Με 60 και πλέον επενδύσεις, οι Βρυξέλλες στοχεύουν να μειώσουν την εξάρτηση της ευρωπαϊκής αγοράς από τις εισαγωγές κρίσιμων υλικών και εξοπλισμού από ανταγωνιστές όπως η Κίνα. Μολονότι η ΕΕ είχε θεσπίσει την πολιτική στρατηγικών πρώτων υλών από το 2023, η ανάγκη αυτή έχει καταστεί πολύ πιο επιτακτική τους τελευταίους μήνες καθώς ο εμπορικός πόλεμος που πυροδότησε η Ουάσιγκτον έχει οδηγήσει σε χάος τις εφοδιαστικές αλυσίδες.
Τα 13 νέα έργα περιλαμβάνουν επενδύσεις εντός και εκτός Ευρώπης, ενισχύοντας την παρουσία της ΕΕ σε μέρη όπου προηγουμένως δεν είχε φροντίσει να αποδείξει τον σημαντικό ρόλο που μπορεί να διαδραματίσει. 4 έργα βρίσκονται επί ευρωπαϊκού εδάφους: στη Βρετανία για εξόρυξη βολφράμιου, στη Νορβηγία για εξόρυξη χαλκού, στην Ουκρανία για εξόρυξη γραφίτη, και στη Σερβία για εξόρυξη λιθίου— ένα έργο που έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις στη βαλκανική χώρα.
Τα υπόλοιπα 9 έργα βρίσκονται εκτός Ευρώπης. 2 έργα βρίσκονται στις εξωχώριες περιοχές της ΕΕ, την υπό δανικό έλεγχο Γροιλανδία για εξόρυξη γραφίτη και την υπό γαλλικό έλεγχο Νότια Καληδονία για εξόρυξη νικελίου. Τα εναπομείναντα 7 έργα εδρεύουν σε άλλες ηπείρους:
- στη Βραζιλία για κοβάλτιο και νικέλιο,
- στη Ζάμπια για κοβάλτιο,
- στο Καζακστάν για γραφίτη,
- στον Καναδά για εξόρυξη νικελίου,
- στη Μαδαγασκάρη για γραφίτη,
- στο Μαλάουι για σπάνιες γαίες,
- και στη Νότια Αφρική για σπάνιες γαίες.
Σύμφωνα με την ισχύουσα πολιτική, μέχρι το 2030 η ΕΕ επιθυμεί να παράγει το 10% των αναγκών της σε κρίσιμες πρώτες ύλες, να επεξεργάζεται το 40%, και να ανακυκλώνει το 25%. Το βασικό διακύβευμα είναι η απεξάρτηση από τους ξένους προμηθευτές, και ειδικά την Κίνα, η οποία ελέγχει το μεγαλύτερο μέρος των παγκόσμιων εφοδιαστικών αλυσίδων για αυτά τα υλικά, ακόμα και όταν δεν αποτελεί τον μεγαλύτερο παραγωγό. Ορισμένες ευρωπαϊκές επιχειρήσεις νιώθουν ήδη τη δύναμη της Κίνας σε αυτόν τον τομέα καθώς το Πεκίνο έχει επιβάλει μία σειρά εξαγωγικών περιορισμών σε πρώτες ύλες και εξοπλισμό ως αντίδραση στον εμπορικό πόλεμο του Προέδρου Τραμπ.