Για τους περισσότερους αναλυτές και παρατηρητές της ενεργειακής αγοράς η πορεία των τιμών πετρελαίου κατά την διάρκεια του πρόσφατου πολέμου Ιράν-Ισραήλ κάθε άλλο παρά η αναμενόμενη ήταν. Κρίνοντας από τα στερεότυπα που έχουν αναπτυχθεί τα τελευταία χρόνια και θέλουν τις τιμές του αργού, και πρόσφατα αυτές του φ. αερίου, να εκτοξεύονται κάθε φορά που ξεσπά μια στρατιωτική αναμέτρηση στην ευαίσθητη περιοχή της Μέσης Ανατολής, η συμπεριφορά της διεθνούς αγοράς πετρελαίου τις τελευταίες δύο εβδομάδες ουδόλως ανταποκρίθηκε στις προβλέψεις. Δηλαδή, ενώ θα περίμενε κάποιος οι τιμές του

 

 

 Brent και των άλλων benchmarks, όπως του Αμερικανικού WTI και του Platts, να αυξηθούν σοβαρά με την έναρξη της πολεμικής αναμέτρησης, η τιμή του αργού σημείωσε μια αρχική ανατίμηση κατά 12% στις 13 Ιουνίου φθάνοντας τα $ 78.50 το βαρέλι, μόλις έγινε γνωστή η μεγάλη αεροπορική επιδρομή του Ισραήλ εναντίον πυρηνικών και αντι-αεροπορικών στόχων στο Ιράν, με την ταυτόχρονη εξόντωση της στρατιωτικής ηγεσίας, και ακολούθως κατά το μεγαλύτερο διάστημα κινήθηκε μεταξύ $ 69 και $ 76 χωρίς ιδιαίτερες ανοδικές εξάρσεις. Μόνο όταν έγινε γνωστό στις 16/6 ότι το Ισραήλ άρχισε να βάλει κατά ενεργειακών εγκαταστάσεων στο Ιράν (δηλ. μονάδες επεξεργασίας αερίου, διυλιστήρια, αποθηκευτικοί χώροι) παρατηρήθηκαν ισχυρές ανοδικές πιέσεις, (εδώ 17/6) χωρίς πάλι να οδηγήσουν τις τιμές σε πολύ υψηλά επίπεδα αφού η ανώτερη τιμή έφτασε τα $ 76.45 το βαρέλι για το Brent, ενώ στις 23/ 6, μετά τον αμερικανικό βομβαρδισμό, αυτή κορυφώθηκε στα $ 79.40.

Και ενώ η πολεμική αναμέτρηση βρισκόταν στο φόρτε της με εκατοντάδες αεροπορικούς βομβαρδισμούς καθημερινά από το Ισραήλ κατά στόχων στο Ιράν, και αντίστοιχες επιθέσεις με βαλλιστικούς πυραύλους του Ιράν κατά του Ισραήλ με απώλειες ανθρώπινης ζωής εκατέρωθεν (ιδίως από πλευράς Ιράν), μια δυσεξήγητη ηρεμία επικρατούσε στις αγορές, τόσο στην περιοχή του Κόλπου, όπου παράγεται και διακινείται περίπου το 1/4 της παγκόσμιας παραγωγής πετρελαίου και αερίου, όσο και στα διεθνή χρηματιστήρια εμπορευμάτων σε Σιγκαπούρη, Λονδίνο, Ν. Υόρκη και Σικάγο.

Υπήρξε όμως μια σειρά από βασικούς λόγους που συνέβαλλαν ώστε να συγκρατηθούν οι τιμές σε λογικά επίπεδα και να αποφευχθεί ένα νέο ράλι, που σύμφωνα με πολλούς αναλυτές θα οδηγούσε τις τιμές άνω των $ 100 το βαρέλι, ενώ μερικοί (βλ. Goldman Sachs) εκτιμούσαν ακόμα ότι αυτό μπορούσε ακόμα να φθάσει τα $ 120 και $ 150 το βαρέλι υπό ορισμένες προϋποθέσεις. Κάτι τέτοιο, δηλαδή εκτόξευση των τιμών στην στρατόσφαιρα του $ 100 + , θα είχε οδυνηρές συνέπειες για την διεθνή οικονομία, ιδίως εάν αυτές επέμεναν για μερικούς μήνες.(όπως ακριβώς συνέβη την περίοδο 2011-2014 όπου οι τιμές κυμαίνονταν συνεχώς γύρω από το όριο των $100 το βαρέλι).

