Το Texas Energy Fund (TEF) δημιουργήθηκε το 2023 προκειμένου να υποστηρίξει την κατασκευή ενεργειακών έργων στην πολιτεία με στόχο να αποφευχθεί μία γενικευμένη βλάβη στο δίκτυο. Το Τέξας είχε πρόσφατα υποφέρει από ένα καταστροφικό μπλακ-άουτ το 2021, το οποίο οδήγησε στον θάνατο εκατοντάδων ανθρώπων και κόστισε πάνω από 100 δισεκατομμύρια δολάρια. Με το Τέξας να αποτελεί τον νούμερο ένα προορισμό για τη μετανάστευση εντός των ΗΠΑ, αλλά και τα σχέδια για την κατασκευή δεκάδων ενεργοβόρων υποδομών, οι μαζικές επενδύσεις σε νέες μονάδες παραγωγής θεωρούνται μονόδρομος.
Ωστόσο το TEF φαίνεται να είναι καθόλα αναποτελεσματικό. Με συνολικούς πόρους που ξεπερνούν τα 5 δισεκατομμύρια δολάρια και με τις πολιτειακές αρχές να σκοπεύουν να αυξήσουν το ποσό, το πρόγραμμα δέχεται έντονες κριτικές. Με στόχο την προσθήκη 10 GW νέας ισχύος στο σύστημα, έργα που αγγίζουν τα 5 GW συνολικά έχουν τεθεί εκτός προγράμματος. Χαρακτηριστικά, από τις 17 αιτήσεις που είχαν κατατεθεί για την κατασκευή μονάδων ηλεκτροπαραγωγής φυσικού αερίου, έχουν ακυρωθεί οι 8 μέχρι στιγμής. Ορισμένες προτάσεις απορρίφθηκαν από το ίδιο το TEF, ενώ άλλες αποσύρθηκαν από τις διαχειρίστριες εταιρείες.
Οι επιχειρήσεις που απορρίφθηκαν κατηγορούν το TEF για τη θέσπιση ιδιαίτερα δύσκολων κριτηρίων, αλλά και ελλιπή επικοινωνία. Όσο για τις επιχειρήσεις που αποχώρησαν, η βασική αιτία είναι το εξαιρετικά υψηλό κόστος των έργων. Εντός των τελευταίων ετών, το κόστος κατασκευής μίας μονάδας φυσικού αερίου έχει τριπλασιαστεί, με τους ανθρώπους της αγοράς να προειδοποιούν πως οι δασμοί Τραμπ θα δυσχεράνουν περαιτέρω την κατάσταση. Για παράδειγμα, μία τουρμπίνα χρειάζεται 5 χρόνια από την παραγγελία μέχρι την παράδοση, με το κόστος της να έχει αυξηθεί κατά 50% μέσα σε λιγότερο από ένα έτος. Ως εκ τούτου, οι ενδιαφερόμενοι επενδυτές μπορεί να υποστούν ξαφνικές επιβαρύνσεις στον προϋπολογισμό του έργου.
Καθώς οι αναλυτές προειδοποιούν πως το TEF είναι στα όρια της διάλυσης, το δίκτυο στο Τέξας βρίσκεται σε σοβαρό κίνδυνο. Ο πολιτειακός διαχειριστής Ercot έχει αναφέρει πως η ζήτηση μπορεί να ξεπεράσει την παραγωγή κατά 6,2% το καλοκαίρι του 2026, με την απόκλιση να αυξάνεται στο 32,4% το καλοκαίρι του 2029. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του Ercot, η συνολική ζήτηση θα έχει διπλασιαστεί μέχρι το 2030. Προς το παρόν, κανένα έργο που έχει εγκριθεί από το TEF δεν έχει ξεκινήσει να κατασκευάζεται, με τους ειδικούς να εξηγούν πως πιθανότατα καμία μονάδα δεν θα είναι έτοιμη μέχρι το 2029.
Η κατάσταση περιπλέκεται όταν αναλογιστεί κανείς πως η γρήγορη και φθηνή εναλλακτική, δηλαδή η πράσινη ενέργεια, έχει αποκλειστεί εξαιτίας των πολιτικών που προωθούν οι Ρεπουμπλικάνοι σε ομοσπονδιακό και πολιτειακό επίπεδο. Στην Ουάσιγκτον, ο Πρόεδρος Τραμπ ετοιμάζεται να ακυρώσει τον IRA, τον νόμο που προσέφερε ουσιώδη κίνητρα στις πράσινες επενδύσεις, ενώ έχει ήδη παγώσει διάφορα εγκεκριμένα έργα ΑΠΕ. Στο Όστιν, οι Ρεπουμπλικάνοι που ελέγχουν τόσο τη νομοθετική, όσο και την εκτελεστική εξουσία, προωθούν μία σειρά νομοσχεδίων ώστε να ακυρώσουν ή να κλείσουν τις περισσότερες μονάδες ΑΠΕ. Αξίζει να σημειωθεί πως μέχρι το 2024 η πολιτεία είχε αναδειχθεί σε ηγέτη στην ανάπτυξη των ΑΠΕ, δημιουργώντας πολλές θέσεις εργασίας σε μικρότερες κοινότητες που ήταν αποκλεισμένες από την οικονομική δραστηριότητα.