Η Ενεργειακή Κρίση Αφετηρία Πρωτοβουλιών για την Ενεργειακή Μετάβαση

Η Ενεργειακή Κρίση Αφετηρία Πρωτοβουλιών για την Ενεργειακή Μετάβαση
Του Γιάννη Χατζηβασιλειάδη
Παρ, 10 Μαρτίου 2023 - 11:17

Η τρέχουσα ενεργειακή κρίση, που άρχισε με την έξοδο από την πρόσφατη πανδημία, κλιμακώθηκε επικίνδυνα με την Ρωσική εισβολή στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο 2022. H Ευρώπη βρέθηκε ενεργειακά ανοχύρωτη, καθώς χώρες-μέλη της ΕΕ είχαν μεγάλη εξάρτηση από ενεργειακούς πόρους της Ρωσίας και ιδιαίτερα από το φυσικό αέριο, οδηγώντας τις τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας στα ύψη. Σε αυτό συνέβαλε

και το πλαίσιο λειτουργίας της αγοράς, το οποίο σχεδιάσθηκε πριν από τρεις σχεδόν δεκαετίες όταν η συμμετοχή των ΑΠΕ και του φυσικού αερίου ήταν ασήμαντη.

Ιδίως η ενεργειακή πολιτική συνέβαλε στην μεγάλη διείσδυση του φυσικού αερίου στον ηλεκτρισμό, που οδήγησε στην επιτάχυνση του παροπλισμού των μονάδων άνθρακα και ιδίως λιγνίτη. Έτσι, η εξάρτηση της ηλεκτροπαραγωγής από το φυσικό αέριο, ήταν αυξανόμενη, φθάνοντας σε υψηλά ποσοστά σε μερικές χώρες-μέλη. Στην Ελλάδα φθάνει ή ξεπερνά το 40% (2021) και μαζί με τις εισαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας καλύπτεται περί το ήμισυ της ζήτησης, που αποτελεί κρίσιμο δείκτη για την ενεργειακή ασφάλεια και την οικονομία. Επισημαίνεται και η καθυστέρηση μετατροπής της Νότιας Καβάλας σε αποθήκη φυσικού αερίου.

Η ενεργειακή κρίση επομένως, θα πρέπει να αποτελέσει αφετηρία πρωτοβουλιών και δράσεων σε Ευρωπαϊκό και Εθνικό επίπεδο για να συνεχισθεί η ενεργειακή μετάβαση επιτυγχάνοντας ασφάλεια και ανταγωνιστικότητα.

Αναγκαίες και επείγουσες είναι οι μεταρρυθμίσεις στην Ευρωπαϊκή αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, αξιοποιώντας και το πλεονέκτημα του σχεδόν μηδενικού λειτουργικού κόστους των ΑΠΕ σε αντίθεση με τα ορυκτά καύσιμα προς όφελος των καταναλωτών, που θα οδηγήσει στο μέλλον και σε μια ανταγωνιστική Ευρώπη. Η υποστήριξη των διμερών συμβολαίων, των ΡΡΑ με ΑΠΕ και της αποθήκευσης, καθώς και των Συμβάσεων επί Διαφοράς (CfDs) θα βοηθήσουν την βιομηχανία, την κοινωνία και την οικονομία, δίδοντας κίνητρα για επενδύσεις στις ΑΠΕ.

Χρειάζεται η ενίσχυση των διεθνών ηλεκτρικών διασυνδέσεων, τόσο για την ασφάλεια και λειτουργία του Ευρωπαϊκού διασυνδεδεμένου ηλεκτρικού συστήματος με την μεγάλη διείσδυση των ΑΠΕ, αλλά και για την λειτουργία των αγορών. Για την Ελλάδα, η οποία εξελίσσεται σε ενεργειακή πύλη για τις χώρες των Βαλκανίων και πέραν τούτων και με τις υπό εξέλιξη διασυνδέσεις στα νότια με Αίγυπτο και Κύπρο-Ισραήλ, καθίσταται αναγκαία μια απευθείας διασύνδεση ικανής ισχύος για πρόσβαση στις αγορές της κεντρικής Ευρώπης. 

