δείχνει ότι η παραγωγή πράσινου υδρογόνου και άλλων ηλεκτρονικών καυσίμων παραμένει σημαντικά χαμηλή, με τη μεγαλύτερη μονάδα συνθετκών καυσίμων που εξυπηρετεί τον ναυτιλιακό τομέα να τίθεται σε λειτουργία μόλις φέτος. Για πολλά άλλα έργα, η έλλειψη κανονιστικής βεβαιότητας εμποδίζει την πρόοδο πέρα από το στάδιο του σχεδιασμού.
Η T&E εξέτασε 80 έργα πράσινου υδρογόνου και συνθετικών καυσίμων που θα μπορούσαν ενδεχομένως να εξυπηρετήσουν τον ναυτιλιακό τομέα στην Ευρώπη. Ενώ τα έργα που αναφέρονται θα μπορούσαν να παράγουν 3,6 εκατομμύρια τόνους ισοδύναμου πετρελαίου έως το 2032, λιγότερο από το πέντε τοις εκατό αφιερώνεται κυρίως στη ναυτιλία και μόνο ένα μικρό μέρος συνδέεται με λειτουργικά έργα.
Η ΜΚΟ αναφέρει ότι ενώ ορισμένα έργα έχουν προχωρήσει στην ανάπτυξή τους, η συνολική παραγωγή ηλεκτρονικών καυσίμων για τη ναυτιλία φαίνεται απίθανο να φτάσει τα στοχευμένα επίπεδα, εκτός εάν εφαρμοστούν νέα κίνητρα πολιτικής. Η χαμηλή παραγωγή σημαίνει ότι η Ευρώπη είναι απίθανο να επιτύχει τον δικό της στόχο για τουλάχιστον ένα τοις εκατό υιοθέτηση συνθετικων καυσίμων έως το 2031 και δύο τοις εκατό υιοθέτηση έως το 2034, βάσει της συμφωνίας FuelEU.
Η ανάλυση έρχεται λίγες εβδομάδες αφότου η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υιοθέτησε το Σχέδιο Επενδύσεων στις Βιώσιμες Μεταφορές (STIP), το οποίο καθορίζει τον οδικό χάρτη για την επιτάχυνση της ενεργειακής μετάβασης τόσο για τον ναυτιλιακό όσο και για τον αεροπορικό τομέα. Για την επίτευξη των στόχων για τα καύσιμα, η Ευρώπη χρειάζεται σημαντικούς όγκους περίπου 20 εκατομμυρίων τόνων βιώσιμων εναλλακτικών καυσίμων (13,2 τόνους βιοκαυσίμων και 6,8 τόνους ηλεκτρονικών καυσίμων) έως το 2035. Για την τόνωση της παραγωγής, απαιτούνται επενδύσεις ύψους 120 δισεκατομμυρίων δολαρίων έως το 2035.
Η T&E αναφέρει ότι ενώ η πλειονότητα των επενδύσεων αναμένεται να προέλθει από τον ιδιωτικό τομέα, η δημόσια χρηματοδότηση είναι απαραίτητη για την ελαχιστοποίηση του κινδύνου σε πρωτοποριακά έργα και την κατεύθυνση της αγοράς προς καύσιμα που ευθυγραμμίζονται με τις προτεραιότητες της Ευρώπης. Και παρόλο που το STIP είναι ένα θετικό βήμα για την υποστήριξη της βιομηχανίας ηλεκτρονικών καυσίμων, το γεγονός ότι βασίζεται σε εργαλεία όπως οι δημοπρασίες της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Υδρογόνου ή το Ταμείο Καινοτομίας θα μπορούσε να εμποδίσει την αποτελεσματικότητά του.
Επί του παρόντος, η Νορβηγία διαθέτει τις μεγαλύτερες ποσότητες καυσίμων που προορίζονται κυρίως για τον ναυτιλιακό τομέα, ακολουθούμενη από την Ισπανία, τη Φινλανδία και τη Δανία. Για τη Νορβηγία, σχεδόν το ένα τέταρτο των προβλεπόμενων όγκων στοχεύει στη ναυτιλία ως τον κύριο τελικό χρήστη, κυρίως μέσω της ηλεκτρονικής αμμωνίας.
Το έργο συνθετικής μεθανόλης στο Kassø στη Δανία, το οποίο τέθηκε σε λειτουργία τον Μάιο του τρέχοντος έτους, παραμένει το μεγαλύτερο λειτουργικό έργο ηλεκτρονικών καυσίμων που εξυπηρετεί τον ναυτιλιακό τομέα. Αναπτύχθηκε από την European Energy και έχει ετήσια παραγωγική δυναμικότητα 42.000 τόνων και προμηθεύει ηλεκτρονική μεθανόλη, μεταξύ άλλων, την Maersk, τον όμιλο LEGO και τη Novo Nordisk.