Η Επόμενη Ημέρα για την ΔΕΗ

Οι ανακοινώσεις την περασμένη εβδομάδα από τον ΥΠΕΝ  κ. Κωστή Χατζιδάκη για τις επερχόμενες ριζικές και ανεπίστρεπτες αλλαγές στην οργάνωση και διοίκηση της ΔΕΗ μπορεί να μην αποτέλεσαν κεραυνό εν αιθρία για τους παροικούντες την Ιερουσαλήμ, δεν εμπόδισαν όμως να διαταραχθεί σοβαρά η μακαριότητα του εγχώριου συνδικαλιστικού και επιχειρηματικού κατεστημένου που μάλλον εξεπλάγην από την αποφασιστικότητα της κυβέρνησης.

energia.gr
Δευ, 4 Νοεμβρίου 2019 - 08:10

Με τα μέτρα  που δημοσιοποίησε το ΥΠΕΝ να αποσκοπούν στην εκ θεμελίων ανατροπή του σημερινού ξεπερασμένου μοντέλου λειτουργίας της μεγαλύτερης - από πλευράς απασχολούμενου προσωπικού αλλά όχι από άποψη κύκλου εργασιών- επιχείρησης της χώρας. 

Με τη σημερινή  χρονική συγκυρία να αποτελεί  μια μοναδική στιγμή στην μακρόχρονη εξέλιξη της Επιχείρησης. Και αυτό διότι σήμερα, στο τελευταίο τρίμηνο του 2019 και στο κατώφλι του σημαδιακού 2020, τέμνονται δύο πολύ ευδιάκριτες και καθοριστικές εξελίξεις που έχουν αντίκτυπο στην ΔΕΗ ,θίγουν άμεσα το τρόπο λειτουργίας της και θέτουν εν αμφιβόλω την ίδια την βιωσιμότητα της.

Η πρώτη, και εδώ και καιρό προδιαγεγραμμένη εξέλιξη, αφορά την συνεχιζόμενη μείωση του μεριδίου που ελέγχει η ΔΕΗ στη λιανική αγορά όπου σήμερα έχει μειωθεί περίπου στο 70%. Με το μεγαλύτερο τμήμα των ανταγωνιστών και μεγάλων πελατών της να διαθέτουν δική τους θερμική εγκατεστημένη ισχύ και ήδη να κατασκευάζουν νέες υποδομές ( λ.χ. Μυτιληναίος, Ήρων, Elpedison, Ελβάλ-Χαλκόρ). Οι δε νέοι παραγωγοί και προμηθευτές δεν κρύβουν πλέον τα σχέδια τους να  ανταγωνισθούν την ΔΕΗ σε όλα τα επίπεδα προσφέροντας ποιοτικές και αναβαθμισμένες υπηρεσίες με πολύ ανταγωνιστικό κόστος στον οικιακό και εμπορικό καταναλωτή. Έτσι που σε δύο-τρία χρόνια θα έχουν ορθώσει ανάστημα που θα πείθει και τον πλέον παραδοσιακό πελάτη της ΔΕΗ να τους ακολουθήσει. Για αυτό σήμερα η Επιχείρηση ευρίσκεται αντιμέτωπη μιας κατάστασης που εάν δεν αντιδράσει  άμεσα κινδυνεύει μέσα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα να χάσει το μεγαλύτερο μέρος του πελατολογίου της ( 7 εκατομμύρια συνδέσεις ) που αποτελεί ένα σοβαρό περιουσιακό στοιχείο.

