Αυτή η συνεργασία δείχνει πως οι κατασκευαστές και οι προμηθευτές αυτοκινήτων καθώς και οι παραγωγοί καυσίμων βλέπουν ότι έχουν κοινά συμφέροντα απέναντι στις προκλήσεις που φέρνει ο μετασχηματισμός της κινητικότητας με την εισαγωγή της ηλεκτροκίνησης, την ανάγκη υιοθέτησης νέων προτύπων για τα καύσιμα, και τους περιορισμούς στις εκπομπές ρύπων.
Οι τρείς φορείς διαβλέπουν, επίσης, ότι μέσα από κοινές δράσεις μπορούν να ασκήσουν μεγαλύτερη επιρροή σε ρυθμιστικά θέματα εντός της Ε.Ε. και να διαμορφώσουν μια πιο ομαλή μετάβαση σε πιο βιώσιμα μοντέλα αυτοκινήτου.
Πρόκειται για την ευρύτερη ευθυγράμμιση σε ολόκληρη την αλυσίδα αξίας που έχει παρατηρηθεί από την υιοθέτηση του ισχύοντος κανονισμού, η οποία ενώνει κατασκευαστές, προμηθευτές και παραγωγούς καυσίμων από όλη την ΕΕ.
Όπως τονίζεται στην επίσημη κοινή δήλωση, η επίτευξη της κλιματικής ουδετερότητας έως το 2050, απαιτεί την αποτελεσματική και έγκαιρη εφαρμογή κάθε μέσου απανθρακοποίησης, παράλληλα με την διείσδυση της ηλεκτροκίνησης.
Η δήλωση προτείνει πέντε συγκεκριμένες, εφαρμόσιμες προσαρμογές πολιτικής για την αναθεώρηση:
· Αναγνώριση της χρήσης ανανεώσιμων καυσίμων σε νέα οχήματα, όχι μόνο στον υπάρχοντα στόλο, για την απελευθέρωση επενδύσεων σε όλη την αλυσίδα αξίας.
· Εισαγωγή ενός συντελεστή διόρθωσης άνθρακα (CCF), ώστε ο κανονισμός για το CO₂ να αντικατοπτρίζει τις πραγματικές εκπομπές.
· Δυνατότητα στα οχήματα που λειτουργούν αποκλειστικά με ανανεώσιμα καύσιμα να αντιμετωπίζονται ως οχήματα μηδενικών εκπομπών, ώστε να διευκολυνθεί η είσοδός τους στην αγορά πριν από το 2030, και να επιταχυνθεί η καινοτομία.
· Δημιουργία ενός ενιαίου για όλη την Ε.Ε. νομικού ορισμού των «ανανεώσιμων καυσίμων», σε συμφωνία με την οδηγία για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
· Καθορισμός μιας μακροπρόθεσμης πορείας για τη σταδιακή και ρεαλιστική αύξηση των κριτηρίων βιωσιμότητας των ανανεώσιμων καυσίμων στην οδηγία για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, παρέχοντας επενδυτική ασφάλεια και προωθώντας τη βιομηχανική επέκταση.
Οι τρεις συμβαλλόμενοι τονίζουν ότι αυτά τα μέτρα είναι απαραίτητα για μια τεχνολογικά ανοιχτή και οικονομικά υπεύθυνη πορεία προς την κλιματική ουδετερότητα.
Η πρωτοβουλία έρχεται σε μια περίοδο έντονης πίεσης προς τις αυτοκινητοβιομηχανίες, καθώς οι ευρωπαϊκοί στόχοι μηδενικών εκπομπών για τα νέα οχήματα μετά το 2035 ουσιαστικά εξαιρούν τα αυτοκίνητα που κινούνται με καύσιμα. Οι τρεις οργανισμοί υπαινίσσονται ότι αν δεν υπάρξει προσαρμογή του πλαισίου, η Ε.Ε. κινδυνεύει να υιοθετήσει πολιτικές που θα αποκλείουν τις τεχνολογίες που θα μπορούσαν να συμβάλουν στην απανθρακοποίηση με χαμηλότερο κόστος.
Παράλληλα, η συμμαχία αυτή θεωρείται και μήνυμα προς τις κυβερνήσεις που πιέζονται από τον κλάδο να καθυστερήσουν ή να επαναδιαπραγματευτούν τις δεσμεύσεις τους για την πλήρη κατάργηση των κινητήρων εσωτερικής καύσης.
Η κοινή δήλωση δεν συνιστά απλώς μια τεχνική πρόταση. Αποτελεί, συγχρόνως, μια στρατηγική κίνηση αυτοπροστασίας αλλά και επανατοποθέτησης της βιομηχανίας σε σχέση με τα όσα προοιωνίζονται για το μέλλον της κινητικότητας στην Ευρώπη. Σε μια κομβική στιγμή για το σχεδιασμό των πολιτικών της επόμενης δεκαετίας, κατασκευαστές, προμηθευτές και παραγωγοί καυσίμων εμφανίζονται ενωμένοι και διεκδικούν την προώθηση ενός ρυθμιστικού πλαισίου που θα επιτρέψει μεγαλύτερη ευελιξία και μικρότερη εξάρτηση από μία μόνο τεχνολογία.