Όλα δείχνουν ότι ο Αμερικανός πρόεδρος θέλει να αποστασιοποιηθεί από την Ευρώπη, την οποίαν δεν συμπαθεί ιδιαιτέρως. Τη θεωρεί μια επαρμένη οντότητα, απομακρυσμένη από τις αρχές και τις φιλοδοξίες του και η οποία τελικά κοστίζει στην Αμερική.
Όπως φαίνεται έτσι από δηλώσεις, ειρωνικά σχόλια και διάφορα υπονοούμενά του, βασικός στόχος της προεδρίας του είναι να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις κατακερματισμού της σημερινής Ένωσης και γιατί όχι διάλυσης της σε δεύτερη ή και τρίτη φάση.
Με βάση έτσι το στόχο αυτόν, ο οποίος ειρήσθω εν παρόδω, συμπίπτει με αντίστοιχο της ρωσικής πολιτικής Πούτιν, υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ότι ο Ντόναλντ Τραμπ, παρά το αντιφατικό και αλλοπρόσαλλο στυλ του, ακολουθεί ένα ακριβές στρατηγικό σχέδιο.
Ένα σχέδιο εξάλλου, το οποίο εκμεταλλεύεται και τις δομικές ανεπάρκειες των Ευρωπαίων, οι οποίοι δείχνουν να μην έχουν διδαχθεί πολλά πράγματα από την πρώτη θητεία Τραμπ στο Λευκό Οίκο.
Μια πρώτη επιλογή και κίνηση του Τραμπ, πριν ακόμα αναλάβει τα καθήκοντά του, ήταν και είναι η υποστήριξη των αντιευρωπαϊκών κομμάτων και κινημάτων με θετικά έως τώρα αποτελέσματα. Η άνοδος του γερμανικού κόμματος AfD, η πολιτική δύναμη των Πολωνών και Ρουμάνων ευρωσκεπτικιστών, οι τοποθετήσεις του Ούγγρου πρωθυπουργού στο ουκρανικό, η ενίσχυση του Γαλλικού Συναγερμού της Μαρίν Λεπέν, είναι επιτεύγματα που αποδυναμώνουν την ευρωπαϊκή συνοχή, δημιουργούν ρωγμές στην Ατλαντική Συμμαχία και σίγουρα υπονομεύουν τη διεθνή εικόνα της Ευρώπης, με ότι αυτό συνεπάγεται σε γεωπολιτικό επίπεδο.
Ενισχύοντας έτσι τις υπάρχουσες εσωτερικές διακρίσεις στην Ευρωπαϊκή ένωση, ο Τραμπ ευελπιστεί να πετύχει μέρος των στόχων του στις κρίσιμες ευρωπαϊκές εκλογικές αναμετρήσεις του 2027, που είναι οι γαλλικές προεδρικές εκλογές και οι βουλευτικές εκλογές στην Ιταλία, Πολωνία και Ελλάδα.
Μια δεύτερη συνειδητή επιλογή του Ντόναλντ Τράμπ στις σχέσεις του με την Ευρώπη, είναι ο θεματικός διαχωρισμός των διαπραγματεύσεων με αυτήν. Όπως είναι γνωστό, η Ευρώπη από τον Ιούνιο έως σήμερα μίλησε τρεις φορές με την Αμερική για τρία διαφορετικά θέματα: ΝΑΤΟ, δασμοί, Ουκρανία. Και οι συνομιλίες έγιναν τον Ιούνιο, Ιούλιο και Αύγουστο.
Με αυτόν τον διαπραγματευτικό διαχωρισμό, ο Τράμπ, πέτυχε δύο παραχωρήσεις, τόσο στο επίπεδο της ασφάλειας της Ε.Ε. όσο στη συνέχεια και στον εμπορικό τομέα, αποφεύγοντας οποιαδήποτε ευρωπαϊκή μόχλευση.
Υπό παρόμοιες συνθήκες, η Ευρώπη δύσκολα θα μπορεί να αντισταθεί σε οποιονδήποτε εκβιασμό για την Ουκρανία. Τα γεγονότα, όπως εξελίσσονται, μετά τη συνάντηση Τραμπ – Πούτιν στην Αλάσκα, μας δείχνουν ότι ο Τραμπ από πρακτικής πλευράς γνωρίζει καλά τι κάνει και παίζει με τη χειραγώγηση σε ηπειρωτική κλίμακα.