Η ΕΕ πρέπει να υποστηρίξει και να διευρύνει την βιομηχανική της βάση. Η πανδημία και ο πόλεμος πρόβαλαν τα προβλήματα της παγκοσμιοποίησης και των αδυναμιών της εφοδιαστικής αλυσίδας, με την Ευρώπη να αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα προμήθειας κρίσιμων υλικών και ανταλλακτικών για την βιομηχανία της καθώς και άλλων αγαθών από ασιατικές χώρες. Σχετικά με τις ΑΠΕ, αν και η Ευρώπη παλαιότερα μοιράζονταν με τις ΗΠΑ και την Ιαπωνία την παγκόσμια αγορά φωτοβολταϊκών πλαισίων, τα τελευταία χρόνια η Κίνα εξελίχθηκε ως αποκλειστικός σχεδόν παραγωγός παγκοσμίως. Η Ευρώπη μαζί με την επιστημονική και τεχνολογική έρευνα θα πρέπει να υποστηρίξει και να ενισχύσει την βιομηχανική της βάση για εγχώρια παραγωγή ανταγωνιστικών προϊόντων και για την παγκόσμια αγορά. Σημειώνεται ο πρόσφατος νόμος των ΗΠΑ (Inflation Reduction Act-IRA) για την πράσινη ενέργεια που προσελκύει μεγάλες επενδύσεις, ενισχύοντας την βιομηχανική της βάση και την ανταγωνιστικότητα.

Σε Εθνικό επίπεδο, επισημαίνεται η απουσία της δέουσας εθνικής ενεργειακής πολιτικής και ο σχεδιασμός εδώ και αρκετά χρόνια, με το ενδιαφέρον να περιορίζεται στις αποφάσεις και τους στόχους των Βρυξελλών, με αποτέλεσμα βιαστικές ενέργειες. Ο ενεργειακός τομέας έχει καταστεί πολύπλοκος πλέον και τα προβλήματα απαιτούν έρευνα-μελέτη με την συνεργασία εξειδικευμένων ομάδων. Το ΕΣΕΚ περιλαμβάνει προθέσεις και εθνικούς στόχους για να ανταποκριθεί στις αποφάσεις της ΕΕ, αλλά για την εφαρμογή του χρειάζονται πολλές δράσεις, πρωτοβουλίες και μεταρρυθμίσεις που λείπουν.

Για την επίτευξη του στόχου 80% ΑΠΕ στον ηλεκτρισμό το 2030 απαιτείται υψηλός ρυθμός εφαρμογών αιολικών και Φ/Β μονάδων. Προς τούτο, θα πρέπει να απλοποιηθούν και να συντομεύουν οι αδειοδοτικές διαδικασίες αξιοποιώντας και την εμπειρία άλλων ευρωπαϊκών χωρών, όπως και με την σύνδεση στο δίκτυο. Υπάρχει αξιόλογο αιολικό δυναμικό στη στεριά για αξιοποίηση για να ακολουθήσουν τα θαλάσσια αιολικά μετά από πιλοτική εφαρμογή.  Η χώρα διαθέτει ακόμη ένα αξιόλογο υδροδυναμικό για νέους υδροηλεκτρικούς σταθμούς με ταμιευτήρες και ως έργα πολλαπλού σκοπού, όπου χρειάζεται πρωτοβουλία και υποστήριξη από την Πολιτεία, επισημαίνοντας την αρνητική εξέλιξη του υδροηλεκτρικού σταθμού Μεσοχώρας που είναι σε αναμονή εδώ και δύο δεκαετίες με όλες τις συνέπειες.

Κρίσιμος είναι ο ρόλος των Διαχειριστών δικτύου ΑΔΜΗΕ και ΔΕΔΔΗΕ για την σύνδεση των μονάδων ΑΠΕ και την διαχείρισή τους, καθώς και των αναμενόμενων μονάδων αποθήκευσης. Θα χρειασθεί νέα αρχιτεκτονική δικτύων και εισαγωγή της ψηφιακής τεχνολογίας ειδικότερα στα δίκτυα Διανομής που θα συμβάλλει και στην καλύτερη διαχείριση της ζήτησης, ενώ θα απαιτηθούν νέοι υποσταθμοί, νέες γραμμές και επεκτάσεις, αλλά και χρήση καινοτόμων τεχνολογιών και εργαλείων για την διαχείριση του συστήματος. Στην Ελλάδα έχουμε έναν Διαχειριστή δικτύου για όλη τη χώρα (ΔΕΔΔΗΕ) που σήμερα αποτελεί μειονέκτημα, σε αντίθεση με άλλες χώρες που έχουν πολλούς Διαχειριστές με ευελιξία και καινοτομίες για την μεγάλη διείσδυση των ΑΠΕ.

