«Η Νύχτα Των Κήπων» ως Συγκεφαλαίωση και Ώριμη Απόληξη της Ποίησης του Κυριάκου Χαραλαμπίδη

«Η Νύχτα Των Κήπων» ως Συγκεφαλαίωση και Ώριμη Απόληξη της Ποίησης του Κυριάκου Χαραλαμπίδη
του Ευριπίδη Γαραντούδη
Σαβ, 28 Ιανουαρίου 2023 - 09:30

Το δέκατο τέταρτο κατά σειρά ποιητικό βιβλίο του Κυριάκου Χαραλαμπίδη, στην πορεία που ξεκίνησε το 1961 και φτάνει μέχρι τις μέρες μας, η συλλογή Η Νύχτα των Κήπων, εκδόθηκε τον Ιούλιο 2022.[1] Με τα 68 ποιήματά της, γραμμένα τα τελευταία έξι χρόνια, λειτουργεί ως συγκεφαλαίωση, κατασταλαγμένη απόληξη και, ίσως, κορύφωση, ως προς ορισμένα στοιχεία της, της ποίησής του. Καθώς θεωρώ το έργο του Χαραλαμπίδη ένα από τα μείζονα της νεότερης ελληνικής ποίησης, η επιλογή μου να αναφερθώ μόνο στην πιο πρόσφατη ποιητική παραγωγή του αποσκοπεί στην προσπάθειά μου να δείξω, με ορισμένες πρωτοβάθμιες έστω παρατηρήσεις, πόσο θαλερός παραμένει αυτός ο ογδονταδυάχρονος ώριμος ποιητικός έφηβος

Αρχικά θα παραθέσω ορισμένα ποσοτικά και πραγματολογικά στοιχεία, επειδή έχουν τη σημασία τους ως οδοδείκτες προς την εσωτερική αναγνώριση της συλλογής. Σύμφωνα, λοιπόν, με τις χρονικές ενδείξεις που συνοδεύουν και τα 68 ποιήματα,[2] αυτά γράφτηκαν από το 2016 μέχρι το 2021, με την εξής κατανομή ανά έτος: το 2016 δύο ποιήματα, το 2017 12 ποιήματα, το 2018 21 ποιήματα, το 2019 10 ποιήματα, το 2020 14 ποιήματα και το 2021 εννέα ποιήματα. Αν λάβουμε υπόψη ότι η προηγούμενη συλλογή του Χαραλαμπίδη, Ηλίου και Σελήνης άλως, εκδόθηκε στη διάρκεια του 2017, συμπεραίνουμε ότι τα πολύ λίγα, μόνο δύο, ποιήματα του 2016 δεν είχαν περιληφθεί σε εκείνο το βιβλίο. Ως προς τα υπόλοιπα πέντε έτη η κατανομή των ποιημάτων είναι λίγο πολύ ισόποση ή δεν εμφανίζει αξιοσημείωτες διακυμάνσεις, με εξαίρεση το 2018, στο μέσο του χρονικού ανύσματος της συλλογής, όπου παρατηρείται σαφής κορύφωση της παραγωγικότητας του Χαραλαμπίδη.

Ένας βασικός συντελεστής για να θεωρήσουμε τη Νύχτα των Κήπων συγκεφαλαίωση και ώριμη απόληξη της προηγούμενης ποίησης του Χαραλαμπίδη είναι η δομή της συλλογής. Συγκεκριμένα, όλα τα ποιήματα είναι τιτλοφορημένα και αυτοτελή ή αυτόνομα, χωρίς μάλιστα να υπάρχει κατανομή τους σε ενότητες, όπως σε προηγούμενα βιβλία, συνεπώς αποτελούν μέρη μίας συλλογής και δεν συναπαρτίζουν ποιητικό σύνθεμα. Ωστόσο, ο συνθετικός χαρακτήρας του βιβλίου είναι προφανής, καθώς τα ποιήματα κατανέμονται σε τρεις κατά σειρά άτυπες ενότητες που φανερά αντιστοιχούν στις τρεις περιόδους εξέλιξης του ελληνισμού μέσα στον ιστορικό χρόνο. Έτσι, για άλλη μία φορά, ο Χαραλαμπίδης ως ποιητής επισκοπεί και αποτιμά τον ελληνισμό στη διαχρονία του, ανατρέχοντας στο παρελθόν και αναβιώνοντάς το ποιητικά στο παρόν, σημειώνοντας τομές στον ιστορικό χρόνο και ανάγοντας την ελληνικότητα από αίσθημα εντοπιότητας και βαθιά θεμελιωμένης οικείας πολιτισμικής μνήμης στη γνωστή μας από το σύνολο της ποίησής του αίσθηση οικουμενικότητας.

