Εχει καταστεί σαφές ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες επιδιώκουν μια συνολική σταθεροποίηση της κατάστασης στην ευρύτερη περιοχή, συμπεριλαμβανομένης της Ανατολικής Μεσογείου, χωρίς όμως να είναι απαραιτήτως σε θέση ή σε διάθεση να επιβάλουν την τάξη, απαιτώντας από τους περιφερειακούς δρώντες να βρουν αυτοί τις φόρμουλες συνεννόησης.
Ο πρόεδρος Τραμπ για ένα εύλογο χρονικό διάστημα θα προσπαθήσει, μετερχόμενος διαφόρων μέσων, να επιβάλει το σχέδιό του των 20 σημείων και να μην επιτρέψει σε κανένα από τα εμπλεκόμενα μέρη να το υπονομεύσει, ώστε να αποκατασταθούν οι σχέσεις μεταξύ του Τελ Αβίβ και των σημαντικότερων περιφερειακών παικτών (κομβική η αναγνώρισή του από τη Σαουδική Αραβία), μεταξύ των οποίων και η Τουρκία, όπως και να εξευρεθεί λύση στη Συρία, η οποία θα ικανοποιεί όλα τα εμπλεκόμενα μέρη, δεν θα βάλει σε περιπέτειες την υφιστάμενη προσωρινή κυβέρνηση και θα κρατήσει μακριά το Ιράν αλλά και τη Ρωσία. Επίσης, θα πρέπει ο Λίβανος να επιστρέψει σε τροχιά σχετικής κανονικότητας, μια συνθήκη που επιδιώκεται και για τη Λιβύη, αλλά είναι ακόμη εξαιρετικά πρόωρη. Εν τω μεταξύ, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοίνωσε μόλις την περασμένη Πέμπτη ένα πρόγραμμα συνεργασίας για τη Μεσόγειο, το οποίο τιτλοφορείται «Σύμφωνο για τη Μεσόγειο, μία θάλασσα, ένα μέλλον». Προβλέπει κοινές δράσεις, από την πράσινη ενέργεια και τις επενδύσεις μέχρι τις μεταναστευτικές ροές και την προστασία κρίσιμων υποδομών. Επομένως, η ελληνική πρωτοβουλία θα μπορούσε κάποια στιγμή να διευρυνθεί και να συμπεριλάβει πτυχές του ευρωπαϊκού συμφώνου, ή να ενταχθεί σ’ αυτό. Σε μεταγενέστερο χρόνο, η Αθήνα θα μπορούσε να προωθήσει μια συνολική προσπάθεια σύγκλισης, η οποία θα περιλαμβάνει την κοινωνία των πολιτών, επιστημονικούς φορείς, επιμελητήρια, επιχειρηματίες, ένα διαπολιτισμικό και διαθρησκευτικό διάλογο και βέβαια τη νέα γενιά. Και η Κρήτη θα μπορούσε να αποτελέσει σημείο αναφοράς για τη μεγαλύτερη περιφερειακή διάδραση, ακόμη και φιλοξενώντας μια γραμματεία που θα χειρίζεται τις υποθέσεις της Ανατολικής Μεσογείου και βέβαια θα οργανώνει συναντήσεις.
Αυτή τη στιγμή, πάντως, εκ των πραγμάτων θα περιοριστούμε σε ένα πιο ρεαλιστικό σενάριο, που αφορά τη διοργάνωση ενός φόρουμ ανταλλαγής απόψεων και τοποθετήσεων για τις κοινές προκλήσεις, αλλά και τις μεγάλες διαφορές μεταξύ των κρατών της περιοχής. Υπό προϋποθέσεις, θα μπορούσαμε να οδηγηθούμε σε έναν μηχανισμό αλληλοενημέρωσης και όπου απαιτείται συντονισμού, προκειμένου να αποφεύγονται παρανοήσεις πριν οδηγηθούν σε κρίσεις. Κάτι τέτοιο δεν φαντάζει εύκολο. Γιατί αντικειμενικά κανένας περιφερειακός μηχανισμός δεν γίνεται να συνδυάσει τα αντικρουόμενα συμφέροντα Ελλάδας και Τουρκίας ή Λιβύης και Αιγύπτου γύρω από τη νομική διαφορά που έχει δημιουργηθεί με τις δύο αλληλοεπικαλυπτόμενες συμφωνίες οριοθέτησης ΑΟΖ. Είναι πιθανότερο αυτά τα ευαίσθητα και προβληματικά ζητήματα να μη μείνουν εκτός συζήτησης, αλλά να δοθεί έμφαση σε ενεργειακά και επιχειρηματικά σχέδια, τα οποία μάλιστα υπερβαίνουν τους περιφερειακούς δρώντες.
Ολα αυτά βέβαια θα συμβούν σε περίπτωση που οι χώρες που θα προσκληθούν από την Ελλάδα συνηγορήσουν και δεν αρνηθούν, επί παραδείγματι η Τουρκία για τη συμμετοχή της Κύπρου, ή δεν θελήσουν να προσθέσουν ή να αφαιρέσουν από την ατζέντα της συζήτησης θέματα που κρίνουν δικές τους προτεραιότητες ή που θα αναδείξουν μόνο και μόνο για να τορπιλίσουν την ελληνική προσπάθεια. Μέχρι σήμερα έχουμε ακούσει προτάσεις για τη διεξαγωγή περιφερειακής διάσκεψης, αρχικά από την Ευρώπη και εν συνεχεία από την Τουρκία, καμία όμως από αυτές δεν συγκεκριμενοποιήθηκε. Σε μια χρονική στιγμή που οι συνεννοήσεις καθίστανται αναγκαιότητα και αποτελούν προτεραιότητα της αμερικανικής πολιτικής, η οποία, άλλωστε, συχνά κινείται με τρόπο επιθετικό και απόλυτο στην επιβολή διευθετήσεων που την εξυπηρετούν, η Αθήνα αποφασίζει να πάρει την πρωτοβουλία των κινήσεων. Υπάρχει άλλωστε η τεχνογνωσία από τριμερή και πολυμερή σχήματα στην περιοχή, ωστόσο το συγκεκριμένο είναι το πλέον ετερόκλητο και προς τούτο οι πιθανότητες να ευοδωθούν οι προσπάθειες είναι εξαιρετικά περιορισμένες. Ομως, θα πρέπει να εξηγήσουν όσα κράτη αρνηθούν την πρόσκληση τους λόγους, ενώ θα είναι χρήσιμο αυτή η πρωτοβουλία να έχει πάρει κάποιου είδους «πράσινο φως» από τις Ηνωμένες Πολιτείες και δευτερευόντως από την Ευρωπαϊκή Ενωση. Η Ελλάδα, που μέχρι πρότινος αρνούνταν αναίτια και πεισματικά την προοπτική μιας περιφερειακής διάσκεψης, υπό το πρίσμα των νέων συνθηκών επιχειρεί να πάρει την πρωτοβουλία των κινήσεων. Αρκεί να είναι μια καλά σχεδιασμένη κίνηση συγκαθορισμού της ατζέντας και όχι μια σπασμωδική αντίδραση απέναντι στην ενδεχόμενη προσπάθεια των ΗΠΑ να προτείνουν ή και να επιβάλλουν λύσεις στην περιοχή μας.
* O κ. Κωνσταντίνος Φίλης είναι διευθυντής του Ινστιτούτου Διεθνών Υποθέσεων (IGA), καθηγητής του Αμερικανικού Κολλεγίου Ελλάδος.
(από την εφημερίδα "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ")