Ο Ερντογάν ως «Νέος Ατατούρκ» Ενός Αντι-ατατουρκικού Κράτους: Σταθερότητα ή Διχασμός;

Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι ο Ερντογάν και το κόμμα του διατηρούν σταθερά την πρωτιά στις προτιμήσεις των Τούρκων ψηφοφόρων. Κι αυτό, παρά τον «πόλεμο» που έχει ξεσπάσει ανάμεσα σε αυτόν και τον πρώην «συνοδοιπόρο» του, Φετουλλάχ Γκιουλέν, και o οποίος διεξάγεται μία στο φως και μία σκοτάδι και διαρκώς στη «γκρίζα ζώνη» ανάμεσα σε κράτος και «βαθύ κράτος». Αυτό σημαίνει, άραγε, πως ο Ερντογάν θα καταφέρει να αλλάξει τη φυσιογνωμία του κράτους και να γίνει, κατά κάποιον τρόπο, ο «νέος Ατατούρκ» ενός αντι-ατατουρκικού κράτους; Η απάντηση, κατά τη γνώμη μας, είναι θετική. Αυτό σημαίνει, επίσης, αδιαμφισβήτητη παντοδυναμία του ιδίου και του κόμματός του στην πολιτική και τους θεσμούς της χώρας ανάλογη με αυτή που απολάμβανε ο κεμαλισμός την εποχή της παντοκρατορίας του;
energia.gr
Πεμ, 13 Φεβρουαρίου 2014 - 21:29

Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι ο Ερντογάν και το κόμμα του διατηρούν σταθερά την πρωτιά στις προτιμήσεις των Τούρκων ψηφοφόρων. Κι αυτό, παρά τον «πόλεμο» που έχει ξεσπάσει ανάμεσα σε αυτόν και τον πρώην «συνοδοιπόρο» του, Φετουλλάχ Γκιουλέν, και o οποίος διεξάγεται μία στο φως και μία σκοτάδι και διαρκώς στη «γκρίζα ζώνη» ανάμεσα σε κράτος και «βαθύ κράτος». Αυτό σημαίνει, άραγε, πως ο Ερντογάν θα καταφέρει να αλλάξει τη φυσιογνωμία του κράτους και να γίνει, κατά κάποιον τρόπο, ο «νέος Ατατούρκ» ενός αντι-ατατουρκικού κράτους; Η απάντηση, κατά τη γνώμη μας, είναι θετική. Αυτό σημαίνει, επίσης, αδιαμφισβήτητη παντοδυναμία του ιδίου και του κόμματός του στην πολιτική και τους θεσμούς της χώρας ανάλογη με αυτή που απολάμβανε ο κεμαλισμός την εποχή της παντοκρατορίας του; Η απάντησή μας στο ερώτημα αυτό είναι αρνητική.

Όντως σήμερα ο Ερντογάν παίζει χωρίς αντίπαλο εντός Τουρκίας και το 2014 θα είναι η χρονιά κατά την οποία θα επισφραγίσει την πολιτική του κυριαρχία. Η πιθανολογούμενη νίκη του στις δημοτικές εκλογές στις 30 Μαρτίου θα τον βοηθήσει να υπερβεί και τον «σκόπελο» του Γκιουλέν, ενώ οι προεδρικές εκλογές, το φθινόπωρο, όπου θεωρείται βέβαιο ότι θα είναι υποψήφιος, θα τον αναδείξουν στον πρώτο απευθείας εκλεγέντα πρόεδρο της Τουρκικής Δημοκρατίας. Με τον «αέρα» αυτό ο Ερντογάν θα μπορέσει και να αλλάξει το Σύνταγμα, κατεδαφίζοντας και θεσμικά τον κεμαλισμό, μέσω δημοψηφίσματος, ενώ θα περιβάλει τον εαυτό του με εξουσίες ανάλογες του Προέδρου των ΗΠΑ.

