H κρίση που ξέσπασε από τις διαδηλώσεις των «κίτρινων γιλέκων» εγείρει το βασικό ζήτημα της δημοσιονομικής δικαιοσύνης, τόσο στη Γαλλία όσο και την Ευρώπη, υποστηρίζει ο Τομά Πικετί.

Όπως επισημαίνει ο Γάλλος οικονομολόγος, ο Εμανουέλ Μακρόν προχώρησε μετά την εκλογή του σε περικοπές φόρων στους πλουσίους, καταργώντας τον φόρο μεγάλης περιουσίας.

Με την κατάργηση του συγκεκριμένου φόρου, η σημερινή κυβέρνηση της Γαλλίας έχει διαπράξει μια σειρά από ιστορικά, πολιτικά και πραγματολογικά σφάλματα, εκτιμά ο Πικετί. Αρχικά, σημειώνει ο ίδιος, ο Γάλλος πρόεδρος επιχείρησε να δικαιολογήσει την κατάργηση του φόρου αυτού, υποστηρίζοντας πως προκαλούσε τη φυγή πλούτου από τη Γαλλία.

Αλλά σύμφωνα με τον Πικετί, η διαπίστωση αυτή είναι εντελώς αβάσιμη. Από το 1990 παρατηρήθηκε μια συνεχής άνοδος του αριθμού των ακίνητων περιουσιών και του πλούτου που δηλώνονταν στον φόρο μεγάλης περιουσίας. Τα έσοδα από τον φόρο τετραπλασιάστηκαν από το 1990 ως το 2017, φτάνοντας από το €1 δισ. σε περισσότερα από €4 δισ., τη στιγμή που το ονομαστικό ΑΕΠ κατά την ίδια περίοδο έχει αυξηθεί πολύ λιγότερο. Ως το 2022, τα έσοδα θα ανέρχονταν ετησίως σε €6 δισ., με βάση τους υπολογισμούς του Πικετί.

Ωστόσο, με την κατάργηση του φόρου στη μεγάλη περιουσία από τον Μακρόν και την εφαρμογή μιας πιο περιορισμένης εκδοχής του, που αφορά μόνο την ακίνητη περιουσία και εξαιρεί τα χρηματοοικονομικά στοιχεία ενεργητικού, τα έσοδα υποχώρησαν το 2018. «Από τώρα ως το 2022 θα έχουμε χάσει €5 δισ. τον χρόνο και θα βρεθούμε εκεί που ήμασταν πριν από τριάντα χρόνια»ν υπογραμμίζει ο Πικετί.

Το δεύτερο λάθος της γαλλικής κυβέρνησης είναι σύμφωνα με τον Πικετί ιστορικό. «Βρίσκονται στη λάθος χρονική περίοδο» τονίζει.

Όπως αναφέρει, οι ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο ξεκίνησαν μια διαδικασία περιορισμού της προοδευτικότητας των φόρων τη δεκαετία του 1980 και η τάση αυτή εξαπλώθηκε και στην Ευρώπη τη δεκαετία του 1990 και τις αρχές της δεκαετίας του 2000. Στη Γερμανία και τη Σουηδία για παράδειγμα αναστάλθηκε ο φόρος μεγάλης περιουσίας.

«Αλλά είμαστε πραγματικά τόσο βέβαιοι ότι οι πολιτικές αυτές έφεραν τα προσδοκώμενα αποτελέσματα;» διερωτάται ο Πικετί και προσθέτει ότι μετά το Brexit, την επικράτηση του Τραμπ και την έκρηξη της ξενοφοβίας, είναι πλέον πιο ξεκάθαροι οι κίνδυνοι που δημιουργούνται από την άνοδο της ανισότητας και την εγκατάλειψη της εργατικής τάξης.

«Από την άποψη αυτή, η προσθήκη ενός ακόμα μέτρου υπέρ των πλουσίων εν έτει 2018 δεν ήταν και κάτι το πολύ έξυπνο. Αν ο Μακρόν θέλει να είναι ένας πρόεδρος της δεκαετίας του 2020 και όχι αυτής του 1990, θα πρέπει να προσαρμοστεί γρήγορα» επισημαίνει.

Σύμφωνα με τον Πικετί, για να πετύχει ένας φόρος στον άνθρακα, τα έσοδα πρέπει να κατανέμονται σε κοινωνικά μέτρα που συνδέονται με μια οικολογική μετάβαση. Αλλά όπως τονίζει, η κυβέρνηση Μακρόν έκανε ακριβώς το αντίθετο. Μόλις το 10% από τα €4 δισ. της αύξησης του φόρου στα καύσιμα το 2018 και των υπόλοιπων €4 δισ. που αναμένονταν το 2019 προορίζονταν για κοινωνικά μέτρα, ενώ τα υπόλοιπα χρηματοδότησαν την κατάργηση του φόρου μεγάλης περιουσίας.

«Αν ο Μακρόν θέλει να σώσει την πενταετή του θητεία στην προεδρία, πρέπει άμεσα να επαναφέρει τον φόρο στη μεγάλη περιουσία και να κατανέμει τα έσοδα με τρόπο που θα αποζημιώνει όσους επηρεάζονται περισσότερο από την αύξηση του φόρου στα καύσιμα, ο οποίος πρέπει να διατηρηθεί» προειδοποιεί ο Πικετί.

(euro2day.gr)