Αναλυτικά, λοιπόν, στη συλλογή προηγούνται τα ποιήματα που θεματικά αναφέρονται στην ελληνική (ελλαδική και κυπριακή), την ελληνιστική και τη ρωμαϊκή αρχαιότητα, θεωρημένη τόσο πρωτίστως ως μυθολογική παρακαταθήκη και δευτερευόντως ως ιστορική περίοδος. Ακολουθούν τα ποιήματα που θεματοποιούν όψεις, γεγονότα και πρόσωπα της παράδοσης του χριστιανικού κόσμου, συγκεκριμένα του ορθόδοξου κόσμου και εκείνου της χριστιανικής Ανατολής, της βυζαντινής περιόδου και της οθωμανικής εποχής. Η τρίτη ενότητα αφορά τα ποιήματα που θεματικά εστιάζονται στον νεότερο ελληνισμό, από την εποχή των προεπαναστατικών χρόνων και κυρίως της Επανάστασης μέχρι τη Μικρασιατική Καταστροφή, τον αγώνα της κυπριακής ανεξαρτησίας και την κυπριακή τραγωδία από το 1974 έως τις μέρες μας. Σε ό,τι αφορά τα ποσοτικά δεδομένα των τριών ενοτήτων, η πρώτη και μεγαλύτερη περιλαμβάνει 25 ποιήματα, τα πρώτα 22 αναπτυγμένα κατά σειρά και τα υπόλοιπα τρία διεσπαρμένα ανάμεσα στα ποιήματα των άλλων δύο ενοτήτων.[3] Η δεύτερη ενότητα αναπτύσσεται σε λιγότερα, σε 14 ποιήματα, που διατάσσονται κατά σειρά.[4] Η τρίτη ενότητα αριθμεί 21 ποιήματα, λίγα λιγότερα από την πρώτη, που επίσης εν συνόλω ακολουθούν κατά σειρά στο τρίτο μέρος του βιβλίου.[5] Σχηματικά, λοιπόν, θα λέγαμε ότι έχουμε τρεις συλλογές σε μία, βεβαίως με οργανικό και άρρηκτο δεσμό μεταξύ τους. Αξιοσημείωτη είναι, εν προκειμένω, η επισήμανση του ίδιου του Χαραλαμπίδη σε συνέντευξή του για τη Νύχτα των Κήπων: «Η αρχική μου πρόθεση ήταν να διαρθρώσω τη συλλογή στα επιμέρους στοιχεία της (πράγμα που έκανα σε άλλα ποιητικά βιβλία μου) κατηγοριοποιώντας την σε αντίστοιχες ενότητες. Θεωρώντας ωστόσο ότι κάθε ποίημά μου –άσχετα βέβαια προς τον θεματικό του κύκλο– μπορεί να υπεισέρχεται στο άλλο, προτίμησα να μείνω πιστός σε αυτή την αλληλοπεριχώρηση. Θέλησα δηλαδή να υποδείξω πως όλα είναι ένα: το κατορθωμένο σώμα των ποιημάτων, και η κεκτημένη γνώση από αυτά, έχει να κάνει με την Ποίηση ως μυστηριώδες ποθούμενο, που εκδηλώνεται ως έκφανση έρωτος, μύθου, ιστορίας, ταυτότητας, ήθους, εγρήγορσης και καλοκαγαθίας αναμίξ».[6] Ο Χαραλαμπίδης μάς υποδεικνύει, πολύ εύστοχα για την αναγνωστική και ερμηνευτική καθοδήγησή μας, ότι όλα τα ποιήματα είναι ένα. Γι’ αυτό και ο τριμερής θεματικός χωρισμός των ποιημάτων, ενταγμένων στην εποπτική και καθολική θεώρηση του ελληνισμού στην εξακολουθητική διαχρονία του, εντέλει δεν είναι γραμμικός. Δεν πρόκειται για ενότητες, λοιπόν, αλλά για κύκλους, σε ορισμένα σημεία εφαπτόμενους ή τεμνόμενους. Συγκεκριμένα, υπάρχουν λιγοστά ποιήματα, εν συνόλω επτά, που δεν εντάσσονται σε κανέναν από τους τρεις θεματικούς κύκλους, αλλά διασπείρονται ανάμεσά τους, αν και παρουσιάζουν μερικά στοιχεία σύγκλισης με κάποιον από αυτούς. Πρόκειται, συγκεκριμένα, είτε για ποιήματα ποιητολογικών ασκήσεων είτε κυρίως για ποιήματα υποκινημένα από πολύ πρόσφατες ή σύγχρονες περιστασιακές αφορμές ή αναφερόμενα σε πρόσωπα που δεν εντάσσονται ορατά στους κύκλους.[7] Αυτά τα επτά ποιήματα λειτουργούν, εντέλει, ως αδιόρατοι σύνδεσμοι μεταξύ των τριών κύκλων. Το εισαγωγικό ποίημα του βιβλίου, η ποιητολογική άσκηση «Φθόγγος», είναι μία μινιατούρα υψηλής αισθητικής ευθυβολίας:

Αθέατο πινέλο κι αόρατο μελάνι
ζωγραφίζουν το χιόνι που δανείζει στη γη
το λευκό του σκοτάδι.