Αλλά η παντοδυναμία αυτή θα είναι μάλλον σύντομη. Κι αυτό γιατί οι καιροί δεν είναι ίδιοι με την δεκαετία του '20. Ο Ατατούρκ ήταν ο άνθρωπος που είχε διασώσει την Τουρκία από τη διάλυση και ήταν όντως ο «πατέρας» του Τουρκικού Έθνους και της κοινωνίας, την οποία μπόρεσε να διαπλάσει σε μεγάλο βαθμό σαν ... πλαστελίνη. Ακόμη κι οι αντίπαλοί του την περίοδο 1920-1922, το «Δεύτερο Γκρουπ», και οι επίγονοί τους, χρειάστηκαν να παρουσιαστούν με τη «λεοντή» του κεμαλισμού. Όπως αποκάλυψε στο βιβλίο του «Η δεύτερη μεταπολίτευση στην Τουρκία: Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν - Η άνοδος των μη προνομιούχων» (α΄έκδοση στα τουρκικά: 2011, στα ελληνικά: εκδ. Πατάκη, 2013) ο Χρήστος Τεάζης, ο πρώτος Έλληνας καθηγητής κρατικού Πανεπιστημίου στην Τουρκία (Πανεπιστήμιο Άγκυρας), χρειάστηκαν 30 χρόνια για να ξεπροβάλουν δειλά (παρεισφρέοντας στο Δημοκρατικό Κόμμα του Μεντερές, ο οποίος ήταν κεμαλιστής), 40 με 50 χρόνια για να εμφανιστούν ρητά ως ισλαμιστές, μέσω των κομμάτων που ίδρυσε ο Ερμπακάν, και 80 χρόνια μέχρι να πάρουν την εξουσία με το ΑΚΡ του Ερντογάν το 2002. Είναι, μάλιστα, χαρακτηριστικό πως ακόμη νοιώθουν την ανάγκη να υπερτονίζουν την υποτιθέμενη «γενεαλογία» τους από τον Μεντερές, η οποία λειτουργεί ως ένα είδος πιστοποιητικού … κεμαλικών φρονημάτων.

Η διαφορά, συνεπώς, του Ερντογάν με τον Κεμάλ είναι, πιστεύουμε, εμφανής στο σημείο αυτό. Ο Ατατούρκ υπήρξε ο «πατέρας» ολόκληρου του Έθνους, ενώ ο σημερινός πρωθυπουργός και – πιθανότατα, αυριανός πρόεδρος της Τουρκικής Δημοκρατίας – είναι ο πατέρας του ... μισού Έθνους ! Συγκεκριμένα, είναι ο εκφραστής των μαζών της Ανατολίας, οι οποίες ως τώρα (και μέσω της παραπλανητικής, όπως είπαμε, επίκλησης της «κληρονομιάς» του Μεντερές) προσπαθούσαν να αποκρύψουν πως ήταν, στην πραγματικότητα, «παράσιτα» πάνω στον «ξενιστή» του ατατουρκισμού. Εδώ και πάνω από μία δεκαετία δίνουν την εκλογική πρωτιά, με ποσοστά 45 έως 50% σε ένα κόμμα ανοικτά ισλαμιστικό και τους δίνεται η ευκαιρία να πάρουν την εκδίκησή τους από την κεμαλική ιστορία της Τουρκικής Δημοκρατίας.

Όμως, απέναντι στο ισχυρό και, απ’ ό, τι δείχνουν οι εξελίξεις στην υπόθεση Γκιουλέν, συμπαγές 50% που συσπειρώνεται γύρω από τον Ερντογάν, υπάρχει άλλο ένα 50% της κοινωνίας, το οποίο αν και δεν έχει αρχηγό, αποτελείται, ωστόσο, και από κοινωνικά διαρθρωμένες και οικονομικά ευκατάστατες τάξεις κι από πολιτικοποιημένες μάζες. Βέβαια, λείπει ο αρχηγός ή οι αρχηγοί. Το κεμαλικό CHP βρίσκεται σε παροιμιώδη αδυναμία να ανακάμψει ή να εκμεταλλευθεί πολιτικά καταστάσεις όπως τα γεγονότα της πλατείας Ταξίμ, το περασμένο καλοκαίρι, ή την διαμάχη Ερντογάν –Γκιουλέν. Επίσης, τα θεσμικά ερείσματα του κεμαλισμού στον στρατό έχουν ξηλωθεί με την υπόθεση Εργκένεκον. Γενικά, ο (θεσμικός, τουλάχιστον) κεμαλισμός δε συγκινεί πια ούτε καν τους κεμαλικούς και άλλους αντιισλαμιστές.

Αλλά ο Ερντογάν, και οι μάζες που εκφράζει, επιδεικνύουν μεγάλη σπουδή και  αλαζονεία  στην επιβολή της ατζέντας τους, που συνίσταται, βασικά, στην αλλαγή του χαρακτήρα του κράτους επί το (πάρα πολύ) ισλαμιστικότερον. Έτσι, οι αντίπαλοί τους δεν θα αργήσουν να εκδηλώσουν την αντίδρασή τους συγκροτημένα. Σίγουρα, η αντίδραση αυτή δεν θα έρθει μετά από … 70 χρόνια, όπως έγινε με τους ισλαμιστές, μιας και οι αντιισλαμιστικές πτέρυγες της κοινωνίας βρίσκονται σε πολύ μεγαλύτερο επίπεδο ανάπτυξης σε σχέση με τις ισλαμικές τάξεις την εποχή της εγκαθίδρυσης και παντοκρατορίας του κεμαλισμού.

