Το Φ. Αέριο ως Καύσιμο Επιλογής και ο Κίνδυνος Έκδοσης Απαγορευτικού στις Επενδύσεις Ορυκτών Καυσίμων

Το Φ. Αέριο ως Καύσιμο Επιλογής και ο Κίνδυνος Έκδοσης Απαγορευτικού στις Επενδύσεις Ορυκτών Καυσίμων
Του Αδάμ Αδαμόπουλου
Τετ, 18 Νοεμβρίου 2020 - 13:40

Η στροφή της Ελλάδας στο φυσικό αέριο γίνεται κάθε ημέρα που περνά όλο και πιο φανερή. Το μαρτυρούν τα στοιχεία για τις εισαγωγές του καυσίμου για τον Οκτώβριο, όπου καθίσταται πρόδηλο ότι ο «βασιλιάς» της αγοράς είναι το υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG), με το 49% των εισαγωγών να αφορούν σε αυτό  To μαρτυρούν ακόμη, τα στοιχεία που ανακοίνωσε ο ΔΕΣΦΑ για το εννιάμηνο Ιανουάριος-Σεπτέμβριος 2020 

όπου φαίνεται ότι η κατανάλωση φυσικού αερίου ανήλθε στα 4 δισ. κυβικά μέτρα, ή 46,2 εκατ. μεγαβατώρες, ήτοι, αυξημένη κατά 6% από την αντίστοιχη χρονική περίοδο το 2019 ((βλέπε σχετικό άρθρο στο energia.gr εδώ)

Το μαρτυρά, τέλος και η εκκίνηση της εμπορικής λειτουργίας του μήκους 878 χιλιομέτρων, Διαδριατικού Αγωγού Φυσικού Αερίου (ΤΑΡ), στις 16 Νοεμβρίου, 4,5 χρόνια μετά τα εγκαίνιά του στην Θεσσαλονίκη. Θυμίζουμε ότι ο ΤΑΡ αποτελεί το ευρωπαϊκό σκέλος του Νότιου Διαδρόμου Φυσικού Αερίου, ενός έργου που προσφέρει δυναμικότητα για τη μεταφορά 10 δισ. κυβικών μέτρων ετησίως, νέων ποσοτήτων φυσικού αερίου από το Αζερμπαϊτζάν προς ένα ευρύ φάσμα ευρωπαϊκών αγορών.

Όπως υποστηρίζουν οι αναλυτές της αγοράς, η παγκόσμια κατανάλωση φυσικού αερίου θα συνεχίσει να αυξάνεται κατά τα επόμενα έτη, καθώς χώρες όπως η Κίνα και η Ινδία που εξακολουθούν να βασίζονται στον άνθρακα για να παράγουν ηλεκτρική ενέργεια, θα στραφούν, αργά ή γρήγορα  στο φυσικό αέριο.

Για παράδειγμα, στην Ινδία, το φυσικό αέριο είναι το μοναδικό ορυκτό καύσιμο που θα καταγράψει ισχυρή ανάπτυξη έως το 2050, σύμφωνα με όλα τα σενάρια το Energy Outlook 2020 της ΒΡ.

Η περαιτέρω διείσδυση της χρήσης του καυσίμου στο ενεργειακό μίγμα των χωρών του πλανήτη θα συμβάλει επίσης, σύμφωνα με την έκθεση Διεθνούς Ένωσης Αερίου (IGU), ώστε οι τεχνολογίες φ. αερίου να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στη μετάβαση χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα.

(Εξέλιξη τιμών φ. αερίου 2007-2020)

