Η 9η Μαΐου εορτάζεται ως Ημέρα τη Ευρώπης και Ημέρα της Νίκης των Σοβιετικών κατά των ναζιστών. Φέτος ωστόσο δεν ισχύσει τίποτα από τα δύο. Πρώτον, διότι διεξάγεται ένας νέος καταστροφικός πόλεμος στην αυλή της Ευρωπαϊκής Ενώσεως και δεύτερον γιατί η ΕΕ απέχει παρασάγγας από την ικανοποίηση των προσδοκιών των ίδιων των πολιτών της. Δεν είναι μόνο η γενικότερη ασυμφωνία που επικρατεί στα πάντα. Είναι και οι ανεδαφικές και μη ρεαλιστικές προτάσεις που κάνει η Κομισιόν μη λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες των κρατών μελών και τις πραγματικές ανάγκες των πολιτών. Τελευταίο παράδειγμα το ολοκληρωτικό εμπάργκο στις εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου

 

το οποίο είναι σχεδόν απαγορευτικό για κάποια κράτη μέλη που δεν έχουν εναλλακτικές πηγές ενέργειας. Ακόμη και η πρόταση για σταδιακή κατάργηση είναι προβληματική. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Ινστιτούτο Bruegel προειδοποιεί ότι η σταδιακή απαγόρευση εισαγωγών ρωσικού πετρελαίου στην ΕΕ δεν είναι διόλου καλή επιλογή. «Το μεγαλύτερο μειονέκτημα αυτού του σχεδίου είναι ότι στη διάρκεια της μεταβατικής φάσης, οι τιμές του πετρελαίου στην Ευρώπη και σε όλο τον κόσμο θα αυξηθούν, εν αναμονή των μειωμένων ρωσικών εξαγωγών. Οι υψηλότερες τιμές είναι επώδυνες για τις χώρες εισαγωγών. Το χειρότερο, όμως, είναι ότι υπερ-αποζημιώνουν τη Ρωσία για τη σταδιακή απώλεια των ποσοτήτων», τονίζει. Μία καλύτερη εναλλακτική στο σταδιακό εμπάργκο ρωσικού πετρελαίου θα ήταν ένα πιο ευέλικτο εργαλείο που μπορεί να αυξομειώνει την πίεση στη Ρωσία ανάλογα με την κατάσταση στην Ουκρανία. Ένας τιμωρητικός δασμός σε όλες τις ρωσικές εξαγωγές αργού πετρελαίου, πετρελαϊκών προϊόντων και φυσικού αερίου. Αυτό θα μείωνε άμεσα τα έσοδα της Ρωσίας. Παρόλα αυτά, η Ρωσία θα συνέχιζε να έχει κίνητρο εξαγωγών σε πελάτες στη Δύση, άρα δεν θα ήταν πιθανό να προχωρήσει άμεσα σε προετοιμασία για εξαγωγές ορυκτών καυσίμων σε τρίτες χώρες.

Το εκρηκτικό κοκτέιλ πληθωρισμού, ενεργειακής κρίσης και σοβαρής αναταραχής της εφοδιαστικής αλυσίδας έχει πλήξει οικογενειακούς προϋπολογισμούς και επιχειρήσεις πανευρωπαϊκώς. Ακόμη και οι πολυεθνικές αναγκάζονται να αλλάξουν τον προγραματισμό τους, βάζοντας σε πρώτη προτεραιότητα την μείωση των δαπανών, κάτι που θα έχει φυσικά αντίκτυπο και στις θέσεις εργασίας. Οι αναλυτές επισημαίνουν ότι η κρίση δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο με επιδόματα αλλά με εξασφάλιση της αγοραστικής δύναμης των Ευρωπαίων. Στις Βρυξέλλες, όμως, προετοιμάζονται πάλι με την γνωστή προχειρότητα προκειμένου να αντιμετωπίσουν το ενδεχόμενο να σταματήσει εντελώς η εισαγωγή των ρωσικών υδρογονανθράκων καθώς το σενάριο ενός μπλακάουτ είναι κάτι παραπάνω από υπαρκτό. Σε περίπτωση που αυτό επαληθευτεί, ο κίνδυνος να προκληθεί ένα πρωτόγνωρο σοκ στις ευρωπαϊκές οικονομίες και κοινωνίες είναι εξαιρετικά μεγάλος.

Σύμφωνα με ρεπορτάζ της ισπανικής εφημερίδας «El Pais» η Κομισιόν αναμένεται να παρουσιάσει στις 18 Μαΐου ένα σχέδιο εκτάκτου ανάγκης για να αντιμετωπίσει την τεράστια ενεργειακή κρίση που συνεχώς γιγαντώνεται. Οι δράσεις που εξετάζονται είναι μεταξύ άλλων: Τηλεργασία έως τρεις φορές την εβδομάδα μπορεί να οδηγήσει σε εξοικονόμηση 500.000 βαρελιών πετρελαίου. Μια ημέρα τηλεργασίας ισοδυναμεί με 170.000 λιγότερα βαρέλια πετρελαίου ημερησίως. Κοινή χρήση αυτοκινήτου με άλλους ανθρώπους και ήπια οικονομική ενίσχυση σημαίνει 470.000 λιγότερα βαρέλια. Μείωση ορίων ταχύτητας στους αυτοκινητόδρομους τουλάχιστον κατά 10 χιλιόμετρα ανά ώρα ισούται με 430.000 βαρέλια λιγότερα. Κυριακές χωρίς αυτοκίνητα στις πόλεις σημαίνει 380.000 βαρέλια λιγότερα, ενώ η χρήση μονών – ζυγών στις πόλεις εξοικονομεί 210.000 βαρέλια πετρέλαιο. Και όλα αυτά την ώρα που ο πληθωρισμός σπάει το ένα ρεκόρ μετά το άλλο και οι ευρωπαϊκές οικονομίες απειλούνται ακόμη και με ύφεση. Στην περίπτωση που ο πληθωρισμός και η αβεβαιότητα αναφορικά με τον πόλεμο στην Ουκρανία, ενισχυθούν περαιτέρω, οι προοπτικές της κατανάλωσης θα αντιστραφούν, προκαλώντας οικονομική ύφεση, εκτιμά η Oxford Economics. Ειδικότερα, ο κίνδυνος ύφεσης στον βιομηχανικό κλάδο είναι μεγάλος, καθώς αντιμετωπίζει μία παρατεταμένη περίοδο διαταράξεων στην εφοδιαστική αλυσίδα και υψηλών τιμών ενέργειας.

Σε κάθε περίπτωση είτε πρόκειται για την ενέργεια, είτε για την αντιμετώπιση της πανδημίας η Ευρώπη δείχνει να δυσκολεύεται ή και να αποτυγχάνει να ανταποκριθεί στις προσδοκίες των λαών της.