκαν από περίπου 20 ευρώ/MWh για τις περισσότερες δυτικοευρωπαϊκές χώρες, 26 ευρώ/MWh για τις πρώην ανατολικοευρωπαϊκές και σε 34 ευρώ/MWh για την Ελλάδα!

Σκεφτείτε, οι Γερμανοί βιομήχανοι ξεκινούν με χονδρική τιμή 19,59 ευρώ/MWh, οι Ελβετοί με 20,07 ευρώ/MWh και οι Ελληνες με 34,13 ευρώ/MWh! Οι απίστευτες αυτές διαφορές («Κ» 19.4.2020) δεν συγκίνησαν την Επιτροπή Ανταγωνισμού. Είναι διαφορές που διέλυσαν την ελληνική βιομηχανία. Ο χώρος δεν μου επιτρέπει να παραθέσω πίνακες με τις βιομηχανίες που υπήρχαν το 2010 και δεν υπάρχουν πια. Είναι τα θύματα των ανεξέλεγκτων τιμών ηλεκτρικής ενέργειας. Εταιρείες και εργαζόμενοι. Για τη ρύθμιση της αγοράς ενέργειας υπάρχει άλλη Ανεξάρτητη Αρχή: η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ) που έχει την αρμοδιότητα ελέγχου τήρησης των κανόνων ανταγωνισμού.

Ξεκινώντας πάλι από την πραγματικότητα, χωρίς πρόσβαση σε μελέτες και λοιπά στοιχεία, διαπιστώνω ότι οι πελάτες βιομηχανικού ηλεκτρικού ρεύματος ταλαιπωρούνται, η ΔΕΗ ταλαιπωρείται και οι ιδιώτες παραγωγοί ή και εισαγωγείς ηλεκτρικής ενέργειας ευημερούν. Ευημερούν, επίσης, προστατευμένα από τον ανταγωνισμό, τα διυλιστήρια. Συμπέρασμα δικό μου: Υπάρχει σοβαρό πρόβλημα με τη λειτουργία της ΡΑΕ. Κάτι πρέπει να γίνει με τη ΡΑΕ τόσο σε επίπεδο προσώπων όσο και σε επίπεδο θεσμού.

Και για τις τρεις Αρχές Ανταγωνισμού, Ενέργειας και Τηλεπικοινωνιών, χρειάζεται περισσότερη διαφάνεια και δημοσιότητα, σε μια γλώσσα κατανοητή από το ευρύ κοινό.

* Ο κ. Στέφανος Μάνος είναι πρώην υπουργός Οικονομικών.

(Από την Καθημερινή)