Διαφαίνεται μια αλλαγή απόψεων στους στρατιωτικούς κύκλους της Ουάσιγκτον. Αρχίζει να διαφαίνεται μια τάση και στη Μόσχα να διαπραγματευτεί

Ο Χένρι Κίσινγκερ θεωρείται ο μεγάλος δάσκαλος της παγκόσμιας διπλωματίας. Θετικά ή αρνητικά. Ο πρώην υπουργός Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών ήταν ο αρχιτέκτονας της πολιτικής της ύφεσης κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, περιόρισε τις ιστορικές συγκρούσεις μεταξύ Πεκίνου και Ουάσιγκτον, πρωταγωνίστησε στις ειρηνευτικές προσπάθειες στη Μέση Ανατολή και γι’ αυτό τιμήθηκε με το Νόμπελ Ειρήνης. Για εμάς τους Έλληνες πάντως η πολιτική του Κίσινγκερ καθόρισε και μάλιστα εντελώς αρνητικά τις εξελίξεις στην Κύπρο. Γιατί «ο Χένρι Κίσινγκερ θεωρούσε την τουρκική συμβολή στη στρατηγική της Ουάσιγκτον πολύ σημαντικότερη από τις διεθνείς έννοιες της κρατικής κυριαρχίας και του διεθνούς δικαίου», όπως γράφει ο Βρετανός πρώην διπλωμάτης και καθηγητής Γουίλιαμ Μάλινσον, στο βιβλίο του «Ο Κίσινγκερ και η εισβολή στην Κύπρο».

Σήμερα ο 99χρονος Κίσινγκερ δείχνει να προσπαθεί για μια τελευταία φορά να μετατρέψει έναν πόλεμο, αυτόν της Ουκρανίας, σε ειρήνη. Για αυτόν, η ειρήνη στην Ουκρανία για τα 100ά γενέθλιά του, στις 27 Μαΐου, θα ήταν το καλύτερο δώρο γενεθλίων. Γιατί, όπως λέει, ακολουθεί το σύνθημα του καγκελαρίου Χέλμουτ Σμιτ: «Είναι καλύτερα να διαπραγματευτείς για 100 ώρες χωρίς τίποτα, παρά να πυροβολείς για ένα λεπτό».

Για την Ουκρανία ο Κίσινγκερ σκιαγραφεί ένα ειρηνευτικό σχέδιο με τρία στοιχεία: Πρώτον, η πορεία του μετώπου θα πρέπει να «παγώσει» κατά μήκος της γραμμής στο Ντονμπάς όπου τα ουκρανικά στρατεύματα και οι φιλο-Ρώσοι αντάρτες αντιμετώπιζαν ο ένας τον άλλον, πριν από τη ρωσική εισβολή στις 24 Φεβρουαρίου πέρυσι. Δεύτερον, μετά την ανακωχή, θα μπορούσαν να ξεκινήσουν οι πολιτικές διαπραγματεύσεις για μια ειρηνευτική λύση. Τρίτον, θα μπορούσε να επιτευχθεί ένας πολιτικός συμβιβασμός με τη Ρωσία να παίρνει την Κριμαία και το Ντονμπάς, αλλά σε αντάλλαγμα η Ουκρανία να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ.

Τρεις λόγοι

Η πρόταση του Κίσινγκερ εξετάζεται σοβαρά σε Κίεβο, Μόσχα και Ουάσιγκτον. Από διπλωματικούς κύκλους ακούγεται ότι υπάρχει «κίνηση» και η φράση αυτή αρχίζει να «ακούγεται» στα παρασκήνια:

Πρώτον, γιατί μετά από έναν χρόνο ο πόλεμος έχει φτάσει σε αδιέξοδο, σε μια άγρια σύγκρουση χαρακωμάτων. Η πορεία του μετώπου σχεδόν δεν κινείται πλέον και η κατάσταση θυμίζει μοιραία εκείνη στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η ελπίδα για περαιτέρω στρατιωτικές επιτυχίες μειώνεται και για τα δύο αντιμαχόμενα μέρη, παρά τη συνεχή στρατιωτική ενίσχυση της Ουκρανίας από τη Δύση με υπερσύγχρονα άρματα μάχης. Από την ουκρανική πλευρά, υπήρχε το φθινόπωρο η ελπίδα ότι η αντεπίθεση θα μπορούσε να προωθηθεί μέχρι τα ρωσικά σύνορα. Τώρα τα ρωσικά στρατεύματα φαίνεται να έχουν, ελαφρώς βέβαια, και πάλι το πάνω χέρι. Από την πλευρά της Ρωσίας, επίσης, οι απώλειες είναι τόσο μεγάλες που ακόμη και οι πιο σκληροπυρηνικοί στρατιωτικοί μπλόγκερ δεν ελπίζουν σε σπουδαία κέρδη στο πεδίο της μάχης.

