H υπόθεση ΛΑΡΚΟ αργοσέρνεται χρόνια, τώρα, στο βάλτο της ελληνικής νομοθετικής κωλυσιεργίας, η οποία καθορίζεται, ανέκαθεν, από το περιβόητο «πολιτικό κόστος». Πάνω σε αυτό βασίζεται η βιομηχανία για να διατηρηθεί στη ζωή.

Όμως, μετά τη χρονίζουσα διαμάχη της με την ΔΕΗ, για την εξόφληση των σωρευμένων οφειλών για το ρεύμα, έρχεται, σήμερα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία αποφάσισε να αποστείλει προειδοποιητική επιστολή στην Ελλάδα, σχετικά με τη μη εφαρμογή, από την χώρα της απόφασης του Δικαστηρίου της Ε.Ε, της 9ης Νοεμβρίου 2017 σύμφωνα με την οποία καταδικάστηκε για μη εφαρμογή της απόφασης ανάκτησης της Επιτροπής, της 27ης Μαρτίου 2014, που την υποχρέωνε να ανακτήσει από την "LARCO General Mining and Metallurgical Company SA" παράνομη και ασυμβίβαστη ενίσχυση, ύψους 135,8 εκατ. ευρώ (εκτός των τόκων που ανέρχονται σε περίπου άλλα 40 εκατ. ευρώ).

Η εν λόγω ενίσχυση χορηγήθηκε στην ΛΑΡΚΟ με τη μορφή κρατικών εγγυήσεων και εισφορών κεφαλαίου. Η Ελλάδα, έχει διορία δύο μηνών για να απαντήσει και να αποδείξει ότι έχει πραγματοποιηθεί η ανάκτηση αυτής της ενίσχυσης, διαφορετικά, η Κομισιόν θα μπορεί να την παραπέμψει στο  Δικαστήριο της Ε.Ε., ζητώντας από αυτό να επιβάλει, κατ 'αποκοπή πρόστιμο και οικονομικές κυρώσεις σε βάρος μας.

Η ΛΑΡΚΟ αποδεικνύεται μια χαίνουσα πληγή για το ελληνικό δημόσιο. Οι ανοιχτοί λογαριασμοί της βιομηχανίας με την ΔΕΗ χρονολογούνται από το 2010, καθώς οι διακανονισμοί στους οποίους είχε προβεί, κατά καιρούς, δεν τηρήθηκαν ποτέ, με αποτέλεσμα να διογκώνονται τα χρέη της προς την Επιχείρηση.

Φαινομενικά, η ΛΑΡΚΟ κινδυνεύει να μείνει χωρίς ρεύμα, έτσι και η ΔΕΗ αποφασίσει να κατεβάσει τους διακόπτες της ηλεκτροδότησης, όπως έπραξε με την Χαλυβουργική και τούτο, επειδή η υπόθεση της μεταλλευτικής βιομηχανίας δεν είναι αμιγώς οικονομικού χαρακτήρα, αλλά κατ΄εξοχή πολιτικό, αφού η κυβέρνηση θα πρέπει να αποφασίσει εάν θα επιλέξει να οδηγήσει την ΛΑΡΚΟ στα χέρια εκκαθαριστή, ή να επιτρέψει  τη συνέχιση της λειτουργία της, αναλαμβάνοντας την ευθύνη να απολέσει μέρος των κοινοτικών πόρων που δικαιούται η χώρα, αφού τα παρακρατούμενα ποσά θα καταβάλλονται ως ημερήσιο πρόστιμο που θα αποφασίσει το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.

Η απουσία στρατηγικού σχεδιασμού για το μέλλον και τη βιωσιμότητα της επιχείρησης στη διάρκεια των προηγούμενων δεκαετιών αποτελεί ουσιαστικά το υπόβαθρο για τη σημερινή τραγική κατάσταση στην οποία βρίσκεται. Ουδέποτε έγιναν ουσιαστικές παρεμβάσεις για τον εκσυγχρονισμό των εγκαταστάσεων, τη βελτίωση της παραγωγικής διαδικασίας και των συνθηκών εργασίας και ασφάλειας, την ανάπτυξη της παραγωγής μέσα από την καθετοποίηση που θα έφτανε μέχρι την παραγωγή ανοξείδωτου χάλυβα.

Επιστροφή στο παρελθόν

Η Γενική Μεταλλευτική και Μεταλλουργική Εταιρεία ΛΑΡΚΟ ιδρύθηκε από τον Πρόδρομο Αθανασιάδη- Μποδοσάκη, το 1963, όταν αυτός πείστηκε από το επιστημονικό δυναμικό της χώρας, ότι άξιζε να επενδύσει στα νικελιούχα σιδηρομεταλλεύματα της Ελλάδας και να τροφοδοτεί με σιδηρονικέλιο τους μεγάλους παραγωγούς ανοξείδωτου χάλυβα της παγκόσμιας αγοράς.

