Η Ακριβή Ηλεκτρική Ενέργεια

Μεγάλη αναταραχή επικρατεί στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας όπου πολλές κατηγορίες καταναλωτών πλήττονται από την ανοδική πορεία των τιμών χονδροεμπορικής,ιδίως το τελευταίο διάστημα, δηλαδή απο την έναρξη εφαρμογής του Target Model απο το Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας( EnEx).

Στον ένα μήνα λειτουργίας του νέου μοντέλου, οι τιμές στη χονδρεμπορική αγορά ρεύματος έχουν εκτιναχθεί. Πιο συγκεκριμένα από τα €66,18/Mwh που ήτο η μέση Οριακή Τιμή Συστήματος (ΟΤΣ) στα τέλη της τελευταίας εβδομάδας του Οκτωβρίου, την εβδομάδα που πέρασε διαμορφώθηκε στα €90,69/Mwh. Αυτή η εξέλιξη, που έχει οδηγήσει σε εμπόλεμη κατάσταση την αγορά, έχει προκαλέσει παρέμβαση της ΡΑΕ και ανάγκασε το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας να προειδοποιήσει ότι θα παρέμβει και το ίδιο. Αυτό που ο αρμόδιος υπουργός Κωστής Χατζηδάκης επιχειρεί να αποτρέψει είναι να μην περάσουν οι αυξήσεις στα τιμολόγια ηλεκτρικού ρεύματος. Στην πραγματικότητα ωστόσο, δεν διαθέτει –θεσμικά τουλάχιστον– εργαλεία παρέμβασης, καθώς βάσει του ευρωπαϊκού πλαισίου η εποπτεία της αγοράς είναι αρμοδιότητα της ΡΑΕ, ενώ ήδη κάποιες αυξήσεις άρχισαν να φτάνουν στους καταναλωτές καθώς πολλοί πάροχοι έχουν ενεργοποιήσει τις ρήτρες οριακής τιμής συστήματος

energia.gr
Δευ, 7 Δεκεμβρίου 2020 - 17:31

 

Οι περισσότεροι παίκτες στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας συμμερίζονται την άποψη ότι το Target Model από μόνο του, δεδομένων των δομικών χαρακτηριστικών της ελληνικής αγοράς, δεν πρόκειται να οδηγήσει μεσοπρόθεσμα σε μείωση τιμών. Είναι κοινή η εκτίμηση των συμμετεχόντων στην αγορά ότι το νέο μοντέλο βρίσκεται σε ένα αρχικό στάδιο και θα χρειαστεί τουλάχιστον 1-1,5 χρόνο για να βρει τις ισορροπίες του και να ωριμάσει, όπως συνέβη σε όλες τις ευρωπαϊκές αγορές.

Εδώ θα πρέπει να τονισθεί ότι η όλη λογική του target model είναι η δημιουργία μιας ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς όπου η ενέργεια θα ακολουθεί τη ροή παραγωγής προς την κατανάλωση με βάση το χαμηλότερο κόστος και χωρίς ρυθμιστικές παρεμβάσεις θα δίνει τα σωστά σήματα για τις απαραίτητες επενδύσεις. Αυτή όμως είναι μια μακροπρόθεσμη προοπτική με παράγοντες της βιομηχανίας να δηλώνουν ότι δεν υπάρχει χρόνος για πειραματισμούς και άρα απαιτούνται διορθωτικές κινήσει εδώ και τώρα.

Όπως υποστηρίζουν ορισμένοι από αυτούς, ( βλέπε άρθρο του Αντ.Κοντολέων στο Energia.gr ) «η κύρια αιτία για τους υπόλοιπους παίκτες, για τις υψηλές τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας στην ελληνική αγορά εντοπίζεται στα δομικά χαρακτηριστικά της αγοράς, η οποία έχει χαρακτηριστικά εδραιωμένου ολιγοπωλίου. Η αλλαγή στο μείγμα καυσίμου με ταυτόχρονη αύξηση της διείσδυσης των ΑΠΕ δεν επαρκούν για να διαμορφώσουν συνθήκες στοιχειώδους ανταγωνισμού σε μια αγορά χωρίς επαρκείς διεθνείς διασυνδέσεις, η οποία μονοπωλείται από συγκεκριμένους καθετοποιημένους παίκτες».