Συνεπώς, εκτιμούμε πως σχετικά σύντομα μετά την αλλαγή του καθεστώτος της χώρας από τον Ερντογάν, η Τουρκία θα αντιμετωπίσει συνθήκες διχασμού. Ο διχασμός αυτός, μάλιστα, θα επιταθεί από τις θεσμικές αλλαγές που θα φέρει, μετά την επικείμενη άνοδό του στον προεδρικό θώκο της χώρας, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, με κινδύνους ακόμη και για την εδαφική της ακεραιότητα. Κι αυτό γιατί, εκτός από την υιοθέτηση του αμερικανικού προεδρικού συστήματος, ο Ερντογάν αναμένεται να προχωρήσει στην ομοσπονδιοποίηση της χώρας, υλοποιώντας το πάγιο σύνθημα όλων των τουρκικών ισλαμιστικών κομμάτων και πολιτικών για «αποκέντρωση» - σε αντίθεση προς τον γιακωβίνικο και μονοεθνικό συγκεντρωτικό κρατισμό του κεμαλισμού. Την ιδέα – θυμίζουμε - την έχει καταθέσει δημοσίως από το 2007 ο πρώην πρόεδρος της χώρας και αρχηγός της χούντας του 1980, Κενάν Εβρέν, κάνοντας λόγο για την ανάγκη χωρισμού της Τουρκίας σε οκτώ πολιτείες. Όσο κι αν η ιδέα φαντάζει ιδεώδης φόρμουλα για την επίλυση του Κουρδικού, η ως τώρα διεθνής εμπειρία έχει δείξει πως ομοσπονδιακά πολυεθνικά μορφώματα οποιασδήποτε μορφής, από την δυαδική μοναρχία της Αυστροουγγαρίας, ως την τέως Γιουγκοσλαβία και την σπαρασσόμενη σήμερα Βοσνία του Νταίητον, δεν έχουν αντέξει στον χρόνο (Τα περί του αντιθέτου παραδείγματα, όπως το Βέλγιο ή η Ελβετία, αντέχουν μάλλον λόγω εξαιρετικά μεγάλης αποκέντρωσης και, κυρίως, για λόγους διεθνούς πολιτικής). Οι δηλώσεις, μάλιστα, του αρχηγού του κουρδικού Κόμματος Δημοκρατίας και Ειρήνης, Σελαχατίν Ντεμιρτάς, περί ανακήρυξης αυτονομίας των Κούρδων από την Τουρκία, μετά τις δημοτικές εκλογές της 30ης Μαρτίου, μάλλον δείχνουν πως το «Δημοκρατικό Άνοιγμα» του Ερντογάν προς το κουρδικό στοιχείο της χώρας άνοιξε τους ασκούς του Αιόλου για την ενότητά της… Όμως, όπως έχει συμβεί ως τώρα στην περίπτωση των Κούρδων του Ιράκ και της Συρίας, έτσι και στην περίπτωση των Κούρδων της Τουρκίας, το μέλλον θα κριθεί, εν πολλοίς, από τις εξελίξεις στον γεωπολιτικό περίγυρο της ευρύτερης περιοχής - και, ειδικότερα, από τους αμερικανικούς και ισραηλινούς σχεδιασμούς.

Πρέπει, ωστόσο, να σημειώσουμε, αντί συμπεράσματος, πως όλες αυτές οι ανακατατάξεις στην Τουρκία είναι απότοκες της βασικής αλλαγής που επέφερε η άνοδος των ισλαμιστών, πρώτα στην κοινωνία και στην συνέχεια στην εξουσία: της αμφισβήτησης της «ιερότητας» του «κράτους-πατέρα» που εγκαθίδρυσε ο Κεμάλ Ατατούρκ το 1923. Έτσι, η εμφάνιση των κοινωνικών και, πολύ σύντομα – όπως πιστεύουμε – και οργανωμένων πολιτικών αντιδράσεων κατά του Ερντογάν, και του καθεστώτος που θα εγκαθιδρύσει, θα είναι απότοκος της ίδιας της ανάδειξης του ισλαμισμού στο «τιμόνι» της γειτονικής μας χώρας.