υπάρξει χαλάρωση, η αγορά ενδέχεται νακινηθεί εκ νέου προς τις παλιές εμπορικές ισορροπίες. Κάνοντας μια ιστορική αναδρομή, η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία δημιούργησε ένα νέο τοπίο στην παγκόσμια αγορά πετρελαίου και τη ναυτιλιακή βιομηχανία. Διότι ακολούθησε κύμα κυρώσεων από την Ευρωπαϊκή Ένωση και τις ΗΠΑ.
Το ευρωπαϊκό και αμερικανικό εμπάργκο μαζί με το πλαφόν στις τιμές ρωσικού πετρελαίου και προϊόντων οδήγησαν σε αλλαγή εμπορικών ροών, αυξάνοντας τις ναυτιλιακές αποστάσεις κατά 5,4% το 2022 και 7,2% το 2023. Η αυξημένη ζήτηση για μεταφορές από πιο απομακρυσμένες αγορές είχε θετική επίδραση στους ναύλους και τη ζήτηση δεξαμενοπλοίων. Το 2024,όμως, σηματοδότησε κάμψη του φαινομένου, με μόλις 1 % αύξηση , ενώ το 2025, μείωση κατά 4%, υποδηλώνοντας σταδιακή σταθεροποίηση. Εάν τελικά το σχέδιο του Τραμπ γίνει αποδεκτό, θα ξεκινήσει η συζήτηση για άρση των κυρώσεων και θα μπορούσε να οδηγήσει σε ομαλοποίηση των ροών, χωρίς όμως επιστροφή στα πλήρως προπολεμικά επίπεδα σύμφωνα με τους διεθνείς αναλυτές. Η μειωμένη ευρωπαϊκή παραγωγική ικανότητα, το οριστικό κλείσιμο διυλιστηρίων κυρίως στη Γερμανία και η απόκτηση μεριδίου αγοράς από ανταγωνιστές, δηλαδή τις ΗΠΑ και τη Μέση Ανατολή, αποτελούν ανασταλτικούς παράγοντες. Η μέχρι τώρα αλλαγή των ροών ωφέλησε σημαντικά τα δεξαμενόπλοια μικρότερης χωρητικότητας, λόγω της καταλληλότητας τους για τα ρωσικά λιμάνια. Αντιθέτως, τα πολύ μεγάλα δεξαμενόπλοια, παρότι προτιμώνται από αγοραστές όπως η Ινδία και η Κίνα, αντιμετώπισαν περιορισμούς. Όμως, αν Ινδία και Κίνα περιορίσουν τις ρωσικές εισαγωγές ενδέχεται να στραφούν σε προμηθευτές από Δυτική Αφρική, Αμερική ή Μέση Ανατολή. Αν αρθεί το πλαφόν ή επαναλειτουργήσουν οι ευρωπαϊκές εισαγωγές ρωσικών προϊόντων.
Ένα άλλο ερώτημα που απασχολεί την αγορά είναι τι θα συμβεί με τον λεγόμενο «σκοτεινό» στόλο. Η περίοδος των κυρώσεων δημιούργησε έναν «παράλληλο στόλο», με περισσότερα από 1.160 πλοία, εκ των οποίων πάνω από το 62% είναι άνω των 20 ετών. Τα πλοία αυτά μεταφέρουν πετρέλαιο από Ρωσία, Ιράν και Βενεζουέλα και δύσκολα θα επιστρέψουν στο επίσημο εμπόριο, ακόμα και αν αρθούν οι κυρώσεις, λόγω ηλικίας και ιστορικού. Η έλλειψη επενδύσεων σε νεότευκτα, η γήρανση του στόλου και η πώληση πλοίων προς «σκοτεινή» χρήση έχουν δημιουργήσει κενά διαθεσιμότητας. Η έλλειψη παγοθραυστικών δεξαμενοπλοίων είναι επίσης πρόβλημα, ιδίως για βόρειες διαδρομές. Αν οι κυρώσεις αρθούν, πολλά από τα πλοία αυτά θα σταλούν για διάλυση, πιέζοντας τις τιμές. Σύμφωνα με τους διεθνείς αναλυτές, αν υπάρξει ειρήνη και άρση κυρώσεων, οι τιμές παλαιών πλοίων ενδέχεται να προσεγγίσουν τα επίπεδα διάλυσης. Επίσης οι τιμές διάλυσης, που βρίσκονται ήδη στα χαμηλότερα επίπεδα απότο 2020, θα μπορούσαν να πιεστούν περαιτέρω.
Επομένως ο κλάδος δεξαμενοπλοίων εισέρχεται σε φάση γεωπολιτικής αβεβαιότητας. Οι επόμενες κινήσεις των ΗΠΑ, είτε με διατήρηση είτε με σκλήρυνση των κυρώσεων
θα κρίνουν το βάθος και τη διάρκεια των σημερινών τάσεων, ενώ η Ευρωπαϊκή Ένωση η οποία παρέμενε θεατής όλο το προηγούμενο διάστημα, θα έχει μάλλον τον τελικό λόγο για το αν και πότε θα επιστρέψει στο ρωσικό πετρέλαιο.