Όταν μπήκα στον «Ρήγα», το ΠΑΣΟΚ μόλις είχε έρθει στην εξουσία και το ΚΚΕ δεν είχε πετύχει την είσοδο στη β’ κατανομή. Σε περίπου μία 3ετία η αριστερά θα περιγραφόταν στο σχήμα «ΠΑΣΟΚ και άλλες δημοκρατικές δυνάμεις»

Ως «Ρηγάς» δεν τα πήγαινα πολύ καλά με τα ενωτικά του Λεωνίδα, είχα γοητευθεί από τον Κώστα Φιλίνη, αλλά κι από τον Μιχάλη Παπαγιαννάκη –που στη μοναξιά του στην Ευρωβουλή, αντί για αγορές ηλεκτρικών συσκευών και ουίσκι, έκανε συναντήσεις με ό,τι ιδεολογικά πιο φρέσκο κυκλοφορούσε τότε στο Στρασβούργο.

Κάθισα πολλές φορές στο ίδιο τραπέζι με τον Νίκο Βούτση, τον Πάνο Σκουρλέτη, τον Πάνο Λάμπρου, τον Νίκο Φίλη και πολλούς άλλους, με διαφορές απόψεων μεταξύ μας που θα μπορούσαν να γεννήσουν τουλάχιστον  3-4 νέα κόμματα. Όμως το «ακατανόητο», τότε, λειτουργούσε.

Όσο κι αν σήμερα φαίνεται περίεργο, ανεδαφικό, μη λειτουργικό, το μικρό ΚΚΕ εσωτερικού, αν και συγκέντρωνε πολλές περσόνες, (τότε ακόμα σήμαινε συντρόφους με ισχυρή και τεκμηριωμένη πολιτική άποψη κι όχι αστραφτερό χαμόγελο) είχε βρει ένα Modus Vivendi όπου τo κομματικό κέλυφος ήταν η πολιτική εγγύηση. 

Η Αριστερά δεν είναι δεξιά

Η Αριστερά, ιστορικά, γεννήθηκε από το ερώτημα γιατί υπάρχει ανισότητα, ερώτημα που είχε απαντηθεί άλλοτε ως θεϊκή βούληση ή άλλοτε ως φυσιολογική κατάσταση, από τη Δεξιά.

Η Αριστερά πορεύτηκε μέσω διαφωνιών, εσωτερικών συγκρούσεων και διασπάσεων. Από τους χριστιανοσοσιαλιστές του Σαιν Σιμόν, τους αναρχικούς, πέρασε στους μαρξιστές, στους λενινιστές, στους σταλινικούς, στους τροτσκιστές, στους μαοϊκούς, στους γκεβαριστές, με ενδιάμεσες στάσεις στους δομιστές και στους Καστοριαδικούς, ακόμη και στους ελευθεριακούς και, τελευταίο στάδιο του έως  σήμερα εποικοδομήματος,  στη σοσιαλδημοκρατία.

Το μόνο παράδοξο είναι ότι, κάποια στιγμή, ενώ πλήθαιναν οι παραφυάδες, το σώμα άρχισε να φυλλοροεί. Και  μάλιστα αμφίδρομα. Οι σοσιαλδημοκράτες μετά από 30 χρόνια κυριαρχίας απέτυχαν τελικά να εγγυηθούν το αρχικό ερώτημα και η Αριστερά που για δύο αιώνες ήταν συνώνυμη της φρεσκάδας στις νέες ιδέες, άρχισε να θυμίζει ξαναζεσταμένο φαγητό.

Δεν είναι λίγοι οι θεωρητικοί που εφιστούν την προσοχή σε πλευρές της συγκυρίας. Η Αριστερά στις ΗΠΑ, έγραφε ο Ρίτσαρντ Ρόρτυ (τα βιβλία του στα ελληνικά από τις εκδόσεις Πόλις) έχασε τη δύναμή της όταν έγινε κυρίαρχη δύναμη στα Πανεπιστήμια.

Πρόσφατα φιλοξένησα έναν αμερικανό φίλο από τη Βοστώνη, δημοκρατικό του αριστερού κομματιού, όπου συζητώντας σχετικά με τα παραπάνω μου είπε ότι ακόμη δεν είχε συνέλθει από εκείνο το βράδυ του 2016, όταν περίμεναν όλοι να πανηγυρίσουν για την Χίλαρι και προέκυψε Τραμπ. Δεν μπορούσε, ακόμα, να χωνέψει πώς είχαν πέσει τόσο έξω στις προβλέψεις τους, τι ήταν αυτό που τους είχε διαφύγει. Όταν τον ρώτησα «τελικά τι;» μου απάντησε απλά, «η πραγματικότητα». 

