Καθώς η οικονομίες του σήμερα αποβλέπουν στο πώς θα προχωρήσουν στην επόμενη ημέρα της ανάπτυξης με όρους πράσινης, καθαρής ενέργειας και δείχνουν να αποστρέφονται τα παραδοσιακά ορυκτά καύσιμα που τις στήριξαν από τις αρχές του 20ου αιώνα, εκεί έξω στον φαινομενικά παραγκωνισμένο αυτό κόσμο, η δραστηριότητα δεν έχει κοπάσει στιγμή, ούτε οι εξελίξεις που υπαγορεύονται από τις συγκυρίες. Έτσι, άλλη διάσταση θα δώσει στα γεγονότα των τελευταίων ετών μια μεγάλη πετρελαϊκή εταιρεία και άλλη ένας μεγάλος εισαγωγέας αργού. Ο καθένας θα μιλήσει με γνώμονα την αφετηρία από την οποία εκκινεί. Η πρώτη θα εστιάσει στην κατάρρευση της ζήτησης 

και των τιμών και ο δεύτερος στην ευκαιρία που του δόθηκε εξαιτίας της πανδημίας, να αναπληρώσει τις δεξαμενές αποθήκευσής του με φθηνό αργό. Τούτο το τελευταίο είναι που προσπαθεί εδώ και χρόνια ο OPEC+ να επιλύσει. Δηλαδή, το πως θα μπορέσει να διατηρήσει τις τιμές σε υψηλά επίπεδα, περικόπτωντας τις ποσοστώσεις παραγωγής. Η προσπάθεια αυτή έχει αποφέρει καρπούς, αλλά για λόγους που δεν οφείλονται κατ’ ανάγκη στις ενέργειες του διεθνούς καρτέλ καθαυτού: οι τιμές ανέκαμψαν σε σύγκριση με τα επίπεδά τους πέρυσι και παρέχουν μια σχετική ασφάλεια στους παραγωγούς. Όμως οι εισαγωγείς, που καλόμαθαν στο φθηνό αργό, αναζητούν μανιωδώς ευκαιρίες για αγορές με έκπτωση και το κακό για τον OPEC+ είναι πως τις βρίσκουν!

Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι η Κίνα. Το Πεκίνο φέρεται να υπέγραψε μακροχρόνια επενδυτική συμφωνία με την Τεχεράνη που περιλαμβάνει και αγορές φθηνού ιρανικού πετρελαίου, κάτι που πυροδότησε έντονες ανησυχίες στις τάξεις του ΟPEC, ιδίως καθώς οι τελευταίες ειδήσεις φέρουν την Κίνα να αγοράζει πολύ περισσότερο πετρέλαιο από το Ιράν. Για να μπούμε λίγο περισσότερο στα ενδότερα της υπόθεσης, καλό θα είναι να αναλογιστούμε ότι το Ιράν πωλεί το πετρέλαιο του φθηνά επειδή αφενός οι αγοραστές δεν είναι πολλοί και αφετέρου εξακολουθεί να υπόκειται στις αμερικανικές κυρώσεις, ενώ η  Κίνα προβαίνει σε αθρόες αγορές λόγω της υψηλής εξάρτησής της από τις εισαγωγές ενέργειας. Είναι τέτοια η δυναμική του διεθνούς «drive» για αναζήτηση φθηνού πετρελαίου ώστε το Reuters να αναφέρει ότι η αύξηση των ιρανικών εξαγωγών στην Κίνα υποχρέωσε και ορισμένους άλλους παραγωγούς, όπως η Ρωσία, η Αγκόλα και η Βραζιλία, να ρίξουν τις τιμές του αργού τους για να παραμείνουν ζωντανές στον εξοντωτικό αυτό ανταγωνισμό!

Κι ενώ αυτά συμβαίνουν σε ορισμένα από τα προγεφυρώματα του διεθνούς πετρελαϊκού κόσμου, η Σαουδική Αραβία προέβη σε μια κίνηση την οποία οι αναλυτές εκτμούν ότι προήλθε είτε από απελπισία, είτε από υπερβολική εμπιστοσύνη στις δυνάμεις της. Το βασίλειο των Σαούντ, μεγαλύτερος παραγωγός πετρελαίου του ΟPEC αλλά συνάμα και η χώρα που είναι περισσότερο εκτεθειμένη στις ακραίες διακυμάνσεις των τιμών, ανακοίνωσε ότι αυξάνει κατά 0,40 σεντς τις τιμές του πετρελαίου της για τους ασιάτες εισαγωγείς -τουτέστιν τη μεγαλύτερη αγορά πετρελαίου στον κόσμο και κινητήριο μοχλό της αύξησης της ζήτησης, παγκοσμίως- προς μεγάλη απογοήτευση της Κίνας μια της Ινδίας.

(Παγκόσμια ζήτηση πετρελαίου την περίοδο της πανδημίας. Πηγή: Rystad Energy OilMarketCube)

Η Ινδία ειδικότερα, είναι απηνής εχθρός κάθε απόπειρας του καρτέλ να αυξάνει τις τιμές, πράγμα απολύτως λογικό αν αναλογιστεί κανείς ότι εισάγει πάνω από το 80% του πετρελαίου που καταναλώνει. Η απόφασή της να βάλει μαχαίρι στις εισαγωγές σαουδαραβικού αργού δεν προκάλεσε καμία έκπληξη στην αγορά. Ούτε εξεπλάγην κανείς όταν μαθεύτηκε πως η Indian Oil Corporation προτίθεται να αγοράσει φορτίο πετρελαίου από την…Γουιάνα! Είτε αρέσει είτε όχι στο κατεστημένο του OPEC, οι μεγάλοι εισαγωγείς αργού έχουν συνηθίσει να αναζητούν φθηνό πετρέλαιο και είναι απίθανο να εγκαταλείψουν εύκολα αυτή τη συνήθεια. Άλλωστε, έχουν για σύμμαχο μια ολόκληρη εναλλακτική και πρόθυμη αγορά προμήθειας, τουλάχιστον για όσο συνεχίζονται οι επιπτώσεις από την πανδημία του Covid-19 και έως ότου αλλάξουν τα δεδομένα για τη ζήτηση.

Εν τω μεταξύ, οι οικονομίες που εξαρτώνται από το πετρέλαιο χρειάζονται έσοδα από τις πωλήσεις για να συνεχίσουν να αναπτύσσονται. Είναι αλήθεια πως οι προβλέψεις για τις προοπτικές της ζήτησης είναι ενθαρρυντικές για αυτές. Όμως δεν πρέπει να ξεχνάμε πως κάθε πρόβλεψη ιδίως αυρή την περίοδο, είναι πιο πιθανό να προσκρούσει στη σκληρή πραγματικότητα, παρά να εκπληρωθεί. Και η δυνατότητα των μεγάλων εισαγωγέων να βρίσκουν άφθονο πετρέλαιο εκτός των παραδοσιακών διαύλων του OPEC, αφήνει πάντα ανοιχτή την πόρτα για ένα νέο πόλεμο τιμών που θα αποτελειώσει, ενδεχομένως, ό,τι απέμεινε από την άλλοτε εύρωστη αγορά αργού.