Ο πρώτος και ουσιαστικότερος, κατά την άποψη μας λόγος, που απέτρεψε ένα ανοδικό ράλι στις τιμές πετρελαίου εν μέσω μιας σκληρής περιφερειακής αναμέτρησης, είναι χωρίς αμφιβολία το υψηλό επίπεδο ενημέρωσης της αγοράς (σε σύγκριση με το παρελθόν) για τα βασικά μεγέθη, δηλ.τα market fundamentals. Αυτά περιλαμβάνουν την ημερήσια παραγωγή σε παγκόσμιο επίπεδο, τις διακινούμενες δια θαλάσσης και μέσω αγωγών ποσότητες, τα αποθέματα τόσο εν πλω όσο και στην ξηρά (κυρίως στα διυλιστήρια), την εφεδρική παραγωγική ικανότητα του OPEC+ κλπ.

Με την παροχή έγκυρης πληροφόρησης από τον ΙΕΑ (ο οποίος συστήθηκε από τις χώρες του Ο.Ο.Σ.Α στον απόηχο της πρώτης πετρελαϊκής κρίσης το 1973), από τον ίδιο τον OPEC, από την Αμερικανική Υπηρεσία Ενεργειακής Ενημέρωσης (το Energy Information Administration), από το JODI (Joint Organisation Data Initiative), αλλά και από ιδιωτικούς οργανισμούς και εταιρείες όπως η Kpler, η Rystad και η Marine Traffic που ειδικεύονται στην παροχή real time information. Εάν τυχαίνει να είσαι παίκτης στην αγορά και επιθυμείς να τοποθετηθείς προκειμένου να αγοράσεις ή να πουλήσεις ποσότητες πετρελαίου (για φυσική παράδοση ή με συμβόλαια μελλοντικής παράδοσης) τότε συμβουλευόμενος τις ανωτέρω πηγές μπορείς να αποκτήσεις μια καλή εικόνα. Έχοντας ολοκληρωμένη και έγκυρη ενημέρωση σημαίνει ότι μειώνεται σημαντικά η αβεβαιότητα που υπάρχει ως προς την κατάσταση της διεθνούς αγοράς, και άρα μειώνεται αναλογικά το ρίσκο που καλείται να αναλάβει ο κάθε επενδυτής και trader.

Στην προκειμένη περίπτωση, και όπως αναφέραμε σε πρόσφατο άρθρο μας (εδώ) η προμήθεια της παγκόσμιας αγοράς κινήθηκε σε ικανοποιητικά επίπεδα με καθημερινή παραγωγή στα 104 εκατ. βαρέλια την ημέρα,(και με ανοδικές τάσεις) με τους παραγωγούς του Κόλπου να είναι υπεύθυνοι για τα 21 εκατ. βαρ/ ημέρα-με το 80% να εξάγεται στις διεθνείς αγορές- ενώ τα παγκόσμια αποθέματα ήσαν και αυτά σε υψηλά για την εποχή επίπεδα στα 7.670 εκατ. βαρέλια. Παράλληλα η εφεδρική παραγωγική ικανότητα των χωρών μελών του OPEC+ ήταν στα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων ετών, σχεδόν στα 6.5 εκατ. βαρέλια. με την Σ. Αραβία να είναι υπεύθυνη για το 40%.

Έχει ακόμα ενδιαφέρον η διαπίστωση ότι κατά τους τελευταίους 24 μήνες δεν σημειώθηκε ούτε μία περίπτωση διακοπής παραγωγής- εκτός από τις περιπτώσεις εργασιών συντήρησης-από μεγάλο κοίτασμα πετρελαίου. Όλες οι ανωτέρω παρατηρήσεις οδηγούν στο συμπέρασμα περί ομαλής λειτουργίας της παγκόσμιας αγοράς πετρελαίου και απρόσκοπτης προμήθειας αργού και αερίου LNG, ακόμα και εν μέσω της τελευταίας πολεμικής συρράξεως.