Εν τούτοις, το σχέδιο αύξησης της συμμετοχής του καυσίμου στο ενεργειακό μίγμα υπονομεύει ένας ένας παράλληλος στόχος: οι προσπάθειες να συγκρατηθεί η άνοδος της θερμοκρασίας του πλανήτη θα μπορούσαν να επιφέρουν μια σημαντική μείωση των επενδύσεων στην προμήθεια φυσικού αερίου έως το 2040. Οι αναλυτές  προειδοποιούν οι η χρηματοδότηση νέων έργων έρευνας και παραγωγής φυσικού αερίου θα μπορούσαν να μειωθούν ακόμη και κατά 65%, ή από τα σχεδόν 2 τρισ. εκατ. δολάρια, σε 700 δισ. δολάρια, έως εκείνο το έτος, επειδή η ζήτηση φυσικού αερίου θα κορυφωθεί νωρίτερα από ό, τι πιστεύαμε προηγουμένως, όπως υποστηρίζεται σε έκθεση της Wood Mackenzie. Είναι δε χαρακτηριστικό μιας τάσης διαφοροποίησης της διεθνούς στάσης στο ζήτημα, το γεγονός ότι ενώ οι διεθνείς οργανισμοί και οι μεγάλοι «παίκτες» της αγοράς διαγκωνίζονται ήδη για να διακηρύξουν την ημερομηνία για την αιχμή της ζήτησης πετρελαίου, ο διάλογος για την αντίστοιχη αιχμή ζήτησης φυσικού αερίου δεν προκαλεί το ίδιο ενδιαφέρον.

Και ενώ να υπάρχει, ενδεχομένως, λόγος γι ' αυτή τη διαφοροποίηση, υπό την έννοιας οι εξελιξεις συμβαδίζουν με τις τρέχουσες τάσεις του  παγκόσμιου ενεργειακού μείγματος, αλλά και την άνοδο των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ), το φυσικό αέριο, ως ορυκτό καύσιμο, εκτιμάται ότι θα τροφοδοτεί την ενεργειακή μετάβαση, τουλάχιστον σε αυτά τα πρώτα στάδια, έως τουλάχιστον την εποχή που οι μπαταρίες και οι τεχνολογίες αποθήκευσης ενέργειας εξελιχθούν σε σημείο που να επιτρέπουν την ενσωμάτωση της ηλιακής και αιολικής ενέργειας.

Υπ’ αυτή την έννοια,  δεν αποτελεί έκπληξη που οι επενδυτές εξετάζουν εξονυχιστικά τις περιβαλλοντικές παραμέτρους κάθε πηγής ενέργειας. Παρά το γεγονός ότι είναι καθαρότερο από τον άνθρακα, εν τούτοις, το φυσικό αέριο εκπέμπει μεθάνιο το οποίο είναι ασύγκριτα υψηλότερης έντασης άνθρακα από το διοξείδιο του άνθρακα. Οι εκπομπές μεθανίου, αποτελεί, επίσης ένα σοβαρό πρόβλημα για τις μεγάλες εταιρείες φυσικού αερίου και πετρελαίουl, οι οποίες εξακολουθιύν να προγραμματίζουν  μεγάλα έργα ανάπτυξης κοιτασμάτων ορυκτών καυσίμων, συμπεριλαμβανομένου και του LNG, παρά το γεγονός ότι συνεχίζουν, παράλληλα, να δεσμεύονται να μετατραπούν σε οντότητες μηδενικού αποτυπώματος άνθρακα έως τουλάχιστον το 2050.

Αφού δαιμονοποίησαν για χρόνια τη χρήση άνθρακα και πετρελαίου, οι περιβαλλοντικοί ακτιβιστές έχουν στρέψει τα πυρά τους στο φυσικό αέριο, ως το τελευταίο ορυκτό καύσιμο που θα πρέπει να μείνει θαμμένο στη γη!

Οι αντιδράσεις των ακτιβιστών δεν μπορούν, όμως, να αλλάξουν τη φορά των πραγμάτων: ο κόσμος θα χρειαστεί φυσικό αέριο για να τροφοδοτήσει την Ενεργειακή Μετάβαση, τουλάχιστον για τις πρώτες δύο δεκαετίες.

Για παράδειγμα, η ΒΡ, ενώ δεσμεύτηκε να μειώσει την παραγωγή πετρέλαιο κατά 40% έως το 2030 σκοπεύει, παράλληλα, να αυξήσει το χαρτοφυλάκιό της σε LNG από 15 εκατ. τόνους ετησίως, σήμερα, σε 25 εκατ. μ. τ. έως το 2025 και σε 30 εκατ. μ. τ.  έως το 2030, όπως δήλωσε ο CFO της εταιρείας τον περασμένο Αύγουστο.

