Η Τουρκία φαίνεται να εξασφαλίζει την προμήθεια 40 Eurofighter, γεγονός που επιβεβαιώνει ότι η αντιμετώπισή της από πολλές ευρωπαϊκές πρωτεύουσες είναι αισθητά διαφορετική συγκριτικά με το πρόσφατο παρελθόν, υποβοηθούμενη και από τη σταθερή σύμπλευσή της με το Ηνωμένο Βασίλειο

Στη σκιά των αποφάσεων του Αμερικανού προέδρου να αποστασιοποιηθεί από την ευρωπαϊκή άμυνα, με τους Ευρωπαίους απροετοίμαστους να διαχειριστούν αυτή την αναμενόμενη από το 2016 εξέλιξη, η αξία της Τουρκίας στα μάτια των περισσοτέρων έχει ενισχυθεί. Πέρα από την ισχυρή αμυντική βιομηχανία και το έντονο διπλωματικό αποτύπωμα, ο πρόεδρος Ερντογάν έχει καταφέρει να εξωραΐσει σε σημαντικό βαθμό τη μέχρι πρόσφατα εικόνα του αναξιόπιστου εταίρου αλλά και ταραχοποιού, προβάλλοντας το προφίλ μιας δύναμης που δίνει έμφαση στη διαμεσολάβηση. Εχει προς τούτο διακόψει/μετριάσει επιθετικές ενέργειες (π.χ. παραβιάσεις κυπριακής υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ, ελληνικού εναέριου χώρου), είναι πιο προσεκτικός στις δηλώσεις του σε βάρος της Δύσης, δεν απειλεί με εισβολή και πυραυλικές επιθέσεις την Ελλάδα, δεν απαιτεί την αναθεώρηση της Λωζάννης, ενώ η διακήρυξη των Aθηνών χρησιμοποιείται ως πιστοποιητικό καλής διαγωγής. Παραμένει βέβαια πύρινος σε βάρος του Ισραήλ, εντούτοις πιο επιλεκτικά, ώστε να μην επηρεαστεί η προσέγγισή του με τον Τραμπ.

Ταυτόχρονα, όμως, συντηρεί και διευρύνει το δόγμα της «Γαλάζιας Πατρίδας», εξακολουθεί να σφετερίζεται κυριαρχικά δικαιώματα Ελλάδας και Κύπρου και επιχειρεί με κάθε μέσο, ακόμη και παρεμποδίζοντας τις έρευνες του ιταλικού πλοίου «Ievoli Relume» νοτίως της Κάσου, να μην επιτρέψει στην Ελλάδα να ασκήσει κυριαρχία και κυριαρχικά δικαιώματα. Θέλει να παγώσει τον χρόνο στις περιοχές που είναι διαφιλονικούμενες και σε άλλες που έχει γκριζάρει, εκτιμώντας ότι συν τω χρόνω δημιουργούνται οι συνθήκες ατόνησης των ελληνικών θέσεων από τη στιγμή που αυτές δεν εφαρμόζονται. Και είναι αλήθεια ότι για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα η Ελλάδα αρκούνταν στη μονότονη επανάληψη των απόψεών της περί θαλασσίων ζωνών, χωρίς όμως να τις κατοχυρώνει, είτε με συμφωνίες με όμορα κράτη είτε με μονομερείς ενέργειες επί τη βάσει του δικαίου της θάλασσας ή της καλής πίστης. Χωρίς η ευθύνη να βαρύνει αποκλειστικά την ελληνική πλευρά, θα μπορούσαμε πριν από το τουρκολιβυκό σύμφωνο να έχουμε οριοθετήσει με τη Λιβύη ή και την Αίγυπτο, σε ανύποπτο χρόνο να έχουμε επεκτείνει τα χωρικά μας ύδατα νοτίως της Κρήτης στα 12 ναυτικά μίλια, το ίδιο θα μπορούσαμε να έχουμε πράξει και στην περιοχή τμηματικής οριοθέτησης με την Αίγυπτο αλλά και νοτίως του Καστελλόριζου. Σήμερα, πάντως, βρίσκεται σε εξέλιξη ένα ενεργητικό σχέδιο έμπρακτης εδραίωσης της θέσης μας σε Αιγαίο και ανατολική Μεσόγειο, και ασφαλώς η χωροθέτηση θαλασσίων πάρκων, με τη συμπερίληψη νησιών και νησίδων που η Τουρκία αποπειράται να γκριζάρει, είναι στη σωστή κατεύθυνση, όπως επίσης και η διαφαινόμενη συμμετοχή της Chevron στα θαλασσοτεμάχια νότια και νοτιοανατολικά της Κρήτης. Προκειμένου αυτό το σχέδιο να ολοκληρωθεί, απαιτούνται πολλές ακόμη κινήσεις, με την υλοποίηση του καλωδίου ηλεκτρικής διασύνδεσης Ισραήλ – Κύπρου – Ελλάδας να αποτελεί αυτονόητη προτεραιότητα.

