Στην τελευταία σύνοδο των BRICS, στις 23-24 Αυγούστου στο Γιοχάνεσμπουργκ, ανακοινώθηκε η διεύρυνσή τους σε έξι χώρες: Αργεντινή, Αίγυπτο, Ιράν, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Σαουδική Αραβία και Αιθιοπία, μερικές μεγάλες πετρελαιοπαραγωγούς. Η απόφαση αυτή επανέφερε στην επικαιρότητα την ανακατάταξη του διεθνούς συστήματος

Με το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, εγκαθιδρύθηκε η παγκόσμια κυριαρχία των Ηνωμένων Πολιτειών. Κατόπιν, ανέτειλε το άστρο της Κίνας, η ραγδαία οικονομική ανάπτυξη της οποίας ήγειρε σοβαρές ανησυχίες για την αμερικανική πρωτοκαθεδρία. Σήμερα, πάντως, οι προβλέψεις είναι περισσότερο επιφυλακτικές. Πέραν των συγκυριακών αναταράξεων, όπως στην αγορά των ακινήτων, στην Κίνα εμφανίζεται το δομικό πρόβλημα της δημογραφικής ανεπαρκείας. Νέα ανερχόμενη δύναμη εμφανίζεται η Ινδία· σε απώτερο μέλλον προβάλλει ο πληθυσμιακός γίγας, η Αφρική.

Είναι, λοιπόν, ρευστό το πεδίο των ανακατατάξεων ως προς τις χώρες οι οποίες δυνάμει ανταγωνίζονται την αμερικανική ισχύ. Ομως, ταυτοχρόνως, αναδύεται ένα ευρύτερο ζήτημα. Πρόκειται για τη συλλογική αμφισβήτηση της Δύσης, όπως αποκαλύφθηκε, καθώς η πλειονότητα από τα κράτη-μέλη των Ηνωμένων Εθνών απέσχε από την καταδίκη της απρόκλητης ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία. Για πρώτη φορά παρουσιάστηκε μια σαφής διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στη «Δύση» και σε μια υπό ανάδυση «αντι-Δύση». Η απειλή για την αμερικανική ηγεμονία από μιαν ενδεχόμενη συσπείρωση των αντιδυτικών δυνάμεων μοιάζει πολύ σοβαρότερη από την κινεζική ή, ακόμη λιγότερο, από τη ρωσική αμφισβήτηση.

Μπορεί αυτό το αντίπαλον δέος να δομηθεί; Το δίκτυο των BRICS συνιστά την πιο προχωρημένη απόπειρα προς την αντιδυτική κατεύθυνση. Η πρόθεση να υπονομευθεί ο ρόλος του δολαρίου στη διεθνή οικονομία και πολιτική έχει διατυπωθεί από πολλούς παράγοντες των BRICS και δείχνει τη στρατηγική στόχευση.

Ο συσχετισμός δυνάμεων ανάμεσα στη Δύση και στην αντι-Δύση αναλύεται συνήθως με ποσοτικά κριτήρια· συγκρίνονται, δηλαδή, τα ΑΕΠ. Τα συμπεράσματα των διαφόρων υπολογισμών, είτε με σημερινά δεδομένα είτε με προβολές στο μέλλον, δείχνουν ισότητα ή και υπεροχή της αντι-Δύσης. Ακόμη περισσότερο εντυπωσιακές είναι οι ιστορικές καμπύλες, οι οποίες προβάλλουν μια ταχύτατη μείωση της απόστασης ανάμεσα στα δύο σύνολα κατά τις τελευταίες δεκαετίες. Είναι, επομένως, η Δύση καταδικασμένη;

Η αντιπαράθεση δεν θα κριθεί μόνον από την εξέλιξη των οικονομικών μεγεθών. Αποφασιστική σημασία διαδραματίζει η συνοχή των αντιπαρατιθεμένων δυνάμεων. Οι διαφορές και οι αντιθέσεις στο εσωτερικό του αντιδυτικού στρατοπέδου είναι πολλαπλές και συχνά πολύ δυναμικές. Σοβαροί ανταγωνισμοί διαχωρίζουν τα ισχυρά κράτη της αντι-Δύσης: την Κίνα, τη Ρωσία και την Ινδία.

Το πλεονέκτημα της Δύσης έναντι των BRICS δεν είναι η οικονομική και τεχνολογική δύναμη, πεδία στα οποία μπορεί να ξεπεραστεί· η δύναμή της βρίσκεται στη θεσμική της πρωτοπορία.
Βέβαια, ούτε και τα μέλη της Δύσης συμπλέουν σε όλα τα ζητήματα. Η ιστορία τους βρίθει από κοσμοϊστορικές συγκρούσεις, με αποκορύφωμα τους δύο Παγκοσμίους Πολέμους. Ομως, οι δυτικές δυνάμεις διαθέτουν ένα αποφασιστικό πλεονέκτημα: θεσμούς.

Οι δύο Παγκόσμιοι Πόλεμοι και η σοβιετική απειλή οδήγησαν σε τρία δίκτυα συνεργασίας τα οποία, εξελισσόμενα, συγκρότησαν τρεις αλληλοδιαπλεκόμενους οργανισμούς: ΝΑΤΟ, Ευρωπαϊκή Ενωση, ΟΟΣΑ. Αποτελούν έναν ιστό, ο οποίος συνδέει τις δυτικές χώρες μεταξύ τους και με τις ανατολικές τους προεκτάσεις – την Ιαπωνία και τη Νότια Κορέα. Ο ιστός αυτός διαθέτει ιστορικό βάθος εβδομήντα ετών. Σε όλη αυτή τη διάρκεια, οι πολιτικοί, οι στρατιωτικοί και οι γραφειοκράτες έμαθαν να συντονίζονται, να συνεργάζονται και να αναζητούν τον συμβιβασμό και το consensus. Χάρη σε αυτόν τον ιστό, η Δύση μπορεί να ισχυριστεί ότι υφίσταται ως οντότητα. Παρά τις απαισιόδοξες προβλέψεις, η ουκρανική κρίση έδειξε ότι το θεσμικό αυτό πλαίσιο αντιδρά ενιαία, ακαριαία και αποτελεσματικά.

Το πλεονέκτημα της Δύσης δεν είναι η οικονομική και τεχνολογική δύναμη, πεδία στα οποία μπορεί να ξεπεραστεί. Η δύναμή της βρίσκεται στη θεσμική της πρωτοπορία. Οι BRICS θα χρειαστούν πολύ χρόνο για να καλύψουν τη διαδρομή την οποία διήνυσε η Δύση αυτά τα εβδομήντα τελευταία χρόνια.

Εχουμε την εξαιρετική τύχη να ανήκουμε από πολύ νωρίς στους θεσμούς αυτούς. Η ορθή αξιοποίηση αυτής της κληρονομίας συνιστά ένα σημαντικό όπλο στην άσκηση της εξωτερικής μας πολιτικής.

*Ο κ. Γιώργος Πρεβελάκης είναι ομότιμος καθηγητής Γεωπολιτικής στη Σορβόννη και συγγραφέας των βιβλίων: «Ποιοι είμαστε. Γεωπολιτική της ελληνικής ταυτότητας», Κέρκυρα, 2016, και «Τα ξύλινα τείχη. Γεωπολιτική των ελληνικών δικτύων», Κέρκυρα, 2020.

(από την εφημερίδα "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 03/09/2023)