Δεν το περίμεναν. Η περιοχή είναι απομονωμένη, ψηλά στα Λευκά Ορη της Κρήτης, χωρίς ανθρώπινη δραστηριότητα και με σποραδικές επισκέψεις ορειβατών. Αυτός ήταν και ο λόγος που την επέλεξαν. Θεωρούσαν ότι δεν θα έπρεπε να εντοπίσουν εκεί, στα δύο μεγαλύτερα σπηλαιοβάραθρα της χώρας, τον Γουργούθακα και το Λιοντάρι, κάποιο σημάδι που να παραπέμπει στον ανθρώπινο παράγοντα. Το αποτέλεσμα, όμως, τους ξάφνιασε. Σε δείγματα νερού που συνέλεξαν, εντόπισαν έπειτα από ειδικές αναλύσεις μικροπλαστικά, ίνες και σωματίδια μικρότερα από 5 χιλιοστά, μη ορατά στο γυμνό μάτι.
«Αυτό σημαίνει πρακτικά ότι η ρύπανση από τα μικροπλαστικά μπορεί να υπάρχει ακόμη και σε ένα απομονωμένο μέρος, όπου δεν παρατηρείται ανθρώπινη δραστηριότητα», λέει στην «Κ» ο Χρήστος Πέννος, επισκέπτης καθηγητής στο Τμήμα Γεωλογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου και ένα από τα μέλη της αποστολής στα βάραθρα. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε τον Αύγουστο του 2024 και τα αποτελέσματά της παρουσιάστηκαν στα τέλη του περασμένου μήνα σε Διεθνές Συνέδριο της Ελληνικής Γεωλογικής Εταιρείας.
«Είναι τα βαθύτερα σπήλαια της Ελλάδας. Ξεπερνούν τα 1.000 μέτρα βάθος και η πρόσβαση σε αυτά είναι δύσκολη. Χρειάζονται τουλάχιστον τρεις ώρες περπάτημα και πολλά δρομολόγια για να μεταφέρεις όλο τον εξοπλισμό», εξηγεί ο Γιώργος Σωτηριάδης, ο οποίος μαζί με τον Μάρκο Βαξεβανόπουλο έχει ρόλο συντονιστή της αποστολής στον Γουργούθακα και το Λιοντάρι.
Ειδικοί μάζεψαν δείγματα νερού από τα σταγονίδια που έπεφταν από τους σταλακτίτες, ενώ μία από τις προκλήσεις ήταν πώς θα έβγαζαν άθικτα τα γυάλινα φιαλίδια στα οποία τοποθετούσαν τα δείγματά τους.
Αρχικά μια ομάδα ανέλαβε να προσεγγίσει τα βάθη που είχαν επιλέξει και να αρματώσει, να περάσει δηλαδή τα σχοινιά που θα χρησιμοποιούσαν τα υπόλοιπα μέλη της αποστολής για να πραγματοποιήσουν τη δειγματοληψία. Μάζεψαν δείγματα νερού από τα σταγονίδια που έπεφταν από τους σταλακτίτες (σε ένα σημείο χρειάστηκε να μείνουν για 40 λεπτά με το χέρι απλωμένο), καθώς και από τρεχούμενο νερό που υπήρχε μέσα στα σπήλαια.
«Το νερό προέρχεται από χιόνι που λιώνει. Κατά τους θερινούς μήνες στην περιοχή καταγράφονται σπάνιες, επεισοδιακές μπόρες. Κατά τα άλλα θυμίζει έρημο, ίσως είναι μία από τις πιο άνυδρες περιοχές της χώρας», παρατηρεί ο κ. Πέννος.
Σε δείγματα νερού που συνέλεξαν, εντόπισαν έπειτα από αναλύσεις ίνες και σωματίδια μικρότερα από 5 χιλιοστά, μη ορατά στο γυμνό μάτι.
Μία από τις προκλήσεις που είχαν, ήταν πώς θα έβγαζαν ανέπαφα από τα βάραθρα τα γυάλινα φιαλίδια στα οποία τοποθετούσαν τα δείγματά τους. Ειδικά στο Λιοντάρι υπήρχαν σημεία που ήταν πολύ στενά και θα μπορούσαν να χτυπήσουν στα τοιχώματα. Αλλη μία παράμετρος που έλαβαν υπόψη ήταν ο κίνδυνος επιμόλυνσης των δειγμάτων, καθώς σχεδόν τα πάντα, από τις στολές που φορούσαν μέχρι τα σχοινιά που χρησιμοποιούσαν, ήταν φτιαγμένα από παράγωγα του πλαστικού.
Οπως επισημαίνει ο κ. Πέννος, η παρουσία των μικροπλαστικών στα δείγματα που συνέλεξαν δείχνει ότι μεταφέρθηκαν εκεί μέσω των ανέμων. Ακόμη δεν είναι σε θέση να εξηγήσουν ποιος είναι ο ακριβής μηχανισμός της αερομεταφοράς και η πιθανή προέλευση των μικροπλαστικών, εάν δηλαδή σχετίζονται με τους δυτικούς ανέμους που πιθανόν αποθέτουν στην περιοχή υλικά από την Αφρική.
Διεθνείς μελέτες
Το 2023, Ιάπωνες επιστήμονες είχαν συλλέξει δείγματα νερού από την ομίχλη που καλύπτει τις κορυφές στα όρη Φούτζι και Ογιάμα και πιστοποίησαν εννέα διαφορετικά είδη πολυμερών και έναν τύπο καουτσούκ στα αερομεταφερόμενα μικροπλαστικά. Ειδικοί στο παρελθόν έχουν εντοπίσει μικροπλαστικά στα εντόσθια ψαριών, στον πάγο της Αρκτικής και στα χιόνια των Πυρηναίων. Μπορεί να προέρχονται από βιομηχανικά λύματα, κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα, συνθετικά ελαστικά αυτοκινήτων, προϊόντα προσωπικής φροντίδας και άλλες πιθανές πηγές.
Το επιστημονικό άρθρο για τα αποτελέσματα της αποστολής στον Γουργούθακα και στο Λιοντάρι υπογράφουν ακόμη η Μαρία Περράκη και η Ελένη Βασιλείου από τη Σχολή Μεταλλειολόγων Μεταλλουργών Μηχανικών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, η Σοφία Πεχλιβανίδου από το τμήμα Γεωλογία του ΑΠΘ, η Ράνβεϊ Οβρεβικ Σκούγκλουντ από το Τμήμα Γεωγραφίας του Πανεπιστημίου Μπέργκεν και ο Χρήστος Σαλμάς από το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Φέτος θα πραγματοποιηθεί το καλοκαίρι νέα αποστολή στα δύο βάραθρα και θα ληφθούν νέα δείγματα. Οπως παρατηρεί ο κ. Σωτηριάδης, ο έλεγχος για μικροπλαστικά θα ενταχθεί πλέον και σε άλλες εξερευνήσεις που πραγματοποιούν σε βάραθρα και σπήλαια της χώρας.