Χάρη στη διορατικότητα και το επιχειρηματικό πνεύμα του ιδρυτή και το εξειδικευμένο προσωπικό της, η ΛΑΡΚΟ έγινε ο μεγαλύτερος παραγωγός σιδηρονικελίου στην Ευρώπη και κατατάσσεται μεταξύ των πέντε κορυφαίων βιομηχανιών μετάλλου, στον κόσμο.

Στα 1966 η ΛΑΡΚΟ, ενσωματώνοντας τα αποτελέσματα των ερευνών διαπρεπών επιστημόνων του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, άρχισε να αξιοποιεί τα σιδηρομεταλλεύματα για να παράγει εξαιρετικής ποιότητας κράμα κοκκοποιημένου σιδηρονικελίου.

Αυτή ήταν μια μεγάλη καινοτομία για την εποχή και όχι λίγοι από τους μεγάλους παραγωγούς σιδηρονικελίου της Ευρώπης, της Αμερικής και της Ωκεανίας επιδόθηκαν σε κυνήγι βιομηχανικής κατασκοπείας για να μάθουν τα μυστικά της ΛΑΡΚΟ.

Τα κέρδη της εταιρείας ήταν τόσα, ώστε μόνο κατά τη διετία 1968-1969 απόσβεσε το σύνολο της επένδυσής της. Η παραγωγή, από 2.500 τόνους το 1967, έφθασε στους 8.600 τόνους το 1970 και στους 10.600  το 1971. Στην Εύβοια άρχισαν να αναπτύσσονται νέα μεταλλεία και το 1976 η επιχείρηση αποτόλμησε επενδύσεις-μαμούθ. Τα νέα ορυχεία και οι τεράστιες επενδύσεις σε νέα μηχανήματα είχαν ως αποτέλεσμα η παραγωγή να φθάσει το 1976, στους 16.448 τόνους. Το ρεκόρ της ΛΑΡΚΟ καταγράφηκε το 2005, όταν παρήχθησαν 19.235 τόνοι.

Τα προβλήματα για τη μεγάλη βιομηχανία είχαν ξεκινήσει, όμως. Το 1979 συνέβη η σε να παίρνει την κάτω βόλτα. Μια φοβερή έκρηξη στη μονάδα της Λάρυμνας –φημολογείται ότι ήταν προϊόν σαμποτάζ – προκάλεσε δεκάδες θύματα και συγκλόνισε τη χώρα. Η ΛΑΡΚΟ βίωνε το bas empie της.

Ήδη από το 1978, η παραγωγή είχε υποχωρήσει στους 13.000 τόνους και το 1981 στους 10.000 τόνους, γεγονός που, σε συνδυασμό με την ραγδαία πτώση των τιμών, διόγκωνε τις ζημιές και τα χρέη της. Ο πρωθυπουργός Γεώργιος Ράλλης , πριν από την άνοδο του ΠΑΣΟΚ, φρόντισε να χρηματοδοτηθεί από την Εθνική Τράπεζα, δίχως ουσιαστικό αντίκρυσμα. Ούτε η προνομιακά χαμηλή τιμή με την οποία η ΔΕΗ διέθετε την ηλεκτρική ενέργεια στην ενεργοβόρο βιομηχανία στάθηκε αρκετή για να διατηρήσει την ευρωστία της.

Τον Απρίλιο του 1982 η κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου μεταβίβασε, μέσω αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου της, τον έλεγχο της ΛΑΡΚΟ στην Εθνική Τράπεζα και σε άλλα πιστωτικά ιδρύματα. Οι χαμηλές τιμές του μεταλλεύματος και η πρότερη κακοδιαχείριση είχε, όμως, ως αποτέλεσμα, την υπαγωγή της σε καθεστώς ειδικής εκκαθάρισης εν λειτουργία, στις 31 Μαρτίου 1982.  

Όλοι προεξοφλούσαν την πλήρη κατάρρευσή της, λόγω συσσώρευσης χρεών με ρυθμίσεις που παρέπεμπαν με πανωτόκια και τα οποία εκτόξευσαν τα χρέη της σε περισσότερα των 85 εκατ. ευρώ. Καθώς αγοραστές δεν υπήρχαν στον ορίζοντα, ο ΟΑΕ εξαγόρασε τις απαιτήσεις των κρατικών πιστωτών έναντι μετοχών και την έθεσε, στις 14 Δεκεμβρίου 1988, σε πλειστηριασμό, αγοράζοντας από την πλευρά του τα πάγια ενεργητικά.

Η ΛΑΡΚΟ ανακάμπτει, αλλά τα κέρδη της, το επόμενο έτος, περνούν στο σύνολό τους στον ΟΑΕ. Έτσι αποφασίστηκε να ιδρυθεί η «νέα ΛΑΡΚΟ», ως διάδοχος της «παλαιάς ΛΑΡΚΟ», η οποία ετέθη σε καθεστώς εκκαθάρισης, στο οποίο βρίσκεται και σήμερα, περισσότερο από τρείς δεκαετίες αργότερα!

