Ο Εξ Ανατολών Κίνδυνος Απείρως Σοβαρότερος: Απαιτείται Νέα Στρατηγική για την Αντιμετώπισή του

Μπορεί αυτή την περίοδο η επικαιρότητα να μονοπωλείται σχεδόν αποκλειστικά από την επικείμενη ψήφιση της συμφωνίας των Πρεσπών, όμως η μεγάλη και πολύ πραγματική απειλή για την εδαφική ακεραιότητα της χώρας μας εξακολουθεί να προέρχεται εξ ανατολών. Και ναι μεν το Μακεδονικό ζήτημα αναφέρεται και αυτό σε εδαφικές απειλές, λόγω του αποδεδειγμένου αλυτρωτισμού των Σκοπίων, πλην όμως ο ατυχής χειρισμός του από τη σημερινή κυβέρνηση μάλλον το ανήγαγε ως θέμα έσχατης εσωτερικής πόλωσης και πολιτικής αντιπαράθεσης παρά ως την πολυπόθητη γέφυρα για μια δίκαιη και συναινετική λύση μεταξύ της Ελλάδος και του βορείου γείτονά της. Έτσι, κινδυνεύουμε σήμερα να βρεθούμε με μια κολοβή συμφωνία που ναι μεν ικανοποιεί τις απαιτήσεις του διεθνούς παράγοντα, αλλά έχει οδηγήσει τη χώρα σε έναν αχρείαστο και βαθύ εσωτερικό διχασμό, ενώ η εφαρμογή της στην πράξη είναι βέβαιο ότι θα έχει δυσκολίες, κινδύνους και εμπλοκές σ’ ένα διεθνές περιβάλλον πρωτοφανούς ρευστότητας.

Τούτων λεχθέντων και της συμφωνίας των Πρεσπών να έχει δρομολογηθεί πλέον για ψήφιση στη Βουλή, όπου εκτιμάται ότι θα περάσει με οριακή πλειοψηφία, η προσοχή μας θα πρέπει να στραφεί προς ανατολάς και τους κινδύνους που υποθάλπει η ακατάσχετη ρητορική του Τούρκου προέδρου Ταγίπ Ερντογάν εις βάρος της χώρας μας και το νεοοθωμανικό δόγμα που πρεσβεύει. Παρά την εντυπωσιακή βελτίωση των οικονομικών και εμπορικών σχέσεων μεταξύ των δυο χωρών τα τελευταία χρόνια -με το ενεργειακό να ευρίσκεται στο επίκεντρο αυτής της βελτίωσης- την αμυντική συνεργασία τους στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ και στην αντιμετώπιση του προσφυγικού και τα διάφορα σύμφωνα φιλίας που έχουν κατά καιρούς υπογραφεί μεταξύ των δύο χωρών, η Άγκυρα δεν χάνει ευκαιρία να προκαλεί την Ελλάδα στο Αιγαίο πότε μέσω της συστηματικής αμφισβήτησης των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων για έρευνες υδρογονανθράκων εντός της ΑΟΖ -που όμως δεν έχουμε προκηρύξει, πολλώ μάλλον οριοθετήσει- αλλά και των χωρικών μας υδάτων και άλλοτε με ωμές εδαφικές διεκδικήσεις μέσω της θεωρίας των γκρίζων ζωνών (βλ. Ίμια και άλυσο νήσων και βραχονησίδων στο Ανατολικό Αιγαίο).

energia.gr
Τρι, 22 Ιανουαρίου 2019 - 11:30

Στην περίπτωση της αμφισβήτησης των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων, η προσφιλής και καθιερωμένη μέθοδος της Άγκυρας είναι η δέσμευση σε τακτική βάση -10 με 12 φορές το χρόνο- ολόκληρων περιοχών πότε στο κεντρικό, πότε στο ανατολικό Αιγαίο και άλλοτε στην περιοχή μεταξύ Κρήτης-Καρπάθου-Ρόδου και νοτιότερα μέχρι το Καστελόριζο, δηλαδή στο μεγαλύτερο μέρος του Αιγαίου, για τη διεξαγωγή ναυτικών ασκήσεων ή γεωφυσικών και σεισμικών ερευνών. Οι εν λόγω περιοχές, χιλιάδων τετραγωνικών χιλιομέτρων η κάθε μία, ναι μεν ευρίσκονται στα διεθνή ύδατα, αλλά σαφώς εντός της ελληνικής ΑΟΖ, δεσμεύονται μέσω των γνωστών ναυτικών οδηγιών NAVTEX για χρονικά διαστήματα από δύο εβδομάδες μέχρι και δύο μήνες! Περίοδος κατά την οποία η Ελλάδα δεν μπορεί να ασκήσει ουδεμία αμυντική, ερευνητική ή αλιευτική δραστηριότητα. Υπάρχουν δε ολόκληρες περιοχές σε αρκετά σημεία του αιγαιακού χώρου που είναι σχεδόν μόνιμα δεσμευμένες από την Τουρκία, έτσι που στην πράξη να μην ανήκουν πλέον στην ελληνική δικαιοδοσία. Τουρκικά πολεμικά πλοία και ερευνητικά όπως το διαβόητο Barbaros αλωνίζουν κυριολεκτικά τις ελληνικές θάλασσες όχι μόνο στην υποτιθέμενη ελληνική ΑΟΖ, αλλά και εντός των χωρικών μας υδάτων, τα οποία κατά παράδοξο τρόπο περιορίζονται στα 6 ναυτικά μίλια, ενώ όλες οι άλλες χώρες (πλην της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο) έχουν επεκτείνει την αιγιαλίτιδα ζώνη τους στα 12 ν.μ. όπως δικαιούνται να πράξουν από τα προβλεπόμενα στο Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS).

