Φαινόμενα πολώσεως παρουσίασε η Ευρωπαϊκή Ένωση(ΕΕ) στο ζήτημα αναγνωρίσεως του Χουάν Γκουαϊδό, ως προσωρινού προέδρου της Βενεζουέλας. Δέκατέσσαρα κράτη-μέλη της ΕΕ τον ανεγνώρισαν, μεταξύ των οποίων η Γερμανία, Γαλλία, Βρεταννία και Ισπανία ενώ η Ιταλική κυβέρνηση, προκειμένου ν’ αποφύγει διάσπαση, προέβαλε βέτο (δικαίωμα αρνησικυρίας) στην αναγνώριση και δύο χώρες (Ιρλανδία και Ελλάς) επεφυλάχθησαν. 

Πίσω από την Ευρωπαϊκή «ομοφωνία» στο πολιτικό πρόβλημα της Βενεζουέλας, μάλλον υποφλέγεται η αντίθεση «ηνωμένης Ευρώπης» και Αμερικής, σε πολλά ζητήματα και όχι μόνο στην ανατροπή του Μαρξιστικού καθεστώτος Μαδούρο. Την διάσταση απόψεων μεταξύ των Ευρωπαίων έσπευσε να αξιοποιήσει η Ρωσσία και Κίνα που κατηγόρησαν την τις ΗΠΑ «και τους συμμάχους τους» οι οποίοι σφετερίζονται την εξουσία του Μαδούρο.

Από την διπλωματική φρασεολογία διαφαίνεται η διχοστασία της μέχρι τούδε «συνοδοιπόρου» των Αμερικανών, Γερμανίας, όπως στην έκδοση του Τούρκου τρομοκράτη Γιλμάζ στην πατρίδα του, αντί στις ΗΠΑ, που έχουν αιτηθή εκδίκαση της υποθέσεως, με την κατηγορία ότι ήταν υπεύθυνος για τον φόνο δύο Αμερικανών στρατιωτών.

Δεν είναι η πρώτη φορά που η Γερμανία διαφοροποιείται απέναντι των ΗΠΑ. Στο πρόσφατο παρελθόν παρουσιάστηκαν τουλάχιστον έξη «ευκαιρίες» στην Γερμανία να διαφωνήσει με τις ΗΠΑ, οι οποίες ως μέχρι  τούδε «ηγέτης» χώρα της Δύσεως, ασκούσαν την πολιτική της απέναντι στον δεύτερο κόσμο (Ρωσσία, Κίνα) και στον τρίτο. Ειδικώτερον:

1. Η Αμερική είναι καθέτως αντίθετη στην δημιουργία του αγωγού Ρωσσικού φυσικού αερίου Νόρθ Στρήμ ΙΙ και του Τουρκικού αγωγού υπό τον Εύξεινο Πόντο. Η Γερμανία, απτόητη, κατασκευάζει τον πρώτον και τάσσεται ευνοϊκώς ουδετέρα υπέρ του Τουρκικού. Δεν θέλει η Γερμανία, ελλειμματική σε ενέργεια, να εξαρτάται από το Αμερικανικό LNG.

2. Ο Αμερικανός πρόεδρος Τράμπ (και το Ισραήλ) είναι κατηγορηματικώς αντίθετοι με το σύμφωνο «αποπυρηνικοποιήσεως» του Ιράν, εις βάρος του οποίου επέβαλε βαρύτατες εμπορικές κυρώσεις. Η Γερμανία πρωτοστατεί στην ίδρυση ενός «ειδικού πιστωτικού οχήματος», το οποίον επιχειρεί να παρακάμψει τις Αμερικανικές κυρώσεις, για να μην βλάψει τις Ευρωπαϊκές εξαγωγικές επιχειρήσεις που συνεργάζονται με το Ιράν.

3. Η Αμερική απεσύρθη από την διεθνή σύμβαση μειώσεως κατά 1,5 βαθμό Κελσίου της θερμοκρασίας του πλανήτου, που υπεγράφει επί Ομπάμα το 2015. Η Γερμανία χωροστατεί στην κατακραυγή εναντίον των ΗΠΑ, υποστηρίζουσα ότι η υπερθέρμανση του πλανήτου είναι ανθρωπογενής.

4. Η Γερμανία απορρίπτει την  συμμετοχή στα εξ 100 δις. δολλαρίων έξοδα του ΝΑΤΟ, που αξιώνει ο πρόεδρος Τράμπ με την απειλή αποχωρήσεως του από την Βορειοατλαντική «συμμαχία».

5. Η οικονομική και νομισματική πολιτική που υπαγορεύει η κραταιά Γερμανική κεντρική τράπεζα, Μπούντεσμπανκ (ΣΣ: προϊσταμένη της Ευρωπαϊκής). επιδιώκει την απεξάρτηση της Ευρωπαϊκής οικονομίας από το Αμερικανικό δολλάριο και επιδιώκει την αναβάθμιση του ευρώ ως μέσου διεθνών πληρωμών και αποθεματικού νομίσματος.

6. Στην πρόσφατη συνάντηση του Γάλλου προέδρου Εμμανουήλ Μακρόν και της Γερμανίδος καγκελαρίου ‘Αγκελας Μέρκελ, στο Άαχεν, συνήφθη συμφωνία συγχωνεύσεως των δύο μεγαλυτέρων χωρών της δυτικής Ευρώπης στους τομείς της Άμυνας και της πολιτικής «ολοκληρώσεως», ως ένα ενιαίο και βασικό άξονα της ΕΕ, γεγονός που προβλημάτισε τις υπόλοιπες χώρες-μέλη της Ενώσεως, με την Βρεταννία αποχωρούσα οριστικώς σε έξη εβδομάδες.

Ως ανερχομένη Ευρωπαϊκή δύναμη, η Γερμανία δεν είναι η πρώτη φορά που διεκδικεί τα πρωτεία στον Δυτικό κόσμο. Το επιχείρησε στρατιωτικώς αρχικώς με την νίκη επί της Γαλλίας στον πόλεμο του 1870-71 και εν συνεχεία με τους δύο παγκοσμίους πολέμους 1915-18 και 1939-45 οπόταν ηττήθη από τους Αγγλοαμερικανούς και Ρώσσους. Μετά την ήττα και τον αφοπλισμό της, η Γερμανία απεδύθη στην προσπάθεια οικονομικής κυριαρχίας και κατέστη υπολογίσιμος παράγων της παγκοσμίου οικονομίας, κατορθώνοντας να συνασπίσει την Δυτική Ευρώπη υπό το ενιαίο νόμισμα, το ευρώ.

Εάν η Ευρωζώνη επιβιώσει από τις ενδογενείς αντιφάσεις της, τότε η Γερμανία θα έχει επιτύχει ισότιμη θέση με την Αμερική και την ανερχομένη Κίνα διεθνώς αλλά θα διασπάσει την Δύση, που απ’ το 1947, με το «δόγμα Τρούμαν» και το «σχέδιο Μάρσαλ», παρουσίαζε μία κάποια αρμονία στόχων και επιτεύξεων.