να περιορίσει την ενεργειακή εξάρτησή της από τη Μόσχα. Και όχι μόνο τούτο: Ενθαρρύνει παράλληλα τρίτες χώρες, εκτός της Ένωσης να ακολουθήσουν την ίδια γραμμή. Ωστόσο, την ώρα που η Ρωσία προσφέρει πετρέλαιο και φυσικό αέριο σε μειωμένες τιμές, αρκετά κράτη, μεταξύ των οποίων η Κίνα και η Ινδία έχουν αυξήσει τις εισαγωγές τους, αξιοποιώντας το φθηνό αργό για να καλύψουν τη διαρκώς αυξανόμενη εγχώρια ζήτηση.
Παρά λοιπόν τις προσπάθειες, η Ευρώπη δεν έχει καταφέρει να απεξαρτηθεί πλήρως από τη ρωσική ενέργεια. Αντιθέτως! Παραμένει ο μεγαλύτερος αγοραστής ρωσικού υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) διεθνώς, αφού σε αυτή καταλήγει το 51% των ρωσικών εξαγωγών, ενώ παραμένει και βασικός προορισμός για το 36% του ρωσικού φυσικού αερίου που διοχετεύεται μέσω αγωγών.
Μάλιστα, χώρες που υποστηρίζουν ενεργά τις κυρώσεις, όπως η Γαλλία, η Ισπανία και η Ολλανδία, συγκαταλέγονται μεταξύ των μεγαλύτερων αγοραστών ρωσικού αερίου, την ώρα που η Ε.Ε. έχει δεσμευτεί να τερματίσει τη χρήση ρωσικού LNG έως το 2027.
Μόνο κατά το α’ εξάμηνο του έτους, η αξία των εισαγωγών ρωσικής ενέργειας στους 27 αυξήθηκε από τα 4, στα σχεδόν 5,3 δισ. δολάρια. Το συνολικό διμερές εμπόριο Ε.Ε.–Ρωσίας το 2024 ανήλθε στα 80 δισ. δολάρια, από τα οποία τα 42,4 δισ. ευρώ αφορούσαν σε εισαγωγές.
Φυσικά, αυτή η παραδοξότητα δεν έχει περάσει απαρατήρητη στον Λευκό Οίκο. Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ απείλησε την Ινδία και την Κίνα με επιβολή δασμών μέχρι και 100%, εφόσον συνεχίσουν να αγοράζουν ρωσικό πετρέλαιο, και κάλεσε την Ευρώπη να συνταχθεί με τις θέσεις της χώρας του στο ζήτημα.
Η Ινδία, από την πλευρά της, κατηγόρησε τις ΗΠΑ και την Ε.Ε. για «αδικαιολόγητη και παράλογη» στοχοποίηση, υπογραμμίζοντας πως οι ίδιες οι δυτικές χώρες συνεχίζουν να εισάγουν ρωσική ενέργεια. Ο Ινδός πρωθυπουργός, Ναρέντρα Μόντι και ο εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών της χώρας, σημείωσαν ότι η στροφή της Ινδίας στη ρωσική αγορά έγινε επειδή οι παραδοσιακοί προμηθευτές στράφηκαν προς την Ευρώπη μετά την εισβολή, με τις ΗΠΑ να ενθαρρύνουν τότε τις ινδικές εισαγωγές για λόγους «σταθερότητας των αγορών».
Την ίδια στιγμή, η Ε.Ε. έχει ήδη επιβάλει κυρώσεις στην ινδική εταιρεία διύλισης Nayara, που ανήκει κατά πλειοψηφία σε ρωσικά συμφέροντα, καθώς και απαγόρευση εισαγωγής διυλισμένων προϊόντων που παράγονται από ινδικό αργό. Το μέτρο έπληξε σοβαρά τα διυλιστήρια της χώρας, κάτι που πυροδότησε ένα νέο γύρο αντιπαράθεσης μεταξύ των δύο πλευρών.
Ο Ντόναλντ Τραμπ δεν σταματά εδώ. Εντείνει την πίεση, αυτή τη φορά και προς τις χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ, και τους ζητά να διακόψουν πλήρως τις αγορές ρωσικού πετρελαίου.
«Είμαι έτοιμος να επιβάλω σημαντικές κυρώσεις στη Ρωσία όταν όλα τα μέλη της Συμμαχίας συμφωνήσουν και σταματήσουν να αγοράζουν ρωσικό πετρέλαιο», ανέφερε χαρακτηριστικά. Στόχος, όπως υπογραμμίζει ο ίδιος, είναι να ασκηθούν ακόμη μεγαλύτερες πιέσεις στον Ρώσο ομόλογό του, Βλαντίμιρ Πούτιν, για να τερματίσει τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Ωστόσο, η εμμονή της Ουάσιγκτον και των Βρυξελλών να κατακεραυνώνουν και να επιβάλουν τιμωρητικούς εμπορικούς δασμούς σε χώρες όπως η Ινδία, όταν οι ίδιες συνεχίζουν να έχουν συναλλαγές με την Μόσχα, μοιάζει υποκριτική καθώς δημιουργεί την εντύπωση ότι ακολουθούν μια πολιτική δύο μέτρων και δύο σταθμών.
Και είναι αυτή η “αντίφαση” που, όπως επισημαίνουν οι έχοντες καλή γνώση των διεθνών σχέσεων, ενδέχεται να αποδυναμώσει τις προσπάθειες άσκησης διπλωματικών πιέσεων προς το Κρεμλίνο.
H θέση της Ελλάδας
Τον περασμένο Αύγουστο οι εισαγωγές ρωσικού φυσικού αερίου μέσω αγωγών στη χώρα μας μειώθηκαν σε 1,64 TWh, από 35,8 TWh το 2024, όταν οι εισαγωγές από την Ρωσία έφθασαν στο 51,6% των συνολικών, σε ετήσια βάση. Μάλιστα, πέρυσι, οι εισαγωγές ρωσικού φυσικού αερίου ήταν +23% περισσότερες από το αμέσως προηγούμενο έτος, 2023. Η αιτία για τη δραστική μείωση εισαγωγών ρωσικού αερίου μέσω αγωγών ήταν η αλματώδης αύξηση των εισαγωγών αμερκανικού LNG.