Την περασμένη εβδομάδα, τα προθεσμιακά συμβόλαια φυσικού αερίου στην Ολλανδία βρέθηκαν στη «στρατόσφαιρα», σε νέα ιστορικά υψηλά, στα 162,125 ευρώ ανά μεγαβατώρα, για να υποχωρήσουν στην περιοχή των 100 ευρώ, απόρροια της δήλωσης του Βλαντίμιρ Πούτιν ότι η Ρωσία (η οποία αναμένει από τη Γερμανία να δώσει πιστοποίηση στον νέο αγωγό Nord Stream 2) είναι έτοιμη να συμβάλει στη σταθεροποίηση των παγκοσμίων αγορών ενέργειας, ενισχύοντας τις προμήθειες φυσικού αερίου προς την Ευρώπη

Αν και η Gazprom, που καλύπτει το 35% των ευρωπαϊκών αναγκών φυσικού αερίου, υπόσχεται να ανοίξει τις κάνουλες, αναλυτές εκτιμούν πως είναι απίθανο να μπορεί να παραδώσει περισσότερα από 190 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα στην Ευρώπη εφέτος, προειδοποιώντας ότι οι ευρωπαϊκές τιμές φυσικού αερίου είναι απίθανο να υποχωρήσουν σημαντικά το 2021.

Η σχέση με το πετρέλαιο

Με τις τιμές του φυσικού αερίου στην Ευρώπη να έχουν εκτιναχθεί 500% από τις αρχές του έτους, η αυξημένη ζήτηση σε συνδυασμό με την περιορισμένη προσφορά ασκεί τεράστια πίεση στον ενεργειακό κλάδο, ακριβώς την ώρα που το κρύο πλησιάζει, ενώ και στην Ελλάδα οι τιμές του φυσικού αερίου τον Σεπτέμβριο του 2021, βάσει των στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ, αυξήθηκαν κατά 108,5% σε σχέση με τον Σεπτέμβριο του 2020. Οι εξελίξεις έχουν ευρύτερες επιπτώσεις, εκτίμησε σε σημείωμά της η Deutsche Bank, αναφέροντας σχετικά πως «για να βάλουμε τα πράγματα σε ένα πλαίσιο, αύξηση της τιμής του φυσικού αερίου πάνω από τα 150 δολάρια/μεγαβατώρα ισοδυναμεί με διαπραγμάτευση των τιμών του πετρελαίου πάνω από τα 200 δολάρια/βαρέλι».

Για την Goldman Sachs, η ζήτηση ενέργειας έχει αυξηθεί κατά τη διάρκεια της ανάκαμψης των οικονομιών, αλλά οι διαταραχές στην παροχή φυσικού αερίου και η έλλειψη επενδύσεων τα τελευταία χρόνια έχουν οδηγήσει στο ναδίρ τα αποθέματα, κάτι που μπορεί να αυξήσει τον πληθωρισμό, να «παγώσει» δαπάνες νοικοκυριών και επιχειρήσεων και να ανακόψει τη δυναμική της ανάκαμψης. Η Capital Economics υπολόγισε πως μία υποθετική μείωση της κατανάλωσης ρεύματος στην ευρωζώνη κατά 10% κατά τη διάρκεια του χειμώνα, θα κόστιζε στη Γηραιά Ηπειρο 3% σε επίπεδο βιομηχανικής παραγωγής και 0,5% σε επίπεδο ΑΕΠ, μόνο για ένα τρίμηνο.

Η σύνδεση με το ηλεκτρικό ρεύμα

Από την άλλη πλευρά, ο σχεδιασμός της αγοράς δείχνει να εντείνει την ενεργειακή κρίση. Οι χώρες της ΕΕ εμπορεύονται ηλεκτρικό ρεύμα σε αγορές χονδρικής, με στόχο την κάλυψη της ενεργειακής ζήτησης για κάθε ώρα της επόμενης ημέρας. Οι αγορές ακολουθούν ένα μοντέλο, βάσει του οποίου η τελική τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος για την επόμενη ημέρα συνδέεται με την τιμή του ακριβότερου καυσίμου που απαιτείται για την κάλυψη της προβλεπόμενης ζήτησης. Το σύστημα έχει σχεδιαστεί για να παρέχει στις επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας τη δυνατότητα ανάκτησης επενδύσεων και λειτουργικών εξόδων.

