Η Ε.Ε. αποφάσισε φέτος να κάνει ένα βήμα πίσω σε ότι αφορά
τα βιοκαύσιμα, γεγονός που αναγκάζει αρκετούς μεγάλους και μικρούς παίκτες του
κλάδου να στραφούν στις αγορές της Αμερικής και της Ασίας.
Πιο αναλυτικά, η Ε.Ε. είχε υιοθετήσει το 2009 τους νέους της
κανονισμούς για τα καθαρά καύσιμα, βάσει των οποίων θα δινόταν έμφαση στα επόμενης
γενιάς βιοκαύσιμα από απόβλητα. Με βάση τις αποφάσεις του 2009, το 10% των καυσίμων
στις μεταφορές θα έπρεπε να είναι βιοκαύσιμα ως το 2020, γεγονός που οδήγησε σε
επενδύσεις από διάφορες επιχειρήσεις ανά την Ευρώπη, όπως η
Novozymes
στη
Δανία και η
Biochemtex
στην Ιταλία.
Η κρίση, όμως, ανάγκασε τις Βρυξέλες να στραφούν και πάλι μακριά
από τα βιοκαύσιμα, σε μια προσπάθεια τόνωσης της βιομηχανίας και περιορισμού
του ενεργειακού της κόστους, όπως υποστηρίζουν οι
Financial
Times. Τον Ιανουάριο, όταν η
Κομισιόν παρουσίασε τις προτάσεις της για τους στόχους του 2030, δεν ανέφερε τίποτα
συγκεκριμένο για τα βιοκαύσιμα, γεγονός που εκλαμβάνεται από τον κλάδο ως εγκατάλειψη.
Στο ρυθμιστικό και πολιτικό κενό που δημιουργείται πλέον, οι
εταιρείες αυτές δεν έχουν τη δυνατότητα να προβούν σε νέες επενδύσεις, διότι
κυριαρχεί η αβεβαιότητα για το μέλλον και οι τράπεζες δεν είναι διατεθειμένες
να τις χρηματοδοτήσουν. «Αρκετές ευρωπαϊκές επιχειρήσεις είναι παγκόσμιοι ηγέτες
στην ανάπτυξη της νέας τεχνολογίας, όμως λόγω της έλλειψης ευνοϊκών επενδυτικών
συνθηκών, οι οικονομικοί και κοινωνικοί καρποί θα καταλήξουν σε άλλες περιοχές
του πλανήτη», προειδοποιεί ο Πιέρο Καβιλιάσο, στέλεχος της
Biochemtex, η οποία διαθέτει μονάδες
βιοαιθανόλης στην Ιταλία.
Αξίζει να σημειωθεί, επίσης, ότι ο κλάδος έχει υποστεί πλήγμα
αξιοπιστίας λόγω της αναποτελεσματικότητας που είχε η πρώτη γενιά βιοκαυσίμων,
η οποία παραγόταν από καλαμπόκι και άλλες καλλιέργειες. Παρόλα αυτά, φορείς όπως
το
International
Council
on
Clean
Transportation
θεωρούν ότι η νέα γενιά βιοκαυσίμων από απόβλητα είναι σε θέση
να παρέχει έως και το 16% των αναγκών της Ευρώπης για καύσιμα ως το 2030.