«Οι βασικές επιλογές σχεδιασμού των νέων αγορών, ήτοι κεντρικού ελέγχου στην αγορά εξισορρόπησης από τον διαχειριστή του συστήματος, και προσφορές ανά μονάδα και όχι ανά portfolio στην αγορά επόμενης ημέρας, ήταν περισσότερο από βέβαιο ότι θα οδηγούσαν σε πολύ υψηλότερες τιμές σε όλες τις αγορές. Αποφασίστηκε μάλιστα ως προσωρινό μέτρο(;) η επιβολή περιορισμού στα διμερή συμβόλαια που μπορεί να συνάπτει ένας προμηθευτής, ώστε να υπάρχει επαρκής ρευστότητα στην αγορά επόμενης ημέρας και οι τιμές να αντιπροσωπεύουν το πραγματικό κόστος παραγωγής των θερμικών μονάδων. Ενα μέτρο, δηλαδή, που δίνει τη δυνατότητα σε όποιον παίκτη θέλει να ανεβάσει τις τιμές στην αγορά, όταν είναι γνωστό ότι δεν υπάρχει ίχνος ανταγωνισμού στην αγορά, καθώς η λιγνιτική παραγωγή δεν είναι πλέον ανταγωνιστική στις σημερινές συνθήκες».

Με την απουσία ενός ουσιαστικού μηχανισμού επιτήρησης της αγοράς, υποστηρίζουν παράγοντες της αγοράς, υπάρχουν συμπεριφορές χειραγώγησης των τιμών η ακόμα και συμπεριφορές ολιγοπωλίου που αναπόφευκτα οδηγούν σε υψηλότερες τιμές. Ο Ρυθμιστής, παρατηρούν οι βιομηχανικοί καταναλωτές, οφείλει άμεσα να ελέγξει εάν πίσω από την πολιτική προσφορών των συμμετεχόντων στην αγορά επόμενης ημέρας (DAM) υπάρχει σκοπιμότητα μεγιστοποίησης κερδών από την αγορά εξισορρόπησης.

Εν τω μεταξύ η κυβέρνηση πρόσφατα εξήγγειλε μια σειρά από μέτρα στην κατεύθυνση στοχευμένης μείωσης του κόστους των ρυθμιζόμενων χρεώσεων για τις βιομηχανίες έντασης ενέργειας στο πλαίσιο των κατευθυντήριων γραμμών για κρατικές ενισχύσεις στον τομέα της ενέργειας. Ωστόσο, δυστυχώς μέχρι σήμερα φαίνεται ότι έχουμε μείνει στις εξαγγελίες. Η αβεβαιότητα γύρω από το ενεργειακό κόστος αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα για νέες βιομηχανικές επενδύσεις και ακυρώνει νέα επενδυτικά πλάνα. Οφείλει η κυβέρνηση να συνειδητοποιήσει ότι χωρίς ανταγωνιστική τιμή ενέργειας η χώρα θα παραμείνει βιομηχανικός ουραγός της Ευρώπης και δεν θα μπορέσει να ξεπεράσει τη νέα κρίση.    

Την στιγμή που η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη έχει θέσει ως στόχο τις μεταρρυθμίσεις σε όλο το εύρος και πλάτος της οικονομίας και επιχειρηματικότητας, θα πρέπει να θέσει ως πρωταρχικό στόχο την διαμόρφωση ανταγωνιστικών τιμών ηλεκτρισμού στην βιομηχανία γιατί από της ανάπτυξή της εξαρτάται μια ολόκληρη αλυσίδα επιχειρήσεων με άμεσο αντίκτυπο στην οικονομική ανάπτυξη και απασχόληση. Μεταρρυθμίσεις στην οικονομία, στις επιχειρήσεις και στην δημόσια διοίκηση χωρίς την δημιουργία υγιούς ανταγωνισμού στην διαμόρφωση τιμών στην ενέργεια δεν μπορεί να υπάρξει.