Εάν υποθέσουμε ότι ενεργειακή μετάβαση είναι η αναγκαία φάση της ενεργειακής εξέλιξης του ανθρώπου προς ένα φαντασιακό περιβάλλον μηδενικών ρύπων, αέναης  παραγωγής καθαρής ενέργειας, ενός πλούσιου οικολογικά πλανήτη  και ενός απόλυτα διασυνδεδεμένου κόσμου, τότε το φυσικό αέριο αποτελεί αναμφίβολα έναν από τους απαραίτητους συνδετικούς κρίκους.

Και αυτό γιατί σύμφωνα με τα πλέον πρόσφατα στατιστικά στοιχεία υπάρχει υπερεπάρκεια αποθεμάτων ικανά να ικανοποιήσουν τις αυξανόμενες ενεργειακές ανάγκες του πλανήτη τα επόμενα 30 με 50 και χρόνια -περίοδος  που σύμφωνα με τα περισσότερα σενάρια  θα χρειασθεί για να μεταβούμε στο επόμενο στάδιο της ενεργειακής μας κατάστασης - ενώ παράλληλα διασφαλίζουν  χαμηλότερους ρύπους σε σύγκριση με τα "κακά" ορυκτά καύσιμα που πρέπει να  εξοβελιστούν, όπως το κάρβουνο και το πετρέλαιο.

 

 

Με την υποσημείωση βέβαια ότι χωρίς το ιστορικό υπόβαθρο και την ερευνητική και γεωτρητική τεχνολογία  που αναπτύχθηκε μέσα από τις πολυετείς και συστηματικές προσπάθειες εξεύρεσης  και εκμετάλλευσης  του πετρελαίου, δεν θα είχαν προκύψει τα αποθέματα αλλά και μια πλέον αποτελεσματική εκμετάλλευση του φυσικού αερίου. Το οποίο σε σύγκριση με το ρυπογόνα πετρέλαιο και άνθρακα θεωρείται μάλλον ένα 'αγνό´ και ευγενές καύσιμο αφού παράγει περίπου ένα 50% των ρύπων που εκπέμπει το βρόμικο κάρβουνο.

Μελετώντας την διαμόρφωση του παγκόσμιου ενεργειακού ισοζυγίου παρατηρούμε ότι πράγματι το φυσικό αέριο έχει επιτύχει μία αξιόλογη διείσδυση αφού σήμερα, βάσει στοιχείων του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (ΙΕΑ), συμμετέχει με  ένα ποσοστό 22,2% στην παγκόσμιο ενεργειακή κατανάλωση (world primary energy demand) από ένα 20,7% το έτος 2000 και από το πολύ μικρότερο ποσοστό του 15% το 1970.  Μάλιστα τα σενάρια του εν λόγω οργανισμού για την μελλοντική εξέλιξη της ενεργειακής ζήτησης φέρουν το φυσικό αέριο να αυξάνει το ποσοστό του στο 25% το 2040 τόσο στο λεγόμενο New Policies Scenario όσο,και στο σενάριο "βιώσιμης ανάπτυξης".

 

 

Άρα, η συμβολή του φυσικού αερίου εμφανίζεται καθοριστική ως ενός βασικού πυλώνα στήριξης, μαζί με τις ΑΠΕ και την πυρηνική ενέργεια, στην γιγαντιαία προσπάθεια μετασχηματισμού του ενεργειακού συστήματος, κατά τα επόμενα χρόνια. Καθώς θα  επιχειρείται ο πλήρης εξοβελισμός του "κακού και ρυπογόνου" άνθρακα και του ""επικίνδυνου " πετρελαίου. Εάν υποθέσουμε ότι ο κόσμος αποφασίσει να κινηθεί βάσει των προβλέψεων του σεναρίου "βιώσιμης ανάπτυξης" του ΙΕΑ, τότε το 2040 το πετρέλαιο θα καλύπτει το 23% της παγκόσμιας ενεργειακής ζήτησης (όπου ένα μεγάλο μέρος της κατανάλωσης θα αντιστοιχεί στα πετροχημικά και στις μεταφορές αφού δεν θα έχουν αντικατασταθεί στο σύνολο τους από την ηλεκτροκίνηση) το μερίδιο του άνθρακα θα έχει συρρικνωθεί στο 11,6 % ( αφού σε πολλές περιπτώσεις η καύση του θα εξακολουθεί να είναι οικονομικά συμφέρουσα παρά τα βαριά πρόστιμα που θα έχουν επιβληθεί από όλες τις χώρες) ενώ το μερίδιο των ΑΠΕ θα έχει εκτοξευθεί στο 30,3 % , με την διείσδυση τους υποστηριζόμενη από την πυρηνική ενέργεια στην ηλεκτροπαραγωγή, αφού το ποσοστό της θα έχει αυξηθεί δραματικά από το 4,9% σήμερα στο 9,4% το 2040.

Συμπερασματικά, βλέπουμε ότι το φυσικό αέριο θα συμμετέχει με ένα σταθερό 25% στο παγκόσμιο ενεργειακό μίγμα σε όλα  τα σενάρια, αποτελώντας τρόπο τινά την βάση πάνω  στη οποία έρχονται και "κουμπώνουν" οι ΑΠΕ με την διακριτική αλλά απόλυτα αναγκαία υποστήριξη της πυρηνικής ενέργειας. Αφού στον κρίσιμο τομέα της ηλεκτροπαραγωγής είναι το φυσικό αέριο μαζί με την πυρηνική ενέργεια που θα παρέχουν το απαραίτητο base load χωρίς το οποίο απλούστατα δεν δύνανται να λειτουργήσουν οι ΑΠΕ. Βέβαια οι φανατικοί οπαδοί των Ανανεώσιμων Πηγών πρεσβεύουν ότι το πρόβλημα της διακοψιμότητας στην ηλεκτροπαραγωγή από ΑΠΕ θα λυθεί ως δια μαγείας με την "τεράστια" ανάπτυξη των συστημάτων αποθήκευσης με μπαταρίες αφού, λόγω της  προβλεπόμενης μεγάλης μείωσης του κόστους αυτές θα μοιράζονται σχεδόν δωρεάν, υπό μορφή διαφημιστικών δώρων, από τις εταιρείες. Μια θεωρία όμως που δεν λαμβάνει καθόλου υπόψη το τεράστιο κόστος και σοβαρούς περιβαλλοντικούς περιορισμούς, που ενέχει η ανεξέλεγκτη ανάπτυξη των συστημάτων αποθήκευσης ηλεκτρισμού. Επιπλέον κάποιος θα πρέπει να παράγει την ενέργεια που θα αποθηκεύεται στις μπαταρίες και αυτός νομοτελειακά δεν μπορεί να είναι μόνο οι ΑΠΕ. Με άλλα λόγια περιβαλλοντικοί περιορισμοί, το υψηλό κόστος αποθήκευσης και το ανταγωνιστικό (πλέον)  κόστος για την παραγωγή και διανομή φ. αερίου, (όπως προκύπτει μετά από πολυετείς και υψηλές επενδύσεις που αποσβένονται σε βάθος χρόνου), καθιστούν πράγματι το φ. αέριο ως το καύσιμο επιλογής (fuel of choice) της βιομηχανίας και όχι μόνο.