Η δεύτερη οδυνηρή εξέλιξη είναι ότι μέσα στο διάστημα των τελευταίων 18 μηνών η ΔΕΗ απώλεσε το άλλο σοβαρό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα που διέθετε έως πρόσφατα και δεν ήταν άλλο από το φθηνό ρεύμα που παρήγαγε χάρις στους εγχώριους λιγνίτες που με  μονοπωλιακό τρόπο διαχειριζόταν. Η ραγδαία αύξηση του κόστους δικαιωμάτων ρύπων ( από τα € 5,0 τον τόνο που ήσαν για πολλά χρόνια στο σημερινό επίπεδο των € 27,0 -€ 28,0 τον τόνο) είχε ως αποτέλεσμα την μετατροπή της "φθηνής" λιγνιτικής παραγωγής σε ζημιογόνο δραστηριότητα. Με αποτέλεσμα η διοίκηση στην προσπάθεια της να εξοικονομήσει χρήματα, να έχει μειώσει από μόνη της την λειτουργία των λιγνιτικών μονάδων ( σήμερα δια της βίας καλύπτουν το 15% του παραγωγικού μίγματος από το 50% με 60% που ήτο μόλις πριν 3 χρόνια ) με παράλληλη αύξηση της χρήσης φυσικού αερίου ( εισαγόμενου 100% και των εισαγωγών από γειτονικές χώρες σε επίπεδο 20% και άνω). Έτσι η φθηνή ηλεκτρική παραγωγή της ΔΕΗ έχει μετατραπεί σε πανάκριβη με αποτέλεσμα να μην μπορεί να ανταγωνισθεί τους ανεξάρτητους παραγωγούς οι οποίοι δεν έχουν να αντιμετωπίσουν τα τεράστια λειτουργικά έξοδα και το πολυάριθμο προσωπικό της Επιχείρησης.

Οι αποφάσεις και τα μέτρα που εξήγγειλε ο ΥΠΕΝ κ.Χατζιδάκης και αφορούν την άμεση μείωση του υπάρχοντος προσωπικού και το νέο εργασιακό καθεστώς για τους νεοπροσλαμβανόμενους υπαλλήλους, σε συνδυασμό με τη δέσμευση της κυβέρνησης για απολιγνιτοποίηση μέχρι το 2028 που εξήγγειλε ο ίδιος ο πρωθυπουργός τον περασμένο Σεπτέμβριο, (πολύ γρηγορότερα από τις άλλες Ευρωπαϊκές χώρες) αποτελούν στην ουσία μέτρα  έκτακτης ανάγκης με την ελπίδα ότι θα ταρακουνήσουν αρκούντως την Επιχείρηση, τους εργαζόμενους και τις τοπικές κοινωνίες (μεγάλο τμήμα των οποίων έχει πλουτίσει τα τελευταία χρόνια εις βάρος της ΔΕΗ) ώστε να μπορέσουν να αναπτυχθούν τα απαραίτητα αντανακλαστικά για την διάσωση της.

Εάν τελικά καταφέρει να επιβιώσει η ΔΕΗ η επόμενη ημέρα, δηλαδή από το 2022/2023 και μετά θα τη βρει με αισθητά μικρότερη  εγκατεστημένη ισχύ ( μείον 2,500 MW λιγνιτικής ισχύος ενώ δεν θα έχει μπορέσει ακόμα να αυξήσει αυτήν από ΑΠΕ, που είναι στα σχέδια της), μειωμένο προσωπικό σχεδόν κατά 50 % ( 8,000 με 9,000 από το σημερινό 17,000) και με ένα μέρος ( εάν όχι όλο) του ΔΕΔΔΗΕ ιδιωτικοποιημένο. Στόχος η μεταμόρφωση της ΔΕΗ σε μια πολύ μικρότερη (από πλευράς απασχολούμενου προσωπικού) και πλέον ευέλικτης ενεργειακής επιχείρησης, που θα μπορεί να ακολουθήσει τις νέες τάσεις στην αγορά, με πλήρη ψηφιοποίηση, και ικανή να επενδύσει σε νέους τομείς ( πέραν των ΑΠΕ) αξιοποιώντας τα συγκριτικά  πλεονεκτήματα  που εκτιμάται ότι θα αναδειχθούν κατά το επόμενο διάστημα.

Για αυτό τα μέτρα  που προτίθεται να λάβει άμεσα η σημερινή κυβέρνηση δεν αποσκοπούν τόσο στη συρρίκνωση της ΔΕΗ, όπως πολλοί αδαείς έσπευσαν να κατακρίνουν, αλλά αποτελεί ικανή και αναγκαία συνθήκη για την επιβίωση και εκσυγχρονισμό της Επιχείρησης. Χωρίς τη λήψη των ανωτέρω μέτρων, τα οποία πολύ φοβούμεθα ότι γρήγορα θα αποδειχθούν ανεπαρκή και σύντομα θα χρειασθεί η λήψη συμπληρωματικών μέτρων, η ΔΕΗ δεν θα μπορέσει να συνεχίσει απρόσκοπτα τη λειτουργία της για ότι αυτό μπορεί να σημαίνει για την εθνική οικονομία και τους καταναλωτές.