Το αντίθετο της επαρκούς εγχωρίου παραγωγής αγροτικών προϊόντων, της στοιχειώδους αυτάρκειας  τροφίμων, ως βάσεως της διατροφής του πληθυσμού και της αξιοπρεπούς συντήρησης ανταγωνιστικών αγροτών, είναι ό,τι συμβαίνει σήμερα στην χώρα μας. Στο συμπέρασμα αυτό κατέληξε η ημερίδα του Γεωπονικού Πανεπιστημίου (ΓΠ) που οργανώθη 

(21.2.19) στο «Γεωπονικό Μουσείο», επί της Ιεράς Οδού, από μη κυβερνητικούς παράγοντες της αγροτικής μας οικονομίας.

Όπως υπεστήριξε ο γεωπόνος-οικονομολόγος Πάνος Παναγόπουλος, η οριζοντία διαχείριση της αγροτικής μας οικονομίας, βάσει του νόμου 4173 κι’ ο επερχόμενος τερματισμός των αγροτικών επιδοτήσεων, διά της «παγκοσμιοποιήσεως» της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), οδηγεί ευθέως στην εξόντωση της εγχωρίου παραγωγής φυτικών και κτηνοτροφικών προϊόντων και στην κατάκλιση της εσωτερικής αγοράς από εισαγόμενα τρόφιμα απ’ την ΕΕ – ήδη εμφανή στις καταναλωτικές υπεραγορές της χώρας. 

Για να αποτραπεί η πορεία αυτή πρέπει να εξασφαλισθή η ανταγωνιστικότητα των εγχωρίων Γεωργικών εκμεταλλεύσεων, ώστε να προστατευθή η διατροφική επάρκεια του Ελληνικού πληθυσμού. Αλλά πώς να εξασφαλισθή η ανταγωνιστικότης της Ελληνικής Γεωργίας, όταν επικρατεί το μικρό μέγεθος της γεωργικής εκμεταλλεύσεως, κάτω της «μίας μονάδας ανθρώπινης εργασίας» (ΣΣ 40 στρέμματα) διερωτήθη ο ομιλητής, όταν « η βελτίωση του ελάσσονα συντελεστή» (που είναι το μικρό μέγεθος της καλλιεργουμένης ανά αγρότη επιφανείας γης) προσκρούει στην επικρατούσα ιδεολογία: Της μεν αριστερής «να μην φτιάξουμε πάλι τσιφλίκια» της δε «δεξιάς», το ιερό και απαραβίαστο της ατομικής ιδιοκτησίας»!  

Εν τούτοις, «οι δυνατότητες διπλασιασμού των αρδευομένων εκτάσεων (με την ίδια ποσότητα νερού), η αξιοποίηση πολλών αδιαθέτων εκατομμυρίων στρεμμάτων (λόγω μειώσεως του πληθυσμού της υπαίθρου) και ο εκσυγχρονισμός των γεωργικών συνεταιρισμών», περνάει μέσα από την μεγέθυνση των γεωργικών εκμεταλλεύσεων.

Την οποία όμως αντιστρατεύεται η εν ισχύϊ αγροτική πολιτική, ως :η φορολόγηση των αγροτών ως «επιτηδευματιών» (επί τη βάσει των ακαθαρίστων εσόδων) και όχι ως επιχειρηματιών (επί των καθαρών κερδών). Η « υποχρεωτική ασφάλιση τεκμαρτών ημερομισθίων (και όχι όσων απασχολούνται πράγματι στην παραγωγή της επιχείρησης), η μη αναγνώριση  αποσβέσεων του γεωργικού κεφαλαίου, η δίχως φορολογική αποδοχή όλων των δαπανών της παραγωγής και η κατεύθυνση των κοινοτικών ενισχύσεων προς τους αγρότες και όχι στην βελτίωση των αγροτικών υποδομών, αποτελούν σοβαρά αντικίνητρα για την προσέλκυση νέων επιχειρηματιών στην πρωτογενή παραγωγή.

Έπονται η εκπαίδευση των αγροτών, η αποτελεσματικότητα του εμπορίου και η αναβίωση της Αγροτικής Πίστης, που μένουν «γράμμα κενόν», όταν λείπει η βιώσιμη Γεωργική εκμετάλλευση.

Από τα όσα ανέφερε στην ημερίδα του ΓΠ ο Πάνος Παναγόπουλος «τ’ ακριβώς αντίθετα πραγματοποιούνται, με εγκληματική αμέλεια του κράτους και τα υπόλοιπα γίνονται από τις μόνες επιτυχείς γεωργικές και κτηνοτροφικές μονάδες που συντηρεί ο ιδιωτικός τομέας, αποκλειστικά».

Αλλά ως πότε;