Σύμφωνα με απόφαση της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας που αναρτήθηκε στα τέλη της περασμένης εβδομάδας στην ιστοσελίδα της ΡΑΕ και φέρει ημερομηνία υπογραδής 22 Οκτωβρίου 2020, εγκρίνεται το μεσοσταθμικό κόστος κεφαλαίου (WACC) καθώς και το απαιτούμενο έσοδο της εταιρείας για τη ρυθμιστική περίοδο 2019-2022. Το μεσοσταθμικό κόστος κεφαλαίου, ή Weighted Average Cost of Capital (WACC), είναι η ελάχιστη απόδοση που αναμένεται να καταβάλει η επιχείρηση κατά μέσο όρο στους μετόχους της, για τη χρηματοδότηση των στοιχείων ενεργητικού της.

Πιο συγκεκριμένα, με την απόφαση της ΡΑΕ το απαιτούμενο έσοδο της εταιρείας για το 2019 ανέρχεται σε 15.460.358 ευρώ, για το 2020 αυξάνεται στα 19.400.458, και για την επόμενη διετία, δηλαδή, 2021 και 2022, φθάνει στα 30.261132 και 38.747.758, αντιστοίχως. 

Επίσης, η απόδοση επί της Ρυθμιζόμενης Περιουσιακής Βάσης (ΡΠΒ) υπολογίζεται βάσει του Μεσοσταθμικού Κόστους Κεφαλαίου του Διαχειριστή, σε ονομαστικές προ φόρων, τιμές, ανά έτος της εν λόγω Ρυθμιστικής Περιόδου. Επομένως, το ονομαστικό μέσο σταθμικό μέσο κόστος κεφαλαίου ορίζεται στο 8,18% για το 2019, στο 7,45% για το 2020 και στο 7,03% για τη διετία 2021 - 2022.

Ακόμη, η ΡΑΕ υιοθέτησε μια μεθοδολογία παροχής κινήτρων, μέσω της χορήγησης προσαύξησης του μεσοσταθμικού κόστους κεφαλαίου, για την έγκαιρη υλοποίηση του Προγράμματος Ανάπτυξης, υπό τον όρο ότι θα πρέπει να επιτευχθούν συγκεκριμένοι στόχοι όσον αφορά στην πύκνωση των υπαρχόντων δικτύων, αλλά και στην επέκταση του δικτύου διανομής σε νέες περιοχές, για τη χρονική περίοδο 2020-2022.

Στην ίδια απόφαση διερευνάται και η σκοπιμότητα θέσπισης νέου πλαισίου που θα διέπει την ανάπτυξη, σε πανελλήνια βάση, απομακρυσμένων δικτύων διανομής, κατ’ αναλογία των όσων ισχύουν για τις υπηρεσίες κοινής ωφέλειας. Τονίζεται, επίσης, πως ο Διαχειριστής οφείλει εντός έξι μηνών από τη δημοσίευση της απόφασης, να εισηγηθεί στην ΡΑΕ αναθεώρηση της απόφασης ώστε να καθοριστούν οι αρχές του λογιστικού διαχωρισμού ανά διακριτό Δίκτυο Διανομής της ΔΕΔΑ. Τέλος, αναφέρεται πως τα τιμολόγια ισχύουν από 1ης Δεκεμβρίου 2020.

Η ΔΕΔΑ επιχειρεί να μεγιστοποιήσει την κατανάλωση φυσικού αερίου, δηλαδή του καυσίμου που θεωρείται ως ο καταλύτης για την επιτυχή πορεία προς την Ενεργειακή Μετάβαση, με τη δημιουργία νέων υποδομών, καθώς παρά τα σημαντικά πλεονεκτήματα που προσφέρει, βρίσκεται σε πολύ χαμηλά επίπεδα στην Ελλάδα.

Όπως έχει ανακοινώσει η εταιρεία τον επόμενο μήνα ξεκινούν τα έργα στην Ανατολική Μακεδονία-Θράκη, ενώ ακολουθούν η Κεντρική Μακεδονία, η Στερεά Ελλάδα, η Δυτική Μακεδονία και η Ήπειρος. Οι επενδύσεις της ΔΕΔΑ στην ανάπτυξη αυτών των δικτύων, συνολικού μήκους περίπου 1900 χιλιομέτρων, σε συνολικά 34 πόλεις της χώρας, υπολογίζονται σε 300 εκατ. ευρώ, έως το 2025 και χρηματοδοτούνται με ίδια κεφάλαια και με επιχορηγήσεις του ΕΣΠΑ.

Μπορείτε να δείτε την πλήρη απόφαση της ΡΑΕ εδώ