Οι μονάδες αποθήκευσης, με αντλησιοταμίευση και συσσωρευτές λιθίου, θα εισέρχονται προοδευτικά στο δίκτυο για την πλεονάζουσα ενέργεια των ΑΠΕ ώστε να διαχειριστούν την διαλείπουσα παραγωγή τους και να προσφέρουν πολύτιμες επικουρικές υπηρεσίες. Όσο αυξάνεται η διείσδυση των ΑΠΕ με τους υψηλούς στόχους και παρά την αποθήκευση ένα μέρος της παραγωγής μπορεί πάλι να περικόπτεται με θετικό συνολικά οικονομικό αποτέλεσμα. Ερωτήματα όμως δημιουργεί η αδράνεια των δύο μονάδων αντλησιοταμίευσης της ΔΕΗ (Σφηκιάς και Θησαυρού με 699MW), οι οποίες θα μπορούσαν να λειτουργήσουν αντί να περικόπτεται παραγωγή ΑΠΕ και όταν η τιμή στην ημερήσια αγορά φθάνει στο μηδέν.

Το πράσινο υδρογόνο από ΑΠΕ θα αποτελέσει την συνέχεια του φυσικού αερίου και μπορεί να αρχίσει η είσοδός του με ένα ή περισσότερα πιλοτικά έργα με στόχο την παραγωγή, την μεταφορά-αποθήκευση και την διανομή.

Τα αυτόνομα συστήματα των νησιών με υψηλές επιβαρύνσεις ΥΚΩ, αποτελούν πρώτο στόχο για την ενεργειακή μετάβαση με διείσδυση στο 80% ή και 90% ΑΠΕ σε ετήσια βάση, καλύπτοντας όλες τις ενεργειακές τους ανάγκες με πολύ ελκυστικά οικονομικά και περιβαλλοντικά αποτελέσματα. Επιπλέον, μπορούν να αποτελέσουν πεδίο έρευνας και εφαρμογής νέων ιδεών και καινοτόμων τεχνολογιών. Τα νησιά που διασυνδέονται με το εθνικό σύστημα θα πρέπει να αναπτύξουν τις δικές τους ΑΠΕ με αποθήκευση που θα λειτουργούν με τις αρχές και τεχνικές των Microgrids, εξασφαλίζοντας πιο αξιόπιστη ηλεκτροδότηση.

Χρειάζονται εξειδικευμένες μελέτες, έρευνα και ανάπτυξη, όπως και διεθνείς συνεργασίες για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των προβλημάτων και την υποστήριξη των σχετικών εφαρμογών, με λογισμικό και με εγχώριες κατασκευές, καθώς και προστασία και ασφάλεια του ηλεκτρικού συστήματος από κυβερνοεπιθέσεις.

Ο μετασχηματισμός του ηλεκτρικού συστήματος μπορεί να γίνει από το εγχώριο έμψυχο τεχνικό και επιστημονικό δυναμικό χωρίς να αναμένονται έτοιμες λύσεις από έξω. Θα χρειασθεί όμως το αναγκαίο τεχνικό δυναμικό κυρίως μέσης στάθμης με δεξιότητες για τους στόχους του 2030, οπότε απαιτείται μια πρωτοβουλία τώρα για σχετική εκπαίδευση που ανταποκρίνεται στις μεγάλες ανάγκες της αγοράς.

Η ενεργειακή μετάβαση και το Ταμείο Ανάκαμψης προσφέρουν μια μοναδική ευκαιρία για την αξιοποίηση και ενίσχυση της τεχνολογικής και παραγωγικής βάσης της χώρας (και της ΕΕ) προς την ανάπτυξη με καθαρή, ασφαλή και προσιτή ενέργεια και επί μακρόν για τις επόμενες γενιές. 

*Ο κ. Γιάννης Χατζηβασιλειάδης είναι Επίτιμος Πρόεδρος ΙΕΝΕ

(Το άρθρο περιλαμβάνεται στο ειδικό αφιέρωμα του energia.gr για τον ένα χρόνο από το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία)

Διαβάστε ακόμα