τη διάρκεια του έτους, προκαλώντας ανησυχίες για το μέλλον των αρκετών κλάδων. Υπάρχουν, όμως, και λόγοι αισιοδοξίας. Ένας από αυτούς είναι οι εξελίξεις στον τομέα της δέσμευσης και αποθήκευσης άνθρακα (CCS).
Ένα σημαντικό ορόσημο ήταν η έναρξη της λειτουργίας του συστήματος CCS στη μονάδα παραγωγής τσιμέντου της Heidelberg Materials στο Μπρέβικ της Νορβηγίας. Πρόκειται για την πρώτη υποδομή CCS που λειτουργεί εμπορικά σε διεθνές επίπεδο, προσφέροντας μία σημαντική επιτυχία για την Ευρώπη. Το εργοστάσιο δεσμεύσει τον άνθρακα που εκπέμπεται κατά τις διαδικασίες παραγωγής, τον φορτώνει σε ειδικά σκάφη, και τον μεταφέρει στο κέντρο αποθήκευσης στο πλαίσιο του προγράμματος Northern Lights της νορβηγικής κυβέρνησης.
Εκτός από το Northern Lights, μία σειρά άλλων έργων έχουν φτάσει στο στάδιο της τελικής επενδυτικής απόφασης κατά το τελευταίο δωδεκάμηνο. Συνολικά, δέκα έργα με συνολική ικανότητα δέσμευσης 4 εκατομμυρίων τόνων CO2 και ικανότητα αποθήκευσης 14 εκατομμυρίων τόνων CO2 ετησίως έχουν εγκριθεί. Όλα βρίσκονται στη βόρεια και τη δυτική Ευρώπη, με τη Βρετανία να έχει την πρωτοκαθεδρία με τέσσερα έργα και τη Νορβηγία να ακολουθεί με δύο επιπλέον. Βέλγιο, Δανία, και Σουηδία ακολουθούν με ένα έργο εκάστη.

Τα έργα CCS ανάλογα με τον τομέα και τη φάση ανάπτυξης στην Ευρώπη. Πηγή: CATF.
Πέραν των περιοχών αυτών που προηγούνται αρκετά, υπάρχουν περίπου 37 προτεινόμενα έργα στην υπόλοιπη Ευρώπη, τα οποία όμως απέχουν αρκετά από τις τελικές επενδυτικές αποφάσεις. Τα περισσότερα από αυτά επικεντρώνονται στη βιομηχανία τσιμέντου, έναν κλάδο που θεωρείται εξαιρετικά ρυπογόνος και άρα κρίσιμος για την επίτευξη των κλιματικών στόχων στην Ευρώπη. Παράλληλα, μία σειρά άλλων τομέων αρχίζουν να συνδέονται με τα σχέδια CCS. Μεταξύ αυτών η βιομάζα και το υδρογόνο, δύο βιομηχανίες όπου η Ευρώπη έχει ακόμα μεγάλο περιθώριο ανάπτυξης.
Η συνέχιση της θετικής πορείας των πρωτοβουλιών CCS απαιτούν την ευθυγράμμιση συγκεκριμένων παραγόντων. Το ζήτημα της χρηματοδότησης παραμένει κομβικό, με τα ευρωπαϊκά προγράμματα και τα εθνικά κεφάλαια να θεωρούνται ιδιαίτερα κρίσιμα. Ταυτόχρονα, δεδομένου του εύρους που χρειάζονται τα έργα CCS, η ανάπτυξη των συμπληρωματικών υποδομών για τη μεταφορά και την αποθήκευση του CO2 αποτελούν θεμελιώδη προϋπόθεση επιτυχίας. Η διαμόρφωση των δικτύων CCS σε εθνικό, αλλά και διακρατικό επίπεδο, μπορεί να φέρει μεγάλες επενδύσεις στην Ευρώπη, αλλά και να μετουσιώσει την πολυπόθητη ένωση της πράσινης με τη βιομηχανική πολιτική.