Οι σύγχρονες αγροτικές δραστηριότητες έχουν άμεση εξάρτηση από την ενέργεια, ενώ τα σύγχρονα συστήματα αρδεύσεων χρειάζονται απαραιτήτως ηλεκτρική ενέργεια για την αποδοτική λειτουργία τους. Έτσι, καθίσταται αναγκαία η αναζήτηση και αξιοποίηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στην παραγωγή αγροτικών προϊόντων με μηδενικές εκπομπές CO2, καθώς και βελτίωση της ενεργειακής αποδοτικότητας

με καινοτόμες τεχνολογίες, στα πλαίσια της ενεργειακής πολιτικής και των εθνικών στόχων για την ενεργειακή μετάβαση και αντιμετώπιση της περιβαλλοντικής κρίσης.  

Για τις αρδεύσεις κατασκευάζονται υψηλά φράγματα και ταμιευτήρες, οπότε δημιουργείται ένα αξιόλογο υδροδυναμικό για υδροηλεκτρική εκμετάλλευση καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου. Ταμιευτήρες με ικανή χωρητικότητα λειτουργούν ευνοϊκά και για την ανάσχεση των πλημμυρικών παροχών με συνετή διαχείριση και προστασία των κατάντη. Ως εκ τούτου, αυτά τα αρδευτικά φράγματα μελετώνται και κατασκευάζονται ως έργα πολλαπλού σκοπού, εξασφαλίζοντας άρδευση-ύδρευση, υδροηλεκτρική παραγωγή και αντιπλημμυρική προστασία, καθώς και άλλες δραστηριότητες, που όλα αυτά οδηγούν στην αειφόρο ανάπτυξη. Πέραν των άλλων πλεονεκτημάτων, η ηλεκτρική ενέργεια εδώ θα παράγεται με μηδενικές εκπομπές CO2 συμβάλλοντας σε μια πράσινη γεωργία και με έσοδα που θα καλύπτουν τις ανάγκες λειτουργίας-συντήρησης χωρίς να επιβαρύνονται οι αγρότες και η αγροτική παραγωγή.

Στα πλαίσια του προγράμματος «Ύδωρ 2.0» του υπουργείου αγροτικής ανάπτυξης και τροφίμων, δρομολογούνται για κατασκευή και λειτουργία με ΣΔΙΤ 21 αρδευτικά έργα με προϋπολογισμό περί τα 4 δισ.€, που περιλαμβάνουν και αρδευτικά φράγματα. Εξ αυτών μόνο σε ένα αρδευτικό έργο προβλέπεται ένας μικρός υδροηλεκτρικός σταθμός, ενώ τα άλλα εμφανίζονται ως αμιγώς αρδευτικά έργα. Φαίνεται ότι ο σχεδιασμός των αρδευτικών φραγμάτων ως έργων πολλαπλού σκοπού, όπου αυτός προσφέρεται, λείπει από το πρόγραμμα. Σαν παράδειγμα, μεταξύ των 21 έργων αναφέρεται και το φράγμα Αλμωπαίου, όπου η ΔΕΗ στην δεκαετία του 1990’ με έκδηλο ενδιαφέρον είχε κάνει εκτεταμένες έρευνες και μελέτες για την αξιοποίηση του υδροδυναμικού εξασφαλίζοντας και τις αρδεύσεις καθώς και την αντιπλημμυρική προστασία. Σε αντίθεση, στο πρόγραμμα «Ύδωρ 2.0» εμφανίζεται για κατασκευή με ΣΔΙΤ ως αμιγώς αρδευτικό. Η προσθήκη ενός μικρού υδροηλεκτρικού σταθμού αποτελεί μια πολύ ελκυστική οικονομικά και τεχνικά εφαρμογή για να παράγει περί τα 25 εκατομ. kWh το χρόνο καθαρή ενέργεια, αντί να πετιέται εσαεί αυτή η πολύτιμη ενέργεια και ενίοτε με καταστρεπτικές συνέπειες.

Καλό παράδειγμα είναι η ΕΥΔΑΠ, η οποία έχει εγκαταστήσει έναν αριθμό μικρών υδροηλεκτρικών και αξιοποιεί το υδροδυναμικό που δημιουργείται από τα σχετικά έργα ύδρευσης, παράγοντας καθαρή ηλεκτρική ενέργεια. Κάτι ανάλογο προσφέρεται πολύ ελκυστικά και στα έργα άρδευσης του υπουργείου, όπου υπάρχουν περισσότερες ευκαιρίες.

Τα φράγματα θεωρούνται αιώνια και με υψηλό κόστος, οπότε ο σχεδιασμός ως έργων πολλαπλού σκοπού με βέλτιστη αξιοποίηση των υδατικών πόρων υπαγορεύεται από τις βαρύνουσες οικονομικές και περιβαλλοντικές παραμέτρους σε μακροπρόθεσμο χρονικό ορίζοντα, στοχεύοντας στην αειφόρο ανάπτυξη. Επομένως, κρίνεται αναγκαίο να προσαρμοσθεί το αρδευτικό έργο του φράγματος Αλμωπαίου και όποιο άλλο φράγμα του προγράμματος προσφέρεται, ως έργο πολλαπλού σκοπού, αξιοποιώντας όλο το χρόνο το υδροδυναμικό που δημιουργείται, συμβάλλοντας στην αειφόρο ανάπτυξη του γεωργικού τομέα.

Ο γεωργικός τομέας και οι αγροτικές δραστηριότητες βρίσκονται μπροστά σε μεγάλες προκλήσεις για την αξιοποίηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και με νέες αναπτυξιακές δραστηριότητες για μια πράσινη γεωργία, συμβάλλοντας στην επίτευξη των εθνικών στόχων και σε ένα καλύτερο περιβάλλον. Εκτός από την υδροηλεκτρική αξιοποίηση, όπως παραπάνω αναφέρεται, είναι ακόμη και οι δραστηριότητες για την συλλογή και αξιοποίηση της βιομάζας για ενεργειακούς σκοπούς, η παράλληλη αγροτική καλλιέργεια μαζί με τα φωτοβολταϊκά (agrivoltaic), χωρίς να δεσμεύεται αγροτική γη στην αξιοποίηση της ηλιακής ενέργειας, οι βοσκότοποι με τα φωτοβολταϊκά, η αξιοποίηση της γεωθερμίας χαμηλής ενθαλπίας στην αγροτική παραγωγή και επεξεργασία προϊόντων-ξήρανση, όπου αυτή προσφέρεται. Όλα αυτά θα οδηγήσουν σε ανταγωνιστική γεωργική παραγωγή με μηδενικές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου για ένα καλύτερο μέλλον του αγροτικού τομέα και για ένα καλύτερο περιβάλλον.