Η ελληνική χαλυβουργία, μία από τις πλέον αναπτυσσόμενες βιομηχανίες στη χώρα μας και διεθνώς ως πριν από λίγα χρόνια, με επενδύσεις που δεν έχουν προηγούμενο, έχει πληρώσει όσο λίγοι άλλοι κλάδοι το τίμημα της οικονομικής κρίσης. Η εσωτερική αγορά έχει καταρρεύσει καθώς έχουν σταματήσει τα ιδιωτικά και δημόσια έργα κατασκευών, ενώ οι εξαγωγές χαλυβουργικών προϊόντων καθίστανται ολοένα και λιγότερο ανταγωνιστικές, παρά τις επενδύσεις σε τεχνολογίες αιχμής, λόγω του υψηλού και συνεχώς αυξανόμενου κόστους ενέργειας (ηλεκτρικής και φυσικού αερίου) που επιβαρύνει δυσβάστακτα το κόστος παραγωγής.
Με τις επενδύσεις που έχει πραγματοποιήσει και τον σύγχρονο εξοπλισμό της η ελληνική χαλυβουργία κατάφερε ως σήμερα να επιβιώσει, παρά την κατά 85% μείωση των πωλήσεων στην εσωτερική αγορά (από 2,1 εκατ. τόνους το 2007 σε 350.000 τόνους το 2012), χάρη στην ανάπτυξη των εξαγωγών της, που διπλασιάστηκαν σε σχέση με τα προ κρίσης επίπεδα (από 395.000 τόνους το 2007 σε 800.000 τόνους το 2012). Ωστόσο το 50% του παραγωγικού δυναμικού παραμένει αναξιοποίητο και ο κλάδος για πέμπτη συνεχή χρονιά είναι ζημιογόνος καταγράφοντας πολύ υψηλές ζημιές.
Η κατάσταση το 2013 επιδεινώνεται, κυρίως λόγω της συνεχιζόμενης αύξησης του ενεργειακού κόστους στην Ελλάδα, τη στιγμή που ανταγωνιστικές χώρες της ΕΕ λαμβάνουν συνεχώς μέτρα στήριξης της εγχώριας βιομηχανίας τους. Το αποτέλεσμα είναι τα χαλυβουργικά προϊόντα μας να μην είναι πλέον ανταγωνιστικά στις διεθνείς αγορές και οι Ισπανοί, οι Ιταλοί και οι Τούρκοι να μας εκτοπίζουν από τις αγορές της Μεσογείου.
Πρέπει να θεωρείται δεδομένο ότι, αν δεν ληφθούν άμεσα μέτρα ώστε η χαλυβουργία να αποκτήσει ανταγωνιστικό κόστος ενέργειας, τα χαλυβουργεία θα κλείσουν οριστικά ή θα διακόψουν ολοσχερώς την παραγωγή τους, με ανυπολόγιστες επιπτώσεις, όχι μόνο στις συγκεκριμένες επιχειρήσεις, στους εργαζομένους, στις τοπικές κοινωνίες και στις τράπεζες, αλλά και γενικότερα στην εθνική οικονομία.
Στη χώρα μας δεν έχουν εκτιμηθεί επαρκώς η συνεισφορά της βιομηχανίας χάλυβα στην εθνική οικονομία και τα πολλαπλασιαστικά οφέλη από τη λειτουργία της.
Στις ΗΠΑ μελέτη που εκπόνησε τον Μάρτιο του 2012 ο καθηγητής Ενεργειακής Οικονομίας Timothy J. Considine
του University of Wyoming έδειξε ότι ο κλάδος της χαλυβουργίας είναι σε πολύ μεγάλο βαθμό αλληλένδετος με άλλους οικονομικούς τομείς. Ειδικότερα για κάθε ένα δολάριο αύξησης των πωλήσεων χαλυβουργικών προϊόντων το ΑΕΠ των ΗΠΑ αυξάνεται κατά 2,66 δολάρια!
Για κάθε νέα θέση εργασίας στη χαλυβουργία δημιουργούνται 6,65 θέσεις εργασίας στην οικονομία! Για κάθε δολάριο εισοδήματος εργασίας στη χαλυβουργία δημιουργούνται 4,5 δολάρια εισοδήματος εργασίας στην οικονομία! Για κάθε δολάριο προστιθέμενης αξίας στη χαλυβουργία η προστιθέμενη αξία στην οικονομία αυξάνεται 5,3 δολάρια!
Αν υποθέσουμε ότι οι πολλαπλασιαστές αυτοί ισχύουν και για την ελληνική οικονομία σε μεγάλο βαθμό, αν όχι στο σύνολό τους, είναι βέβαιον ότι η ελληνική χαλυβουργία έχει τη δυνατότητα να αναδειχθεί πραγματική ατμομηχανή ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας. Αρκεί φυσικά να αποκτήσει ανταγωνιστικό κόστος ενέργειας!
Αν όμως αυτό δεν συμβεί, τότε οι πολλαπλασιαστές θα μεγεθύνουν τη ζημιά στην απασχόληση, στα εισοδήματα, στη δημοσιονομική σταθερότητα, στην εθνική οικονομία και στην κοινωνία στο σύνολό της.
Εναπόκειται στην Πολιτεία να λάβει τις αποφάσεις της!
Ο κ. Κωνσταντίνος Κουκλέλης είναι πρόεδρος της Ελληνικής Ενωσης Βιομηχανικών Καταναλωτών Ενέργειας (ΕΒΙΚΕΝ).
(από το "Βήμα")