Το ενδιαφέρον για τη γεωθερμική ενέργεια έχει αυξηθεί από την έναρξη της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία το 2022 και την απότομη αύξηση των τιμών της ενέργειας που αυτή προκάλεσε, ωθώντας τόσο τις δημοτικές επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας όσο και τις εταιρείες ενέργειας να αναζητήσουν νέες λύσεις θέρμανσης χαμηλών εκπομπών άνθρακα.
Η προσπάθεια της Γερμανίας να μειώσει τις εκπομπές από τον κτιριακό τομέα, όπου η θέρμανση αποτελεί σημαντικό παράγοντα, έχει τροφοδοτήσει περαιτέρω τις επενδύσεις σε αυτόν τον τομέα. Σύμφωνα με μια μελέτη του 2023 από το Ινστιτούτο Fraunhofer, η Γερμανία κατέχει μερικά από τα μεγαλύτερα γεωθερμικά αποθέματα της Ευρώπης, με δυνατότητα να καλύψει πάνω από το ένα τέταρτο των ετήσιων αναγκών θέρμανσης. Ωστόσο, η ανάπτυξη έχει επιβραδυνθεί εδώ και καιρό λόγω της αντίθεσης των τοπικών κοινωνιών και των πολύπλοκων κανονιστικών εμποδίων.
Η προτεινόμενη νομοθεσία επιδιώκει να μειώσει τη γραφειοκρατία μέσω της απλοποίησης των διαδικασιών έγκρισης που αφορά γεωθερμικά εργοστάσια, αντλίες θερμότητας, θερμική αποθήκευση και αγωγούς τηλεθέρμανσης. Στο πλαίσιο της νομοθεσίας αυτής, τέτοιου είδους έργα θα χαρακτηρίζονται ως «υπέρτατου δημόσιου συμφέροντος» — θα έχουν δηλαδή το ίδιο καθεστώς που χορηγείται στην αιολική και ηλιακή ενέργεια — και θα υπάρξει ταχύτερη αδειοδότηση μέσω αλλαγών στους νόμους περί εξόρυξης, ύδρευσης και περιβάλλοντος.
Το νομοσχέδιο ορίζει επίσης αυστηρές προθεσμίες για την έγκριση των έργων από τις κυβερνητικές αρχές και χαλαρώνει τους περιορισμούς στην γεωθερμική έρευνα. Το νομοσχέδιο θα υποβληθεί τώρα στην Κάτω Βουλή (Bundestag) και στην Άνω Βουλή (Bundesrat) για τελική έγκριση.