Δεύτερον, διαφαίνεται μια αλλαγή απόψεων στους στρατιωτικούς κύκλους της Ουάσιγκτον. Ο αρχηγός του Γενικού Επιτελείου, στρατηγός Μαρκ Μίλεϊ, εκτιμά ότι δεν αναμένονται άλλες στρατιωτικές επιτυχίες για την Ουκρανία μετά την απελευθέρωση της Χερσώνας και ότι τώρα είναι η κατάλληλη στιγμή για να αναζητηθεί μια πολιτική λύση μέσω ειρηνευτικών διαπραγματεύσεων. Οι Αμερικανοί στρατιωτικοί φοβούνται ότι η Ρωσία, χάρη στη στρατηγική υπεροχή της σε έμψυχο δυναμικό και πόρους, θα ανακτήσει τη δυναμική της. Ως αποτέλεσμα, σημαντικά μεγαλύτερος αριθμός Αμερικανών στρατιωτικών αρχίζει να συμφωνεί τώρα με το σχέδιο Κίσινγκερ.

Τρίτον, αρχίζει να διαφαίνεται μια τάση στη Μόσχα να διαπραγματευτεί. Ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών, Σεργκέι Λαβρόφ, δήλωσε κατά τη διάρκεια επίσκεψης στη Νότια Αφρική ότι η Μόσχα είναι από καιρό έτοιμη για ειρηνευτικές συνομιλίες. Δυτικές υπηρεσίες πληροφοριών αναφέρουν μάλιστα ότι υπήρξαν έντονες διαμάχες στη Ρωσία ανάμεσα στις παραστρατιωτικές μονάδες -όπως η ομάδα Βάγκνερκαι την παραδοσιακή στρατιωτική ηγεσία στη Μόσχα. Ο Πούτιν αντιμετωπίζει ένα όλο και πιο ασταθές σενάριο ασφάλειας και είναι πιθανό να δείξει ενδιαφέρον για κατάπαυση του πυρός, καθώς η εσωτερική υποστήριξη για τον πόλεμο εξασθενεί κάθε εβδομάδα. Πάνω απ’ όλα, η επιχειρηματική ελίτ της Ρωσίας επιθυμεί να συναφθεί σύντομα ειρήνη.

«Υπνοβάτες»

Αυτό που μπορεί να συναχθεί από τις κινήσεις του Κίσινγκερ και από τις σημερινές προειδοποιήσεις του για τους κινδύνους μιας κλιμάκωσης με τη Ρωσία, είναι σαφές:

Οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να σκέφτονται ως αυτοκρατορική δύναμη, ως primus inter pares, επιδιώκοντας άμεσο διάλογο με τους βασικούς παίκτες και αποφεύγοντας τις εντάσεις.

Πρόκειται για ένα «όραμα διπλωματίας», που θυμίζει πολύ την πολιτική του Αυστριακού καγκελάριου Κλέμενς φον Μέτερνιχ, που θεωρούσε τις μεγάλες δυνάμεις θεματοφύλακες και χωροφύλακες της παγκόσμιας τάξης. Καθώς συμπληρώνει έναν αιώνα ζωής, ο Κίσινγκερ προειδοποιεί την Ουάσιγκτον και τη Μόσχα ότι η σταθερότητα στην Ουκρανία είναι ζωτικής σημασίας για την παγκόσμια τάξη και είναι ευθύνη τους να τη διασφαλίσουν. Για να κατανοηθούν οι κίνδυνοι που αντιμετωπίζει ο κόσμος, ο Κίσινγκερ επικαλέστηκε τα διδάγματα από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο: «Ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος ήταν ένα είδος πολιτιστικής αυτοκτονίας που κατέστρεψε την υπεροχή της Ευρώπης. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες λειτουργούσαν ως υπνοβάτες -σύμφωνα με τα λόγια του ιστορικού Κρίστοφερ Κλαρκσε μια σύγκρουση, στην οποία ουδείς θα μετείχε, αν είχε προβλέψει τον κόσμο στο τέλος του πολέμου το 1918», έγραψε ο Κίσινγκερ και πρόσθεσε: «Ο σημερινός κόσμος βρίσκεται σε ένα συγκρίσιμο σημείο καμπής στην Ουκρανία». Και ίσως χρειαστεί ένα νέο Συνέδριο της Βιέννης μεταξύ των «αυτοκρατοριών» και των περιφερειακών δυνάμεων, με βάση τον ρεαλισμό: Η συνεννόηση με τον αντίπαλο είναι καλύτερη από την εξασφαλισμένη, αμοιβαία καταστροφή.

(από την εφημερίδα "ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ")