Δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητη η δήλωσις του Ταγίπ Ερντογκάν, πως θέλει να αποκτήσει πυρηνικά όπλα. Δεν είναι ούτε τόσο ανεδαφική, ούτε τόσο αστήρικτη. Υποτίθεται ότι οι χώρες που είναι αποδεκτό να διαθέτουν πυρηνικά όπλα είναι τα πέντε μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, δηλαδή οι ΗΠΑ, η Ρωσσία, η Βρεταννία, η Γαλλία και η Κίνα.

Παρά το γεγονός ότι αυτό το μονοπώλιο υποτίθεται πως διασφαλίζεται δυνάμει συμφωνιών τις οποίες εγγυάται ο Διεθνής Οργανισμός Ατομικής Ενέργειας, στα χρόνια που έχουν περάσει, τρία τουλάχιστον ακόμη κράτη, δηλαδή το Ισραήλ, η Ινδία και το Πακιστάν απέκτησαν πυρηνικό οπλοστάσιο. Το Ιράν και η Βόρειος Κορέα ευρίσκονται πολύ κοντά στην απόκτηση τέτοιων όπλων, και τούτο έχει θορυβήσει την διεθνή κοινότητα. Αυτό που πρέπει να μας απασχολήσει εν προκειμένω είναι το γεγονός πώς η Τουρκία έχει παραδοσιακώς στενές σχέσεις με το Πακιστάν το οποίο διαθέτει πλέον και πυρηνική τεχνολογία και επιστήμονες ικανούς να αναπτύξουν ανάλογες εφαρμογές. Πακιστανοί επιστήμονες έχουν εντοπισθεί τα τελευταία χρόνια και στην Βόρειο Κορέα. Θα περιμένουμε να δούμε κάτι ανάλογο και στην Τουρκία για να ανησυχήσουμε; Με τα παρόντα δεδομένα δεν θα ήταν λύσις η ανάπτυξις από την Ελλάδα πυρηνικού οπλοστασίου, ώστε να διατηρηθεί η ισορροπία δυνάμεων. Πέρα από το υψηλό κόστος ενός τέτοιου εγχειρήματος, απάδει προς την δεδηλωμένη πολιτική της χώρας μας υπέρ του διεθνούς δικαίου.

Θα μπορούσε άραγε η απάντησις να ήταν η σύμπηξις ενός στρατιωτικού συμφώνου με το Ισραήλ, ώστε να μπορούμε να υπολογίζουμε στην δική του πυρηνική ασπίδα; ‘Ή θα έπρεπε από τώρα να αρχίσουμε να αναπτύσσουμε μιαν αντιβαλλιστική ασπίδα εντασσόμενοι στο ανάλογο αμερικανικό πρόγραμμα; Το ζήτημα χρίζει αναλύσεως, ώστε να υπάρξουν εγκαίρως αποφάσεις στρατηγικού χαρακτήρος, αρκούντως αποθαρρυντικές για τα τουρκικά σχέδια. Το χειρότερο θα ήταν να βασισθούμε στις διεθνείς αντιδράσεις, ελπίζοντας ότι θα αποτρέψουν την ανάπτυξη πυρηνικού προγράμματος από την Άγκυρα. Θα το αποτρέψουν όσο απέτρεψαν τα πυρηνικά προγράμματα της Τεχεράνης και της Πυόνγκ Γιάνγκ. Ανεξαρτήτως, πάντως, των πυρηνικών φιλοδοξιών της γείτονος, δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι άμεσο και πιεστικό πάντως είναι το ζήτημα της συμβατικής θωρακίσεως της χώρας μας. Οι Ένοπλες Δυνάμεις έχουν υποστεί τέτοιες περικοπές τα τελευταία χρόνια, που θα ήταν αφελές να πιστεύουμε ότι έχουν μείνει αλώβητες, και η αποτρεπτική τους ισχύς παραμένει ικανοποιητική. Προτεραιότης, λοιπόν, είναι η αποκατάστασις των αμυντικών μας δυνατοτήτων. Δεν πρέπει να έχουμε αμφιβολίες ότι μόλις αποκατασταθεί στοιχειώδης ηρεμία στην Συρία, η Τουρκία θα στραφεί προς δυσμάς. Εάν μέν έχει κερδίσει, θα της έχει «ανοίξει η όρεξη» για περισσότερα, εάν έχει χάσει, θα θέλει απεγνωσμένα νίκη κάπου, για να εξισορροπήσει την κατάσταση. Θα πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι.

 

*Το άρθρο δημοσιεύθηκε αρχικά στην εφημερίδα «ΕΣΤΙΑ» (11/9/2019).