Όσο προχωρούν οι έρευνες στην Ανατολική Μεσόγειο και ανακαλύπτονται διαρκώς νέα κοιτάσματα σε Αίγυπτο, Κύπρο, Ισραήλ, και ελπίζουμε σύντομα στη Δυτική Ελλάδα στο Ιόνιο και νότια της Κρήτης,τόσο η Τουρκία θα αυξάνει την επιθετικότητά της, απειλώντας ακόμη και ένοπλες επεμβάσεις, όπως συνέβη πριν από ένα περίπου χρόνο στην κυπριακή ΑΟΖ στο τεμάχιο 3, όταν κατάφερε να ματαιώσει τις έρευνες της ιταλικής ΕΝΙ. Με την ευρύτερη περιοχή να παρουσιάζει πλέον σοβαρό υδρογονανθρακικό ενδιαφέρον, η Άγκυρα νιώθει ολοένα και πλέον απομονωμένη, αφού δε συμμετέχει στο νέο πετρελαϊκό πλούτο, για αυτό και σπεύδει να προμηθευτεί πολυδάπανα γεωτρύπανα και διακηρύσσει urbit et orbit την πρόθεσή της να εξασφαλίσει και αυτή κοιτάσματα, ακόμα και καταπατώντας τις νόμιμα οριοθετημένες ΑΟΖ άλλων κρατών.

Είναι ηλίου φαεινότερο ότι προκειμένου να σταματήσει η τουρκική προκλητικότητα, η οποία εάν αφεθεί ανεξέλεγκτη θα οδηγήσει μοιραία στον εδαφικό ακρωτηριασμό, θα πρέπει η Αθήνα να εγκαταλείψει το ασάλευτο δόγμα των τελευταίων 40 και κάτι ετών του "δεν παραχωρούμε τίποτα και δε διεκδικούμε τίποτα" που έχει κυριολεκτικά στοιχειώσει την εξωτερική μας πολιτική, ενισχύοντας υπέρμετρα το φοβικό μας σύνδρομο. Για αυτό, η Ελλάδα θα πρέπει επιτέλους να ξεκινήσει να διεκδικεί τη νόμιμο μοίρα κατ’ εφαρμογή των διατάξεων της UNCLOS -και αγνοώντας το νομικά άκυρο casus belli της Τουρκίας- επεκτείνοντας σε πρώτη φάση τα χωρικά της ύδατα μέχρι τα 12 νμ, όπου αυτό είναι γεωγραφικά εφικτό. Ξεκινώντας από τα παράλια της ηπειρωτικής Ελλάδος, από τα σύνορα με την Αλβανία μέχρι την Ανατολική Θράκη, και σε δεύτερη φάση σε Κρήτη και ακολούθως στα νησιά του Ιονίου και του Αιγαίου. Η ανακήρυξη ΑΟΖ σε όλη την επικράτεια θα πρέπει αναπόφευκτα να ακολουθήσει, αφού όμως προηγουμένως έχουμε διασφαλίσει την επέκταση των χωρικών μας υδάτων. Εξάλλου μετά την επέκταση της αιγιαλίτιδας ζώνης, ο εναπομείνας χώρος μειώνεται σε επιφάνεια σημαντικά, καθιστώντας απείρως ευκολότερη την οριοθέτηση της ΑΟΖ.

Με άλλα λόγια, θα πρέπει κάποτε η Ελλάδα να αρχίσει να διεκδικεί αυτά που νόμιμα της ανήκουν χρησιμοποιώντας όλες τις διεθνώς αναγνωρισμένες μεθόδους και τακτικές, επιλέγοντας το βέλτιστο χρονικό διάστημα, αφού προηγουμένως θα έχει προχωρήσει στις απαραίτητες συνεννοήσεις με διεθνείς οργανισμούς και συμμαχικές χώρες. Καιρός είναι η Ελλάδα να σταματήσει να το παίζει ουδέτερη και εσαεί βαλλόμενη και να αρχίσει να ορθώνει το ανάστημά της, το οποίο μπορεί να είναι χαμηλότερο από αυτό της Τουρκίας σε απόλυτους αριθμούς, δεν είναι όμως ευκαταφρόνητο σε διεθνές επίπεδο, δεδομένης της ελληνικής διασποράς και του ειδικού βάρους της ελληνικής ναυτιλίας. Με άλλα λόγια, θα πρέπει να σταματήσουμε να είμαστε το "καλό παιδί" και να αρχίσουμε επιτέλους να διεκδικούμε, αποχαιρετώντας τη μέχρι τώρα προσκόλλησή μας στην κατευναστική πολιτική των τελευταίων δεκαετιών. Αυτός φαίνεται ότι είναι ο μόνος δρόμος αντιμετώπισης της διογκούμενης τουρκικής προκλητικότητας, η οποία αν αφεθεί ανεξέλεγκτη αργά ή γρήγορα θα οδηγήσει στη συρρίκνωση του εθνικού μας χώρου.