Ο συγγραφέας Hari Kunzru (στο «Κρέας για τους λύκους» εκδόσεις ΔΩΜΑ)  επιχείρησε μέσω της μυθιστορίας μια πιο αναλυτική απάντηση: Ένας χωρίς έμπνευση  συγγραφέας (σαν τη σημερινή Αριστερά) φιλοξενείται στη Γερμανία όταν εμφανίζεται το πρώτο ύποπτο κι αμφιλεγόμενα συνθήμα του AFD, «κρέας  για τους Γερμανούς». Διασχίζοντας τη Γαλλία ο συγγραφέας αποτυπώνει τα συνθήματα για τους «μαυροπόδαρους», ενώ στη Σκωτία βρίσκει τον θεωρητικό πυρήνα του QAnon, πίσω από σκανδιναβικές μυθολογίες και βόρειο μυστικισμό. Ο συγγραφέας  απορεί πώς γίνεται μόνο αυτός να βλέπει τι έρχεται, αλλά και γιατί σε όσους τα εκμυστηρεύεται δεν γίνεται πιστευτός;   

Το ίδιο απορούσαν και οι αυστριακοί αριστεροί όταν είδαν το ακροδεξιό κύμα να τους σαρώνει, κι επινόησαν τον όρο «ο φασίστας του υπογείου», αναφερόμενοι σ’ εκείνους που ξεγελούσαν με την επιφανειακή πολιτική ορθότητα της στάσης τους. Όπως λέει στους «λύκους» του Kunzru μια φιλελεύθερη αστή κρατώντας ένα ποτήρι σαμπάνιας, σ’ ένα γκαλά στο Παρίσι, «έχω το δικαίωμα στην επιλογή κι επιλέγω να ζω μαζί με τους ομοίους μου, δεν είναι δικαίωμά μου;» 

Αλλά τι είναι η Αριστερά;

Το 2015 δεν με ενόχλησε μόνο η επιλογή Τσίπρα για τον Καμμένο, αλλά κυρίως οι θετικές αντιδράσεις παλαιών συντρόφων που ούτε λίγο ούτε πολύ πίστευαν ότι είχαν πετύχει έναν τακτικό ελιγμό απέναντι στον εχθρό. Φαινόταν πως έδιναν μεγαλύτερη σημασία στον «ελιγμό» απ’ ότι στον «εχθρό».

Η παλαιά, εκ των πραγμάτων, λαϊκότητα της αριστεράς είχε προ πολλού απολεσθεί κι αυτό, νομίζω, επισημοποιήθηκε από την ευκολία της συνύπαρξης με τον λαϊκισμό του Καμμένου. Η αριστερά είχε πετύχει  μια νίκη και τη διαχειρίστηκε σαν κακομαθημένος, θυμωμένος έφηβος που του αρκούσε να μπει στο μάτι του άλλου. 

Ήταν, οπωσδήποτε, ένα μήνυμα ψαλιδίσματος των οριζόντων της Αριστεράς, κι ένα καμπανάκι, ότι ακόμη κι αν είναι στραβός ο γιαλός, η πορεία δεν είναι αυτονόητα ορθή.

Τα -κακέκτυπα του New Age- κοινά των σόσιαλ, η πολιτισμική κυριαρχία του δήθεν ατομικού προτύπου, ο συνακόλουθος κοσμικός προτεσταντισμός και η πολιτική που πλέον παράγεται από εικονικά αποτυπώματα, συνιστούν ένα τοπίο στο οποίο η αριστερά έχει εγκλωβιστεί διπλά: Συνεισέφερε στη δημιουργία του ακολουθώντας αμήχανα την  εποχή, αλλά δεν μπορεί να λειτουργήσει σ΄ αυτό –παρά μόνο αν πάψει να είναι Αριστερά.

Κι όμως οι σημερινές συνθήκες, τα μεγάλα διλήμματα της Ανθρωπόκαινου εποχής, επιμένουν να βάζουν στο τραπέζι εκείνο το αρχικό ερώτημα. Είτε στην κλιματική αλλαγή είτε στους πολυεπίπεδους μεγάλους ανταγωνισμούς, η ανισότητα παραμένει κομβικό ζήτημα, ενώ δεν είναι αβάσιμοι οι φόβοι ότι νέες μορφές ανισότητας ξεπηδούν από τα τεχνολογικά θαύματα…

(από kreport.gr)

Διαβάστε ακόμα