της κατάρρευσης των τιμών του καυσίμου. Ωστόσο, ο κοινός στόχος των μελών του καρτέλ, δηλαδή η αποδυνάμωση της αμερικανικής βιομηχανίας, φαίνεται να υπερτερεί έναντι των οικονομικών ανησυχιών.
Η Μόσχα είναι διατεθειμένη να αποδεχθεί την περαιτέρω μείωση των περιορισμών που είχε επιβάλει ο OPEC+ στην ημερήσια παραγωγή του. Όπως εξηγούν πηγές από τη Ρωσία, η ρωσική αντιπροσωπεία θα ακολουθήσει την απόφαση των άλλων 7 κρατών-μελών που έχουν υποστεί τους περιορισμούς— της Σαουδικής Αραβίας, των ΗΑΕ, του Ιράκ, του Κουβέιτ, του Ομάν, της Αλγερίας, και του Καζακστάν. Οι 8 εταίροι αναμένεται να συναντηθούν στις 6 Ιουλίου προκειμένου να αποφασίσουν τι θα συμβεί με την παραγωγή του Αυγούστου. Σύμφωνα με τις έως τώρα ενδείξεις, οι απεσταλμένοι πιθανότατα θα εγκρίνουν μία ακόμα αύξηση της παραγωγής, τουλάχιστον κατά 411.000 βαρέλια την ημέρα.
Η Ρωσία μαζί με την Αλγερία και το Ομάν είχε εκφράσει ενστάσεις για τη συνέχιση των αυξήσεων κατά την προηγούμενη συνάντηση των 8 που πραγματοποιήθηκε στις αρχές Ιουνίου. Ο βασικός λόγος ήταν οι οικονομικές πιέσεις που δέχεται το Κρεμλίνο. Αφενός, η μείωση των τιμών του αργού σημαίνει λιγότερα έσοδα για τον ρωσικό προϋπολογισμό, ο οποίος είναι ήδη στο κόκκινο εξαιτίας των τεράστιων πολεμικών δαπανών. Αφετέρου, η ενίσχυση του ρουβλίου έναντι του δολαρίου κατά το πρώτο εξάμηνο του 2025 σημαίνει πως η τιμή κάθε βαρελιού μειώνεται περαιτέρω.
Αξίζει να σημειωθεί πως η Ρωσία χάνει έσοδα και από τις παράτυπες εξαγωγές μέσω του σκιώδους στόλου καθώς ο φόβος των αμερικανικών κυρώσεων αναγκάζει τους Ρώσους προμηθευτές να προσφέρουν μεγάλες εκπτώσεις ώστε να είναι ανταγωνιστικοί. Σε γενικές γραμμές, οι εξαγωγές πετρελαίου παραμένουν η μεγαλύτερη πηγή εσόδων για τη Ρωσία.
Όμως, είναι σαφές πως Μόσχα και Ριάντ μπορούν να ανεχθούν μία βραχυπρόθεσμη οικονομική ύφεση με τον στόχο να πλήξουν τον μεγαλύτερο ανταγωνιστή τους, δηλαδή τις ΗΠΑ. Μολονότι τόσο η Σαουδική Αραβία, όσο και η Ρωσία, χρειάζονται υψηλές τιμές πετρελαίου ώστε να ισοσκελίσουν τους προϋπολογισμούς τους, το πραγματικό κόστος παραγωγής του αργού για τους δύο εταίρους είναι πολύ χαμηλότερο σε σύγκριση με τους Αμερικάνους παραγωγούς.
Αυτό σημαίνει πως όσο οι τιμές πέφτουν, όλο και περισσότερες αμερικανικές εξορύξεις σταματούν καθώς δεν μπορούν να καλύψουν τα λειτουργικά έξοδά τους, ενώ οι Ρώσοι και οι Σαουδάραβες μπορούν να συνεχίσουν κανονικά. Αν εντέλει μειωθεί το μερίδιο των ΗΠΑ στη διεθνή αγορά, τότε αυτό δεν θα σήμαινε απλώς περισσότερα έσοδα για τη Μόσχα και το Ριάντ, αλλά και μία αναπροσαρμογή της σύγχρονης γεωπολιτικής σκακιέρας.