Διατηρώντας την αβεβαιότητα σχετικά με την αμερικανική υποστήριξη προς το Κίεβο, ο Αμερικανός πρόεδρος έχει παραλύσει τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Τις έχει κάνει πιο εύπλαστες σε άλλα ζητήματα.
Η Ουκρανία γίνεται γεωπολιτικός όμηρος. Η επιβίωσή της εξαρτάται από την ευρωπαϊκή υπακοή όσον αφορά τους τελωνειακούς δασμούς και τις αμερικανικές γεωπολιτικές προθέσεις. Υπάρχει όμως και η ρωσική διάσταση που αποκαλύπτει την πραγματική έκταση των υπολογισμών του Τραμπ.
Η Ουκρανία δεν είναι απλώς ένα μέσο πίεσης έναντι της Ευρώπης. Είναι το διαπραγματευτικό χαρτί σε μια μεγαοικονομική συμφωνία με τη Μόσχα.. Ο Ντόναλντ Τραμπ εξετάζει το ενδεχόμενο μοιράσματος σφαιρών επιρροής.
Η εγκατάλειψη της Ουκρανίας, έστω και εν μέρει, θα άνοιγε τις πύλες του μαζικού ρωσοαμερικανικού εμπορίου: υδρογονάνθρακες, πρώτες ύλες, αγορές ανοικοδόμησης. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Χάουαρντ Λάτνικ, ο δισεκατομμυριούχος υπουργός Εμπορίου των ΗΠΑ βρισκόταν στην Αλάσκα.
Μια συνολική αμερικανο-ρωσική γεωοικονομική συναλλαγή σήμερα, θα μετέτρεπε τον ουκρανικό πόλεμο σε αμερικανικό τζακ-ποτ, κάτι που «λατρεύει» ο Τραμπ, όταν αυτοπροβάλλεται ως «αυτοκράτορας των deal».
Γίνεται κατάδηλο επίσης από τις εξελίξεις, ότι η Ουάσινγκτον είχε μόνο μία επείγουσα ανάγκη με το Κίεβο: να οριστικοποιήσει μια συμφωνία για τις σπάνιες γαίες… Η δεύτερη φάση βρίσκεται σε εξέλιξη: να ανακτήσει τις ρωσικές αγορές ενέργειας που έχει χάσει η Ευρώπη.
Παράλληλα, να καθιερωθεί ως ο μοναδικός μεσολαβητής στη σύγκρουση. Η Ευρώπη θα βρεθεί διπλά ηττημένη. Στερημένη από τον ρωσικό ενεργειακό εφοδιασμό και αναγκασμένη να αγοράζει αμερικανικά υποκατάστατα σε υψηλότερη τιμή. Αυτά είναι τα περίφημα 750 δισ. δολάρια σε ΥΦΑ και πυρηνικό καύσιμο που υποσχέθηκε η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάινεν στα τέλη Ιουλίου, στο γήπεδο γκολφ της Σκωτίας του προέδρου Τραμπ.
Αυτή η χειραγώγηση αποκαλύπτει έναν τρομερό στρατηγικό κυνισμό: τη χρήση του πολέμου ως μέσου οικονομικής πίεσης στους συμμάχους κάποιου, ενώ παράλληλα προετοιμάζει μια αλλαγή στη συμμαχία που θα μετέτρεπε τη Ρωσία σε έναν προνομιούχο εμπορικό εταίρο.
Τέλος, θα πρέπει οι Ευρωπαίοι να λάβουν σοβαρά υπόψη τους το θέμα της Γροιλανδίας. Η τελευταία από την αρχή της θητείας του Τράμπ αποτελεί στόχο του. Είναι ζωτικό κομμάτι της αρκτικής πολιτικής που θέλει να ακολουθήσει και που η Αμερική είχε παραμελήσει για πολλές δεκαετίες.
