Η τιμή του συμβολαίου φυσικού αερίου στον ολλανδικό κόμβο TTF που θεωρείται το ευρωπαϊκό benchmark έφθασε να υποχωρεί, χθες, ακόμη και στα 84 ευρώ ανά μεγαβατώρα, προτού κλείσει στα 92,60 ευρώ ανά μεγαβατώρα, για παραδόσεις Μαΐου, ήτοι, σε νέο χαμηλό αφότου εισέβαλε ο ρωσικός στρατός στην Ουκρανία. Βασικός λόγος για τη ραγδαία υποχώρηση των τιμών του αερίου είναι ασφαλώς η επικράτηση αυξημένων θερμοκρασίων σε μεγάλα τμήματα της ηπείρου, για την εποχή, γεγονός που επιβεβαιώνει και τα όσα προέβλεπε η αγορά, οι αναλυτές αλλά και το energia.gr, ήδη από τo τέλος του περασμένου φθινοπώρου, ότι δηλαδή, ο μόνος λόγος 

για τον οποίο θα έπρεπε να αναμένει κανείς πτώση των τιμών του καυσίμου, θα ήταν καθαρά για εποχικούς λόγους. Την ίδια ώρα που φαίνεται ότι θα πάρουμε μια ανάσα από τον εφιάλτη των ακρα’ίων τιμών του αερίου, το πετρέλαιο εξακολουθεί να βιώνει το δικό του Γολγοθά. Όπως αναφέρει σε χθεσινή της ανάλυση η JP Morgan, oι τιμές του αργού θα μπορούσαν να ξεπεράσουν ακόμα και τα 185 δολάρια ανά βαρέλι έως τον προσεχή Ιούνιο, σε περίπτωση που η Ευρωπαϊκή Ένωση αποφάσιζε να επιβάλει οριστική και άμεση απαγόρευση των εισαγωγών ρωσικού πετρελαίου.

Παρά την απροθυμία ορισμένων στην Ε.Ε., ιδίως η Γερμανία, η Ουγγαρία και η Αυστρία, να εφαρμόσουν το πιο σκληρό αλλά και πιο αποδοτικό μέτρο κυρώσεων κατά της Μόσχας, οι προκαταρκτικές συζητήσεις έχουν ήδη ξεκινήσει στις Βρυξέλλες σχετικά με το επίμαχο ζήτημα. Είναι γνωστό πως ο διχασμός στην επιβολή εμπάργκο έχει τις ρίζες του στο φόβο που επικρατεί στις μεγάλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες για τον πιθανό καταστροφικό αντίκτυπο στις οικονομίες της ζώνης.

Εάν τελικά οι Βρυξέλλες ομονοήσουν και συμπεριλάβουν το εμπάργκο στα καύσιμα στο έκτο πακέτο κυρώσεων κατά της Ρωσίας, τότε οι τιμές τουBrent, που θεωρείται το διεθνές benchmark είναι πιθανό να αυξηθούν κατά 65% και να ανέλθουν στα 185 δολάρια ανά βαρέλι, σύμφωνα με αναλύτρια του κλάδου ενέργειας του αμερικανικού χρηματοοικονομικού οίκου.

Πιο συγκεκριμένα, μια πλήρης και άμεση διακοπή των εισαγωγών ρωσικού αργού  θα  περιέκοπτε περισσότερα από 4 εκατ. βαρέλια την ημέρα  από την ρωσική προσφορά, με τις  Κίνα και  Ινδία να αδυνατούν να απορροφήσουν την εν λόγω ποσότητα, τουλάχιστον στο χρόνο που θα επιθυμούσε η Μόσχα.

Η αλήθεια είναι πως το πιο πιθανό σενάριο που έχει επεξεργαστεί η JPMorgan προβλέπει ότι στο τέλος, η μείωση των εισαγωγών ρωσικού πετρελαίου στην Ε.Ε. δεν θα ξεπεράσει τα 2,1 εκατ. βαρέλια την ημέρα, κάτι που θα έχει ως αποτέλεσμα να μην επηρεαστούν τόσο έντονα και οι τιμές.

Σε κάθε περίπτωση, η επιβολή εμπάργκο στο ρωσικό αργό, εάν αποφασιστεί, θα  απαιτήσει πολύμηνες διεργασίες, γεγονός που  αμβλύνει αυτόματα σημαντικό μέρος των επιπτώσεων  στην ρωσική οικονομία και θα επιτρέψει στον Βλάντιμιρ Πούτιν και τους στρατιωτικό κατεστημένο της Μόσχας, να συνείχουν απρόσκοπτα τον πόλεμο στην Ουκρανία.

Μια ακόμη ένδειξη ότι η Ρωσία έχει αφεθεί, κατ’ ουσία, ανεξέλεγκτη να προωθεί τις επιδιώξεις της στο γεωστρατηγικό πεδίο είναι και το γεγονός  ότι  η Μόσχα εξακολουθεί να απολαμβάνει της συμπαράστασης των χωρών-μελών του OPΕC. Είναι ενδεικτικό του καλού κλίματος που επικρατεί ότι ο Ρώσος Πρόεδρος συνομίλησε το Σαββατοκύριακο που πέρασε με τον Σαουδάραβα πρίγκιπα- διάδοχο, Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν, με αντικείμενο τη συνεργασία των χωρών τους στην εφαρμογή των ποσοστώσεων που έχουν καθοριστεί από το διεθνές καρτέλ. Σημειωτέον ότι ήταν η δεύτερη φορά που οι δύο άνδρες συνομιλούν μετά την εισβολή στην Ουκρανία. 

Ακόμη μια σοβαρή απόδειξη της στενής συνεργασίας και “κατανόησης” μεταξύ  των χωρών -μελών του οργανισμού είναι και το ότι αφότου ξεκίνησε ο πόλεμος στην Ουκρανία, ουδείς από τον OPEC σχολίασε δημοσίως την εισβολή.

Τούτα συμβαίνουν στο διεθνές στερέωμα όταν η Ελλάδα, που θα μπορούσε να εκμεταλλεύεται δύο πηγές πετρελαίου, τον Πρίνο και το Κατάκολο, επιλέγει να συνεχίζει να βάζει στον πάγο το βεβαιωμένο κοίτασμα στην πανέμορφη αυτή γωνιά της Δυτικής Πελοπονήσου, που θα μπορούσε να αμβλύνει κατά τι, το επαχθές κόστος των εισαγόμενων ορυκτών καυσίμων.