Επίσης, προκειμένου να μειώσει τις εκπομπές ρύπων και να καταστεί μια ευρεία εταιρεία ενέργειας, η γαλλική Total θα αυξήσει την παραγωγή ενέργειας κατά 1/3, με το ήμισυ αυτής της αύξησης να προέρχεται από το LNG και το έτερο ήμισυ από ηλεκτρική ενέργεια που θα παράγεται, κυρίως από ΑΠΕ. Ο Διευθύνων Σύμβουλος της Total δήλωσε τον Σεπτέμβριο, ότι η εταιρεία σκοπεύει να συμπεριληφθεί μεταξύ των πέντε κορυφαίων παραγωγών Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας στον κόσμο. Σήμερα, το μίγμα δραστηριοτήτων της Total απαρτίζεται από 55% πετρέλαιο, 40% φυσικό αέριο και λιγότερο από 5% ηλεκτρική ενέργεια από ΑΠΕ, με τους στόχους για το 2050 να καθορίζονται σε 20% πετρέλαιο, 40% φ. αέριο και 40% ΑΠΕ!

Οι μεγάλες πετρελαϊκές εταιρείες είναι πεπεισμένες ότι το φυσικό αέριο θα παίξει σημαντικό ρόλο στην πορεία προς την Ενεργειακή Μετάβαση και αναπόκειται, πλέον, στις εταιρείες του κλάδου να πείσουν τους σκεπτικιστές και τους περιβαλλοντολόγους επενδυτές, ότι μπορούν να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις που ορθώνει η κλιματική αλλαγή στις δραστηριότητές τους.

Εν τούτοις, κανείς δεν μπορεί να κλείσει τα μάτια στην πραγματικότητα. Οι μονάδες ηλεκτροπαραγωγής με φυσικό αέριο δεν θα χαρακτηρίζονται πλέον ως αειφόρες επενδύσεις στην Ευρώπη, εκτός και αν πληρούν ένα όριο εκπομπών, όπως προκύπτει από το προσχέδιο του νέου κανονισμού της Ε.Ε.

Ο νέος κανονισμός που αναμένεται να οριστικοποιηθεί έως το τέλος του έτους, θα υποχρεώνει, από το 2021, τους προμηθευτές χρηματοοικονομικών προϊόντων να ενημερώνουν για το ποιές επενδύσεις πληρούν τα κλιματικά κριτήρια και χαρακτηρίζονται ως αειφόρες.

Απώτερος στόχος είναι να στραφεί η χρηματοδότηση προς τις «πράσινες» πηγές ενέργειας, που σημαίνει , στην περίπτωση των μονάδων φ. αερίου, την έκλυση εκπομπών ρύπων μέχρι 100 γραμμάρια ανά κιλοβατώρα. Εάν λάβει κανείς υπόψη ότι σήμερα, ακόμη και οι πιο σύγχρονες μονάδες αερίου εκλύουν την τριπλάσια ποσότητα ρύπων, αντιλαμβάνεται το μέγεθος του προβλήματος που θα πρέπει να επιλυθεί, ενώ  στην περίπτωση των αγωγών, ο νέος κανονισμός θα τους χαρακτηρίζει ως αειφόρους μόνο εάν είναι σε θέση να μεταφέρουν και ανανεώσιμα αέρια, όπως το υδρογόνο!

(Εξέλιξη μηνιαίων τιμών φ. αερίου. Πηγή: Oilprice.com)

Η διελκυστίνδα αυτή έχει επίπτωση στις τιμές των συμβολαίων μακροπρόθεσμης παράδοσης φυσικού αερίου που μυποχωρούν διαρκώς από τις αρχές του μήνα και κινούνται κάτω από το επίπεδο των 3,00 δολαρίων. Οι αναλυτές της αγοράς ισχυρίζονταν αρχικά ότι ακόμη και μια υποχώρηση κάτω από τα 2,80 δολάρια δεν θα αποτελούσε πραγματικό κίνδυνο, καθώς εκτιμούν ότι θα υπάρξει μεγαλύτερη ζήτηση λόγω των ψυχρότερων θερμοκρασιών στις ΗΠΑ.

Σήμερα, η τιμή του φ. αερίου κινείται στην περιοχή των 2,768 δολαρίων με ισχυρή άνοδο 2,82%.