Από το 2015, περίπου δύο χρόνια πριν από την πρώτη θητεία του Ντόναλντ Τραμπ, το Πεκίνο είχε παρουσιάσει το φιλόδοξο σχέδιο «Made in China 2025» που καθόριζε τις προτεραιότητες της κινεζικής ηγεσίας για την αυτάρκεια έως και κυριαρχία της χώρας σε 10 τομείς στρατηγικής σημασίας, τη ρομποτική, την αεροδιαστημική και τα ηλεκτροκίνητα και υβριδικά οχήματα. Και το 2018, όταν η πρώτη κυβέρνηση Ντόναλντ Τραμπ επέβαλε τους πρώτους περιορισμούς στις εξαγωγές αμερικανικής τεχνολογίας στην Κίνα, ο Κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ κάλεσε την επιστημονική κοινότητα της χώρας του να επισπεύσει τις προσπάθειες για να επιτύχει το συντομότερο η τεχνολογική αυτάρκεια.
Εκτοτε, η Κίνα έχει σημειώσει άλματα σε πολλούς τομείς στρατηγικής σημασίας, σε ορισμένους εξ αυτών προηγείται πλέον των ΗΠΑ όπως, για παράδειγμα, στα ηλεκτροκίνητα οχήματα που συγκαταλέγονται στα καλύτερα στον κόσμο και έχουν εκτοπίσει τα αμερικανικά. Πρωτίστως στις μπαταρίες ηλεκτροκίνητων οχημάτων, καθώς έχει προσφάτως παρουσιάσει νέες μπαταρίες που φορτίζονται σε λιγότερο χρόνο από τις αμερικανικές και προσφέρουν αυτονομία για περισσότερο χρόνο από τις αμερικανικές.
Οι κινεζικές νεοφυείς εταιρείες τεχνητής νοημοσύνης ανταγωνίζονται πλέον επί ίσοις όροις τις καινοτόμες αμερικανικές OpenAI και Google και έχουν ήδη παρουσιάσει μοντέλα τεχνητής νοημοσύνης με χαμηλότερο κόστος από εκείνο των αμερικανικών. Το περασμένο έτος η Κίνα επένδυσε 500 δισ. δολ. σε έρευνα και ανάπτυξη, ποσό τριπλάσιο από τα επίπεδα του 2012, οπότε ανέλαβε ο πρόεδρος Σι. Η Κίνα δαπανά σε έρευνα και ανάπτυξη όσα και οι ΗΠΑ, ενώ σε ό,τι αφορά ειδικότερα την τεχνητή νοημοσύνη, από το 2000 μέχρι και το 2023 επενδυτικά σχήματα που έχουν τη στήριξη του Πεκίνου έχουν επενδύσει σχεδόν 200 δισ. δολ. στον κλάδο σε 9.600 εταιρείες τεχνητής νοημοσύνης. Παράλληλα, οι βιολόγοι της Κίνας εργάζονται πυρετωδώς στα ερευνητικά εργαστήρια προωθώντας την έρευνα στον κλάδο, ενώ οι κινεζικές βιομηχανίες είναι γεμάτες με ρομπότ τελευταίας γενιάς. Η εκτόξευση της Κίνας δεν περιορίζεται στις σύγχρονες τεχνολογίες. Τα κινεζικά ναυπηγεία κατασκευάζουν πλοία που έχουν κυριαρχήσει στις παγκόσμιες θαλάσσιες μεταφορές. Στο Διάστημα, άλλωστε, η Κίνα έχει εγκαταστήσει εκατοντάδες δορυφόρους που παρακολουθούν και καταγράφουν κάθε γωνιά της Γης. Και έχει επιτύχει σε μεγάλο βαθμό αυτάρκεια σε τρόφιμα και ενέργεια, ενώ εξακολουθεί να συνάπτει συμφωνίες με χώρες της Λατινικής Αμερικής, της Ασίας και της Αφρικής διασφαλίζοντας, έτσι, επάρκεια προσφοράς σε τρόφιμα, πρώτες ύλες και ενέργεια. Τα επιτεύγματα της Κίνας έχουν μειώσει την εξάρτησή της από τον υπόλοιπο κόσμο για προϊόντα και υπηρεσίες. Το 2023 οι εισαγωγές της μειώθηκαν σε λιγότερο από το 18% του ΑΕΠ της όταν μια δεκαετία πριν έφταναν στο 22% του ΑΕΠ.
Όπως επισημαίνει σχετικό ρεπορτάζ της Wall Street Journal, αυτά τα επιτεύγματα, όπως και πολλά άλλα, θωρακίζουν την Κίνα και την οικονομία της, καθώς ο πρόεδρος Σι και η κινεζική ηγεσία στο σύνολό της ετοιμάζονται για μια εποχή παρατεταμένης αντιπαλότητας με τις ΗΠΑ και όχι μόνον για τον εμπορικό πόλεμο. Οι δύο μεγαλύτερες οικονομίες του πλανήτη έχουν εγκαινιάσει νέο γύρο διμερών επαφών, αφού πρώτα ο Ντόναλντ Τραμπ «πάγωσε» ένα τμήμα από τους ιλιγγιώδεις δασμούς που είχε ανακοινώσει στις εισαγωγές από την Κίνα. Οσα επιτεύγματα όμως κι αν έχει καταγράψει, η Κίνα είναι απίθανο να κατακτήσει ποτέ την πλήρη αυτάρκεια όπως, άλλωστε, προδίδουν οι εισαγωγές της το περασμένο έτος, που υπερέβησαν τα 2,5 τρισ. δολ., εκ των οποίων τα 164 δισ. δολ. ήταν εισαγωγές από τις ΗΠΑ. Και μόνον το μέγεθος του πληθυσμού της καθιστά πρακτικά αδύνατον να επιτύχει την πλήρη αυτάρκεια τουλάχιστον σε ορισμένες περιοχές της χώρας.
Από το 2018 και την έναρξη του εμπορικού πολέμου από τον Ντόναλντ Τραμπ ο Κινέζος πρόεδρος έχει υιοθετήσει εθνικιστική ρητορική. Επανειλημμένως υπερτονίζει την ανάγκη για αυτάρκεια και ιδιαιτέρως μετά την πανδημία που εξώθησε την Κίνα να κλείσει τα σύνορά της. Εκτοτε, η ηγεσία και τα στελέχη της Κίνας έχουν αυξημένη αυτοπεποίθηση και αισιοδοξία πως η οικονομία της χώρας μπορεί να επιβιώσει έχοντας περιορισμένες επαφές με τον υπόλοιπο κόσμο. Ηταν η μοναδική οικονομία που σημείωσε ανάπτυξη 2,2% το 2020, τη φοβερή πρώτη χρονιά της πανδημίας, όταν οι ανά τον κόσμο οικονομίες βυθίζονταν στην ύφεση των lockdowns.
(από την εφημερίδα «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ»)