Εάν ο Τράμπ, μετά μια «συμφωνία» με τον Πούτιν ικανοποιηθεί, η δανική Αρκτική θα αποτελέσει τεράστιο θέμα για τις σχέσεις Ευρώπης – Αμερικής Μέχρι τότε, υπολογίζουν οι σύμβουλοι του Τραμπ, μεταξύ των οποίων και κάποιοι δισεκατομμυριούχοι, η Ευρώπη θα έχει αποδυναμωθεί πολιτικά από κινήματα κατά της E.E., θα έχει εξαντληθεί οικονομικά από τις παραχωρήσεις του NATO (με τις επερχόμενες αγορές αμερικανικού εξοπλισμού) και του εμπορίου και θα έχει εξουδετερωθεί γεωπολιτικά από την ουκρανική αβεβαιότητα. Σε αυτό το σενάριο, θα είναι σε θέση να προσφέρει μόνο συμβολική αντίσταση στη de facto προσάρτηση δανικού εδάφους.
Αυτή η μέθοδος εκμεταλλεύεται τη δομική αδυναμία της Ευρώπης. Την αδυναμία της να σκεφτεί στρατηγικά πέρα από τις εθνικές εκλογικές προθεσμίες. Ενώ οι ευρωπαίοι ηγέτες διαχειρίζονται τις αντίστοιχες δημοσκοπήσεις τους, η Ουάσιγκτον αναπτύσσει ένα μακροπρόθεσμο όραμα. Μετατρέπει σταδιακά την Ατλαντική Συμμαχία σε αμερικανικό προτεκτοράτο.
Ένα άγνωστο παραμένει: η ευρωπαϊκή αφύπνιση. Σε αντίθεση με προηγούμενες περιπτώσεις όπου η Ευρώπη δέχθηκε διάχυτη πίεση, μια επίθεση στη Γροιλανδία θα αποτελούσε μετωπική εδαφική επίθεση εναντίον ενός μέλους της Ένωσης. Η απόλυτη δοκιμασία της ικανότητας της Ευρώπης να συνέλθει.
Εάν αυτή η αφύπνιση δεν πραγματοποιηθεί, η πιθανή κατάκτηση της Αρκτικής, που παρουσιάζεται ως συναλλαγή ακινήτων, θα επιβεβαιώσει τη μετατροπή του Βόρειου Ατλαντικού σε αμερικανική λίμνη. Η Ευρώπη θα στερηθεί τότε οριστικά τους τελευταίους στρατηγικούς μοχλούς της στην περιοχή.
Όπως γράφει στο «Λε Πουάν» ο Εμμανουέλ Μπερέτα, σημαντικός αρθρογράφος του γαλλικού περιοδικού, «…ο Ντόναλντ Τραμπ, στην παρούσα φάση δεν παίζει παραδοσιακά γεωπολιτικά παιχνίδια. Ενορχηστρώνει μια παγκόσμια αναδιανομή των οικονομικών ροών. Η Ευρώπη δεν είναι πλέον εταίρος, αλλά ανταγωνιστής που πρέπει να εξουδετερωθεί. Η Ρωσία δεν είναι πλέον αντίπαλος, αλλά μια δεξαμενή πόρων που πρέπει να αξιοποιηθεί. Η Ουκρανία δεν είναι πλέον μια χώρα που πρέπει να υπερασπιστεί κανείς, αλλά μια περιοχή που πρέπει να γίνει αντικείμενο διαπραγμάτευσης.
Αυτό το συναλλακτικό όραμα της παγκόσμιας τάξης αποκαλύπτει το πραγματικό σχέδιο του Τραμπ: να αντικαταστήσει τη Δυτική Συμμαχία ως αυτοανακηρυγμένο υποτελή της Ευρώπης, αποδυναμωμένο και κατακερματισμένο, υποβαθμισμένο στο ρόλο ενός κουμπαρά για τα αμερικανικά ομοσπονδιακά οικονομικά…..».
Από ιστορικής πλευράς, η μεταπολεμική Ευρώπη βρίσκεται σε μια κρίσιμη υπαρξιακή φάση. Σε λιγότερα από δύο χρόνια, η σημερινή Ε.Ε. θα συμπληρώσει 70 χρόνια ζωής. Θα ήταν ιστορικό ατύχημα να τα πετάξει στο σκουπιδοτενεκέ της ιστορίας, προς χάρη παραληρηματικών αρχηγών κρατών και ανόητων λαϊκιστών.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.
*Από euro2day.gr