Εάν το 100% της ζήτησης μπορεί να καλυφθεί με αιολική, ηλιακή και πυρηνική ενέργεια, που έχουν πολύ χαμηλό κόστος παραγωγής, η τιμή της ενέργειας μπορεί να είναι πολύ χαμηλή ή ακόμη και αρνητική. Οταν όμως η αναμενόμενη ζήτηση υπερβαίνει την προσφορά που μπορεί να δημιουργηθεί από καθαρή ενέργεια, τα κοστοβόρα ορυκτά καύσιμα πρέπει να χρησιμοποιηθούν για την κάλυψη της ζήτησης και η τιμή της ισχύος συνδέεται με αυτή την τιμή. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η άνοδος του κόστους του φυσικού αερίου επηρεάζει άμεσα  τις τιμές της ενέργειας.

Φθηνότερη η χρήση άνθρακα

Παράλληλα, το Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών Ρύπων (ETS) έχει σχεδιαστεί για να βοηθήσει στην απεξάρτηση από τον άνθρακα. Επί σειρά ετών κυμαινόταν  στα 5 ευρώ ανά τόνο, αλλά μετά από μια σειρά μεταρρυθμίσεων και λόγω της πίεσης για ανάληψη δράσης για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής η τιμή εκτοξεύτηκε πάνω από τα  60 ευρώ ανά τόνο, προσελκύοντας και κερδοσκόπους. Αναλυτές δεν αποκλείουν οι τιμές του ΕΤS να αυξηθούν ακόμη περισσότερο εντείνοντας τις ανησυχίες για μελλοντικές αυξήσεις της τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος σε χώρες εξαρτώμενες από τον άνθρακα, αν και σε ορισμένες η χρήση άνθρακα για παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας σε σχέση με το φυσικό αέριο ώστε να καλυφθεί η ζήτηση είναι πλέον φθηνότερη.

Να σημειωθεί πως στην Ελλάδα στόχος του Χρηματιστηρίου Ενέργειας είναι να λειτουργήσει το βάθρο εμπορίας έως το τέλος του 2021, αλλά αρκετοί από τους συμμετέχοντες με  παρεμβάσεις τους στη διαβούλευση της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας προτείνουν για λόγους προστασίας της αγοράς και των παρόχων ρευστότητας και λαμβάνοντας υπόψη ότι οι χειμερινοί μήνες είναι μήνες αιχμής κατανάλωσης, να προηγηθεί δοκιμαστική εφαρμογή του Βάθρου για τουλάχιστον έξι μήνες, με λιγότερο αυστηρούς όρους για τους συμμετέχοντες και τους παρόχους ρευστότητας, ώστε να ολοκληρωθεί η τρέχουσα περίοδος αιχμής και ταυτόχρονα να δοθεί έτσι ο απαιτούμενος χρόνος ωρίμασης της αγοράς, επιτυγχάνοντας, όπου χρειαστεί, τις απαιτούμενες διορθωτικές προσαρμογές και παρεμβάσεις.

Μέχρι στιγμής οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις ανακοίνωσαν μέτρα 10 δισ. ευρώ, αλλά το  πρόσθετο ενεργειακό κόστος για τους καταναλωτές εκτιμάται πως θα φτάσει τους επόμενους μήνες τα 100 δισ. ευρώ. Η ελληνική κυβέρνηση παρουσίασε την Παρασκευή ένα νέο πλέγμα μέτρων ύψους 500 εκατ. ευρώ για τη στήριξη των νοικοκυριών έναντι των αυξήσεων στις τιμές ρεύματος και των επιπτώσεων της διεθνούς ενεργειακής κρίσης.

(από tovima.gr)