τα τελευταία χρόνια έχει αναδειχθεί σε πόλο έλξης των δυνάμεων που συγκροτούν τον παγκόσμιο Νότο, ενώ έχει αποκρούσει με επιτυχία τις αμερικανικές πιέσεις για την επίτευξη ενός άμεσου συμβιβασμού στον τομέα του εμπορίου. Η νέα παράταση της εκεχειρίας μεταξύ Ουάσιγκτον και Πεκίνου λήγει τον Νοέμβριο.
Επιτάχυνση
Είναι δε γεγονός ότι η επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στο Λευκό Οίκο επιτάχυνε την διαδικασία αυτή, τόσο δια των πολιτικών του δόγματος “Πρώτα η Αμερική”, όσο και με τις δραστικές περικοπές στη διεθνή βοήθεια, τους εμπορικούς δασμούς, και τον αμερικανικό σκεπτικισμό απέναντι στους διεθνείς θεσμούς. Οι χώρες του Παγκοσμίου Νότου έχουν πλέον κατανοήσει ότι η στήριξη στην αμερικανική βοήθεια είναι σχετική και υπό όρους, ενώσυχνά εμπεριέχει την πλήρη υποταγή στις απαιτήσεις του Αμερικανού Προέδρου. Το αποτέλεσμα δεν είναι μόνο μια στροφή των χωρών αυτών προς την Κίνα, που προβάλλεται ως το αντίπαλο δέος, αλλά και μια ευρύτερη δομική αλλαγή που οδηγεί σε περιφερειακές συνεργασίες και ομαδοποιήσεις εντός του Παγκοσμίου Νότου, που αν και οι χώρες που τον απαρτίζουν έχουν μεγάλες διαφορές, προσπαθούν να επικεντρωθούν στις κοινές στοχεύσεις.
Την ώρα λοιπόν που ο Τραμπ προσπαθεί να κλείσει εμπορικές συμφωνίες και να επιτύχει έστω μια παύση στα πολεμικά μέτωπα, ο παγκόσμιος Νότος ανασυγκροτείται. Για παράδειγμα η Ομάδα των BRICS επεκτείνεται συνεχώς με νέα μέλη, όπως η Αίγυπτος, η Αιθιοπία, το Ιράν, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και η Ινδονησία. Οι χώρες αυτές είναι ετερόκλητες, ιδεολογικά, πολιτικά, θρησκευτικά και καθεστωτικά. Ωστόσο όλες οι χώρες έχουν κάποια κοινά ενδιαφέρονται για την προαγωγή του εμπορίου, την τεχνολογική καινοτομία, την ανάπτυξη του χρηματοπιστωτικού τομέα και την συνεργασία σε διπλωματικό επίπεδο. Στο πλαίσιο αυτό Ινδία και η Κίνα ανακοίνωσαν στις 13 Αυγούστου ότι αποκαθιστούν τις οικονομικές σχέσεις τους που είχαν περιέλθει σε κρίση λόγω της αιματηρής σύγκρουσης στα σύνορα το 2020. Μια κίνηση που δεν είναι τυχαία μετά την επιβολή δασμού 50% από τον Ντόναλντ Τραμπ στο Νέο Δελχί.
Η στόχευση του Μόντι άλλαξε ριζικά αυτό το μήνα, όταν ο Τραμπ διπλασίασε τους δασμούς στα ινδικά προϊόντα στο 50% ως τιμωρία για τις αγορές ρωσικού πετρελαίου. Οι δηλώσεις του προέδρου των ΗΠΑ ότι η οικονομία της Ινδίας ήταν "νεκρή" και τα δασμολογικά της εμπόδια "απαράδεκτα" έθεσαν σε περαιτέρω δοκιμασία τις σχέσεις. Το πλήγμα από τον μεγαλύτερο εμπορικό εταίρο της Ινδίας ήταν βαρύ ειδικά αν αναλογισθεί κανείς ότι ο Ινδός Πρωθυπουργός είχε επενδύσει πολλά στην στενή σχέση με τον Αμερικανό Πρόεδρο, καθώς ήταν από τους πρώτους ξένους ηγέτες που τον επισκέφτηκαν μετά την επιστροφή του στο Λευκό Οίκο.
Στρατηγική αυτονομία
Αλλά και στη νοτιοανατολική Ασία η ASEAN κινείται με γνώμονα τη στρατηγική αυτονομία των χωρών μελών της, κάτι που οδηγεί σε απτές οικονομικές, επενδυτικές και εμπορικές επιλογές με συγκεκριμένο σύστημα πληρωμών και κυβερνοασφάλειας, με ειδικό μηχανισμό προστασίας του κλίματος και περιβάλλοντος. Μάλιστα στα μέσα Αυγούστου πραγματοποιήθηκε ένα συνέδριο μεταξύ της Κίνας και της ASEAN (Μπρουνέι, Καμπότζη, Ινδονησία, Λάος, Μαλαισία, Μιανμάρ, Φιλιππίνες, Σιγκαπούρη, Ταϊλάνδη και Βιετνάμ) με στόχο την τεχνολογική συνεργασία. “Τα έθνη της Νοτιοανατολικής Ασίας είναι έτοιμα να επιταχύνουν την υιοθέτηση νέων τεχνολογιών και την ψηφιοποίηση των κοινωνιών τους, δήλωσε ο Υπουργός Ψηφιακής Πολιτικής της Μαλαισίας, Γκόμπιντ Σινγκ Ντέο, την περασμένη Τετάρτη. “Τα σημαντικά πλεονεκτήματα της Κίνας στην τεχνητή νοημοσύνη (AI), τα διασυνοριακά συστήματα και άλλους αναδυόμενους τομείς υψηλής τεχνολογίας θα επιτρέψουν στα μέλη του Συνδέσμου Χωρών της Νοτιοανατολικής Ασίας (ASEAN) να διασφαλίσουν ότι οι προσπάθειές τους θα φτάσουν σε όλα τα επίπεδα της κοινωνίας, διασφαλίζοντας την χωρίς αποκλεισμούς και βιώσιμη ανάπτυξη”, δήλωσε ο Γκόμπιντ στην ομιλία του στο Συνέδριο. Ανάλογες συνέργειες υπάρχουν και στην Αφρική, όπου οι 54 χώρες μέλη της AFCFTA δημιουργούν μια παν – αφρικανική ανοικτή αγορά, με κοινούς κανόνες, επενδύσεις και δίκτυα υποδομής, παραβλέποντας καθεστωτικές, ιδεολογικές και θρησκευτικές διαφορές. Και είναι προφανές ότι η προσπάθεια του Τραμπ να πιέσει για γρήγορες συμφωνίες δεν θα είναι τόσο εύκολη υπόθεση, ειδικά όταν έχει απέναντι τους παίκτες όπως η Κίνα ή συμμαχίες κρατών όπως οι BRICS.