Ο δεύτερος λόγος που δεν παρατηρήσαμε εκτόξευση της τιμής του αργού, ενώ μαινόταν ένας αδυσώπητος πόλεμος, οφείλεται στο γεγονός ότι το Ισραήλ, πλην ελαχίστων περιπτώσεων δεν βομβάρδισε συστηματικά, εάν και μπορούσε, τις ενεργειακές εγκαταστάσεις του Ιράν, πετρελαίου και φ. αερίου, καθότι δεν επιθυμούσε να πλήξει την παραγωγική υποδομή του Ιράν. Ο λόγος δεν είναι άλλος από την στρατηγική απόφαση του Τελ Αβιβ και της Ουάσιγκτον να μην εμποδιστεί η παραγωγή, η διακίνηση και οι εξαγωγικές ροές πετρελαίου και φ. αερίου. Συνακόλουθη ήταν και η στρατηγική απόφαση της Τεχεράνης να μην επιχειρήσει να κλείσει τα Στενά του Ορμούζ (αν και υπήρχαν αντίθετες φωνές περί αυτού εντός του θεοκρατικού καθεστώτος) ώστε να διαφυλάξει τον εφοδιασμό της Κίνας, που είναι από τους μεγαλύτερους πελάτες του Ιράν και των άλλων παραγωγών του Κόλπου.

Ο τρίτος και τελευταίος λόγος είναι η άμεση και δυναμική εμπλοκή των ΗΠΑ με τον μαζικό και ταυτόχρονο βομβαρδισμό στις 22/6 των βασικών πυρηνικών εγκαταστάσεων του Ιράν, σε Φορντό, Νατάνζ και Ισπαχάν, με ειδικές διατρητικές βόμβες μεγάλης ισχύος (τύπου GBU-57, που θεωρείται η μεγαλύτερη συμβατική βόμβα όλων των εποχών με 30,000 lbs βάρος). Με τον βομβαρδισμό αυτό να σηματοδοτεί την αρχή του τέλους του 12 ήμερου πολέμου, αφού η καταστροφή των πυρηνικών εγκαταστάσεων του Ιράν ήταν και το ζητούμενο από το Ισραήλ και ο απώτερος στόχος της πολεμικής επιχείρησης του κατά της Τεχεράνης.

Παρά το γεγονός ότι μια ημέρα μετά το Ιράν εξαπέλυσε αναίμακτη πυραυλική επίθεση κατά της (εκκενωθείσας προηγουμένως) στρατιωτικής βάσης Al Udeid στο Κατάρ, η επέμβαση των ΗΠΑ και μάλιστα με εντυπωσιακό τρόπο (με τα βομβαρδιστικά Β-2 να επιχειρούν απευθείας από Αμερικανικό έδαφος) έστειλε ένα ηχηρό μήνυμα στις αγορές ότι ο Πρόεδρος Τραμπ και ο ισχυρότερος στρατιωτικός μηχανισμός του κόσμου ήσαν αποφασισμένοι με κάθε κόστος να κρατήσουν ανοικτές τις ενεργειακές οδούς του πλανήτη. (εδώ) Στέλνοντας συγχρόνως ένα δυνατό μήνυμα αποτροπής προς την Τεχεράνη υποχρεώνοντας την να διαπραγματευτεί άμεσα εκεχειρία. Για αυτό και από το απόγευμα της 22/6 υπήρξε έντονη αποκλιμάκωση της τιμής του αργού με αυτό να χάνει $ 7 το βαρέλι μέσα σε δύο ώρες και έκτοτε να κινείται σταθερά κάτω από τα $ 70.

Αν και η ενεργειακή αγορά είναι ιδιαίτερα ευάλωτη στις διάφορες εστίες αναταραχής ανά την υφήλιο, εν τούτοις η διατήρηση των τιμών σε λογικά επίπεδα φαίνεται ότι έχει αναδειχθεί ως κορυφαία προτεραιότητα και κοινός παρονομαστής στα κυβερνητικά επιτελεία των μεγάλων παραγωγών, αλλά και των μεγάλων δυνάμεων με προεξέχουσα τις ΗΠΑ υπό τον Τραμπ. Αυτό εξηγεί, σε μεγάλο βαθμό, γιατί παρά την σφοδρότητα των μαχών και πληγμάτων εκατέρωθεν, η παραγωγή και διακίνηση τεράστιων ποσοτήτων αργού και LNG σε καθημερινή βάση από τις χώρες του Περσικού Κόλπου, συνεχίστηκε κανονικά πλην μεμονωμένων περιπτώσεων.. Φαίνεται ότι το μάθημα από προηγούμενες κρίσεις (λ.χ. Ιράκ 2003, Λιβύη 2011) έχει εμπεδωθεί με εταιρίες, κυβερνήσεις και διεθνείς οργανισμούς να είναι ποιο έτοιμοι, σε σύγκριση με το παρελθόν, να αντιμετωπίσουν τις όποιες γεωπολιτικές προκλήσεις.

 

 

 

 

 

 

Ακολουθήστε το energia.gr στο Google News!Παρακολουθήστε τις εξελίξεις με την υπογραφη εγκυρότητας του energia.gr