Ελάσματα ήχων από κίτρινο φως
στην εικόνα του ποιήματος.
Αχνίζουν τα βόδια σιμά στα ελάφια.


Μέσα σε κάθε έναν από τους τρεις κύκλους παρατηρείται, ειδικότερα, η οργάνωση αρκετών ποιημάτων σε μικρότερους θεματικούς κύκλους. Έτσι στην πρώτη ενότητα έχουμε ποιήματα για θεούς, ειδικότερα για την Αφροδίτη· μυθικούς ποιητές, όπως η Σαπφώ· ήρωες, όπως ο Οδυσσέας· ιστορικά πρόσωπα, όπως ο Μέγας Αλέξανδρος. Στον δεύτερο κύκλο συγκροτούνται επιμέρους θεματικοί κύκλοι για την Παναγία, τον Χριστό, την Άλωση της Κωνσταντινούπολης. Στον τρίτο κύκλο υπάρχουν ποιήματα για την Επανάσταση του 1821, γραμμένα στη διάρκεια του 2021, προφανώς με αφορμή τη συμπλήρωση των διακοσίων ετών από το γεγονός· για τη Μικρασιατική καταστροφή· για τον αγώνα της κυπριακής Ανεξαρτησίας και ειδικότερα για τους μάρτυρές του· για τις τραγικές και επιβιώνουσες μέχρι σήμερα συνέπειες της τουρκικής εισβολής το 1974· για την επιστροφή των ελληνοκυπρίων στον γενέθλιο τόπο και το εγκαταλελειμμένο σπίτι στα κατεχόμενα. Ακόμα, υπάρχουν ποιήματα που μπορούμε να θεωρήσουμε μεταιχμιακά ως προς την ένταξή τους στους θεματικούς κύκλους ή μεταβατικά ή συνθετικά των τριών κύκλων.[8]

Τέλος, μακροσκοπικό συνθετικό στοιχείο του τρίτου κύκλου είναι η διάκριση και συνάμα ανάμιξη ποιημάτων που διακρίνονται σε δύο ομάδες: της πρώτης αναφέρονται στον ελλαδικό ή μητροπολιτικό ελληνισμό και της δεύτερης εστιάζονται στον κυπριακό ελληνισμό. Τα ποιήματα της πρώτης ομάδας είναι επτά (τα πέντε από αυτά έχουν ως θέμα την Επανάσταση του 1821), ενώ της δεύτερης διπλάσια σε αριθμό, 14. Επισημαίνω ότι και στην αμέσως προηγούμενη συλλογή του Χαραλαμπίδη, Ηλίου και Σελήνης άλως, διακρίνεται η κατανομή των ποιημάτων σε τρεις ενότητες, αντίστοιχες εκείνων της συλλογής Η Νύχτα των Κήπων, αλλά η διάκρισή τους είναι πολύ πιο ισχνή, με την τρίτη ενότητα, εκείνη που θεματικά καλύπτει τον νεότερο και σύγχρονο ελληνισμό, να είναι σαφώς μικρότερη, έναντι των άλλων δύο.[9] Οι συνταγμένες από τον ίδιο τον ποιητή «Σημειώσεις», στο τέλος του βιβλίου Η Νύχτα των Κήπων, αντίστοιχες εκείνων στις προηγούμενες συλλογές του Χαραλαμπίδη, έχουν διττή λειτουργία. Αφενός τεκμηριώνουν, με επιλεκτικές αναφορές και καταγραφές πηγών, την πλούσια διακειμενική ύφανση του βιβλίου και αφετέρου μαρτυρούν τη δημιουργική διασταύρωσή του με αρκετά πραγματικά, ακόμα και συγκυριακά, ερεθίσματα. Έτσι ο ποιητής που αναπλάθει τον μύθο είναι συνάμα και ο ποιητής που αναμετριέται με την ιστορία, ακόμα και στην αναπόδραστη παροντική της διάσταση, που πάντως σταθερά ανάγεται στην υπερχρονική και υπερτοπική διάσταση.[10]

Θα κάνω λιγοστές παρατηρήσεις για το ύφος, τη γλώσσα και τη στιχουργία, πριν περάσω στην εξέταση ενός επιμέρους θεματικού κύκλου επιλεγμένου από την κοίτη του νεότερου και του σύγχρονου ελληνισμού.

(η συνέχεια στο hartismag.gr)