Μπορεί τελευταία να παρατηρείται ομολογουμένως μια κατάχρηση της λέξης «πράσινο» και γενικά με ότι έχει να κάνει με «πράσινες πολιτικές», «πράσινη ανάπτυξη» και « πράσινη ενέργεια», όμως σε ένα πράγμα οφείλουμε να συμφωνήσουμε. Και αυτό είναι ότι η συγκεκριμένη λέξη είναι δηλωτική της πρόθεσης ως προς τους στόχους και επιδιώξεις αυτού που την χρησιμοποιεί

Στην δε περίπτωση της ενεργειακής μετάβασης, που ενδιαφέρει πρωτίστως τους αναγνώστες του πόρταλ, οι λέξεις «πράσινο» ή «πράσινη» υπονοεί τον μετασχηματισμό του ενεργειακού συστήματος, σε εθνική, περιφερειακή ή και παγκόσμιο κλίμακα, σε καθαρά καύσιμα με έμφαση τις ΑΠΕ και την ενεργειακή αποδοτικότητα.

Τα τελευταία 10-15 χρόνια τόσο η ενεργειακή πολιτική της ΕΕ όσο και αυτή της Ελλάδας χαρακτηρίζονται από έντονα «πράσινο» προσανατολισμό και μάλιστα με υπέρ-φιλόδοξους στόχους βάσει των οποίων το 100% της ενέργειας που θα καταναλώνεται το 2050, ή και ενωρίτερα, θα προέρχεται αποκλειστικά από ΑΠΕ και «πράσινο» υδρογόνο. Αν και δεν συμφωνούμε καθόλου με την πολιτική αυτή υπό την άποψη ότι μια επιταχυνόμενη μετάβαση θα δημιουργήσει μοιραία σοβαρούς τριγμούς στο παγκόσμιο οικονομικό σύστημα με δυσμενείς επιπτώσεις στον μέσο καταναλωτή, όπως ήδη έχει αρχίσει να γίνεται αντιληπτό ήδη από σήμερα. Αντιθέτως, μια λελογισμένη συμμετοχή υδρογονανθράκων, κυρίως φυσικού αερίου, κρίνεται απαραίτητη για λόγους ενεργειακής ασφάλειας και ενεργειακής ισορροπίας μέσω της εξασφάλισης φορτίων βάσης. Παρ’ όλ’ αυτά, η τάση είναι ξεκάθαρη και νομοτελειακά το ευρύτερο ενεργειακό σύστημα αργά η γρήγορα θα «πρασινίσει». Στη δε διαδικασία του «πρασίνου» ενεργειακού μετασχηματισμού ο εξηλεκτρισμός του όλου συστήματος θα παίξει καθοριστικό ρόλο.

Τούτων λεχθέντων και με δεδομένο ότι η Ελλάδα είναι μια εξόχως ναυτική χώρα ενώ η σημερινή κυβέρνηση τείνει να υπερθεματίζει στις δεσμεύσεις της για «πράσινη ανάπτυξη», είναι απορίας άξιο πώς δεν καταβάλλεται ουδεμία σοβαρή προσπάθεια για την ενεργειακή μετάβαση των σημαντικών λιμένων που διαθέτει η χώρα μέσω των οποίων διακινείται το μεγαλύτερο μέρος του εσωτερικού και διεθνούς εμπορίου. Αξίζει να σημειωθεί ότι πρόσφατη έρευνα του European Maritime Safety Agency αποκάλυψε ότι το 75% του εμπορίου της Ευρώπης διεξάγεται μέσω λιμένων και λιμενικών εγκαταστάσεων γενικότερα.

Από μια υπό εξέλιξη έρευνα του ΙΕΝΕ προκύπτει ότι από τα 12 βασικά Ελληνικά λιμάνια  (Πειραιάς, Βόλος, Θεσσαλονίκη, Καβάλα, Αλεξανδρούπολη, Ηγουμενίτσα, Πάτρα, Καλαμάτα, Σύρος, Ηράκλειο, Χανιά, Ρόδος), μόνο δυο λιμάνια (Πειραιάς και Ηγουμενίτσα) συμμετέχουν στο Ευρωπαϊκό πρόγραμμα Ecoports το οποίο έχει στόχο την ένταξη τους στο ψηφιακό περιβάλλον, που αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την μετάβαση τους σε καθαρή ενέργεια. Τα υπόλοιπα λιμάνια φαίνεται να είναι αποκομμένα από τις εξελίξεις σε ευρωπαϊκά επίπεδο σε ό, τι αφορά τον ψηφιακό και ενεργειακό τους μετασχηματισμό.

Αφορμή για το σημερινό μας σχόλιο παίρνουμε από την πρόσφατη ανακοίνωση της Eurelectric για την σημαντική πρωτοβουλία της Σουηδικής προεδρίας για την προώθηση και επιτάχυνση της ηλεκτροδότησης των Ευρωπαϊκών λιμένων (πρόγραμμα ACCENT), το οποίο συμπίπτει με την γενικότερη προσπάθεια για την Ευρωπαϊκή ενεργειακή μετάβαση. Σύμφωνα με την Eurelectric και βάσει μελέτης που δημοσίευσε το 2020 από κοινού με τον οργανισμό DNV (Green Gateways to Europe), τα λιμάνια αποτελούν βασικούς μοχλούς πράσινης ενέργειας αφού έχουν την δυνατότητα να εξ ηλεκτρίσουν σχεδόν όλες τις δραστηριότητες που εξελίσσονται στους χώρους τους (λ. χ. γερανογέφυρες, ταινιοδρόμοι, μεταφορές εντός των χωρών και πέριξ του λιμένα, ηλεκτροδότηση σταθμευμένων πλοίων, ηλεκτροκίνηση τρένων κλπ.) και άρα να γίνουν παραλήπτες ηλεκτρισμού που παράγεται από ΑΠΕ.

Όπως προκύπτει από την ενημέρωση της Eurelectric, αυτή την περίοδο τίθενται οι βάσεις για την χρηματοδότηση και εφαρμογή ενός πανευρωπαϊκού προγράμματος εξηλεκτρισμού των λιμένων έτσι ώστε να καταστεί δυνατή η μετάβαση τους σε καθαρά καύσιμα μέσω της βελτίωσης της ενεργειακής αποδοτικότητας των εγκαταστάσεων τους αλλά και στην αξιοποίησης ενέργειας παραγόμενης από ΑΠΕ.

Προς το παρόν η «ναυτική» Ελλάδα είναι απούσα από όλη αυτή την πολλά υποσχόμενη προσπάθεια έχοντας εισέλθει για μια ακόμα φορά σε στάδιο ενδοσκόπησης και εσωστρέφειας λόγω των επερχόμενων εκλογών. Κάποτε όμως θα πρέπει να ωριμάσει το πολιτικό μας σύστημα και οι περί αυτού κρατικοδίαιτες επιχειρήσεις και να αρχίσουν να βλέπουν τα πράγματα μέσα από ένα πλέον τεχνοκρατικό πλαίσιο με γνώμονα τα μακροπρόθεσμα οικονομικά, διπλωματικά και πολιτικά μας συμφέροντα. Το θέμα των λιμένων και της επείγουσας ανάγκης εκσυγχρονισμού τους και της ενεργειακής τους μετάβασης αποτελεί μια άριστη περίπτωση εξάσκησης εθνικής πολιτικής.