Τη νέα εταιρική οντότητα επιχείρησε, άκαρπα, να πωλήσει η κυβέρνηση Μητσοτάκη, την ώρα που τα τιμολόγια της ενέργειας αυξήθηκαν κατά 76% και η επιχείρηση χρεωνόταν με τόκους υπερημερίας.

Έρχεται, τέλος, η κυβέρνηση Σημίτη, το 1995, να ρυθμίσει με ευνοϊκούς όρους την τιμολόγηση του ρεύματος και στις 27 Απριλίου 1998 να διαγράψει τόκους υπερημερίας ύψους 82 εκατ. ευρώ. Οι μέτοχοι είναι, πλέον,  η Εθνική Τράπεζα με 36%, το υπουργείο Οικονομικών με 35,4% και η ΔΕΗ με 28,6%. Ουδείς ωστόσο δέχεται να την χρηματοδοτεί, αφού τη  θεωρούν ξοφλημένη.

Την περίοδο των μνημονίων η νέα μετοχική σύνθεση της εταιρείας διαμορφώθηκε ως εξής: Το 55,2% των μετοχών της έχει μεταβιβαστεί από το ελληνικό Δημόσιο στο ΤΑΙΠΕΔ και πλέον στο Υπερταμείο, ενώ το 33,4% των μετοχών κατέχει η Εθνική Τράπεζα και το 11,4% η ΔΕΗ.

Το παρόν και το μέλλον 

Το 2006, με τις τιμές του μεταλλεύματος να εκτοξεύονται σε πρωτοφανή ύψη, η ΛΑΡΚΟ εγγράφει κέρδη 30 εκατ. ευρώ, όμως τα διαφυγόντα έσοδα- κέρδη εξαιτίας της προπώλησης, νωρίτερα, πολύ μεγάλου μέρους της παραγωγής της, υπό συνθήκες που παραπέμπουν σε σκάνδαλο, εκτιμώνται στα 70 εκατ. ευρώ!

Αναφερόμαστε σε μια εταιρεία που κατέχει το 7% της ευρωπαϊκής αγοράς στην πώληση νικελίου και σχεδόν 3% σε παγκόσμιο επίπεδο και αποτελεί μία από τις ελάχιστες του κλάδου, που διαθέτει δικές της πηγές μεταλλεύματος.

Η σημερινή κατάσταση στη ΛΑΡΚΟ συνοψίζεται στην τελευταία δήλωση του υπουργού Ενέργειας, Γιώργου Σταθάκη, ότι «όλα τα σενάρια πλέον είναι ανοιχτά», βάζοντας με τον τρόπο αυτό στον διάλογο την ιδιωτικοποίηση ή την εμπλοκή στρατηγικού επενδυτή.

Η τελευταία λύση δεν είναι έωλη καθώς θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι το σιδηρονικέλιο που πουλά ως τελικό προϊόν, η ΛΑΡΚΟ, εμπεριέχει κοβάλτιο, που χρησιμοποιείται στην κατασκευή μπαταριών λιθίου και μπαταριών νικελίου-καδμίου, που, το επόμενο χρονικό διάστημα θα έχει μεγάλη ζήτηση, χάρη στην ανάπτυξη της ηλεκτροκίνησης και της αύξησης της χρονικής διάρκειας αντοχής των μπαταριών των κινητών τηλεφώνων.

Ορόσημα

1963  Η ΛΑΡΚΟ ιδρύεται από τον Πρόδρομο Αθανασιάδη Μποδοσάκη
1966  Ίδρυση του εργοστασίου στην περιοχή της Λάρυμνας και πρώτη παραγωγή σιδηρονικελίου.
1968 Έναρξη κατασκευής 2 οικισμών  με σχολεία, νηπιαγωγεία, αθλητικές εγκαταστάσεις, εκκλησίες και πολιτιστικά κέντρα για τους εργαζόμενους της Εταιρείας.
1969   Έναρξη λειτουργίας και ανάπτυξης των Μεταλλείων Εύβοιας.
1970-1972 Δύο νέες περιστροφικές κάμινοι προστίθενται στη παραγωγή, αυξάνοντας την παραγωγή στους 15.000 τόνους νικελίου.
1976  Η ΛΑΡΚΟ είναι η πρώτη μεταλλουργική εταιρεία  στον κόσμο που εισάγει το κοκκοποιημένο σιδηρονικέλιο στην αγορά.
1977  Εγκατάσταση της μεγαλύτερης μεταφορικής ταινίας (7.5χλμ) μεταλλεύματος στην Ευρώπη στα Μεταλλεία της Εύβοιας, η οποία εξοικονομεί ενέργεια και περιορίζει τους ρύπους μειώνοντας τα δρομολόγια μεταφοράς με φορτηγά.
1989  Μετά την εκκαθάριση της παλαιάς ΛΑΡΚΟ, η νέα ΛΑΡΚΟ ιδρύεται με μετόχους την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος (ΕΤΕ), τη Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρικού (ΔΕΗ) και τον Οργανισμό Ανασυγκρότησης Επιχειρήσεων (ΟΑΕ).