Στην ευρύτερη ανατολική Μεσόγειο εντοπίζουμε, μεταξύ άλλων, αποτυχημένα κράτη, εμφύλιες συγκρούσεις και πολέμους δι’ αντιπροσώπων, μεταναστευτικές ροές, διαφωνίες για την οριοθέτηση θαλάσσιων συνόρων και ένα κράτος υπό κατοχή εδώ και 51 χρόνια. Υπάρχουν όμως και κοινές προκλήσεις γύρω από τις συνέπειες της κλιματικής κρίσης, για τις οποίες η Ελλάδα μπορεί να αναλάβει πρωταγωνιστικό ρόλο. Ετσι κι αλλιώς, η τάση που προϋπήρχε της έλευσης Τραμπ και ενισχύθηκε κατόπιν αυτής είναι οι διευθετήσεις να γίνονται μεταξύ των περιφερειακών δρώντων και όχι με την παρέμβαση της πολυμερούς διπλωματίας. Με άξονα τα κοινά προβλήματα, η Ελλάδα πρέπει σε συνεννόηση με περιφερειακούς συμπαίκτες της να προωθήσει την ιδέα της συνδιάσκεψης των κρατών της περιοχής, με τη συμμετοχή όλων, χωρίς εξωτερικούς πάτρωνες.

Από κει και πέρα, η στρατηγική μας απέναντι στην Τουρκία αλλά και συνολικά χρήζει αναθεώρησης, από τη στιγμή που η προοπτική της Χάγης έχει εξανεμισθεί και η Αγκυρα θεωρεί εαυτήν πολύ ισχυρή για να διαπραγματευτεί με διαλλακτικότητα με την Ελλάδα. Εμφαση πρέπει να δοθεί σε ένα νέο πλαίσιο ευρωτουρκικής προσέγγισης, με την Ελλάδα να δείχνει αποφασισμένη να διευθετήσει τις διαφορές της με την Τουρκία, με την υιοθέτηση ενός οδικού άξονα με αιρεσιμότητες και χρονοδιαγράμματα. Οι εταίροι μας δεν έχουν στις προτεραιότητές τους την ανάσχεση του τουρκικού αναθεωρητισμού, ωστόσο έχουν τις δικές τους προτεραιότητες στις οποίες η Ελλάδα έχει επίσης λόγο και ρόλο. Στα δικά τους βαρύνοντα ζητήματα θα πρέπει να είμαστε αμείλικτοι ώστε να εισακούονται οι ανησυχίες μας. Εξίσου, μέσω της ενίσχυσης της δημόσιας διπλωματίας μας και του καλύτερου συντονισμού όσων συμμετέχουν σε διεθνή fora, πρέπει να καταστήσουμε κοινό τόπο ότι ο ηγεμονικός αναθεωρητισμός της γείτονος είναι δομικός και ευρύτερα επικίνδυνος, αξιώνοντας τη στήριξη των συμμάχων μας στην άσκηση κυριαρχικών δικαιωμάτων και κυριαρχίας.

*Ο κ. Κωνσταντίνος Φίλης είναι διευθυντής του Ινστιτούτου Διεθνών Υποθέσεων (IGA), καθηγητής Διεθνών Σχέσεων Αμερικανικού Κολλεγίου Ελλάδος.

(από την εφημερίδα «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ»)

Ακολουθήστε το energia.gr στο Google News!Παρακολουθήστε τις εξελίξεις με την υπογραφη εγκυρότητας του energia.gr