Οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) αναπτύσσονται με πολύ μεγαλύτερο ρυθμό από οποιαδήποτε άλλη πηγή ενέργειας. Αυτό επισημαίνεται στην τελευταία έκθεση της BP για τον διεθνή ενεργειακό τομέα κατά την περίοδο 2000-2040, η οποία παρουσιάστηκε την περασμένη Πέμπτη στην Αθήνα. Μάλιστα, η κυριαρχία των ΑΠΕ τα επόμενα χρόνια καταδεικνύεται από όλα τα σενάρια που εξετάστηκαν. Ειδικότερα, οι ειδικοί κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η «πράσινη ενέργεια»  είναι η ταχύτερα αναπτυσσόμενη πηγή ενέργειας, με 7,5% ετησίως, ποσοστό που αντιπροσωπεύει πάνω από το 50% της προβλεπόμενης αύξησης στην παραγωγή ενέργεια

Η ταχύτατη ανάπτυξη της πράσινης ενέργειας επιτυγχάνεται κυρίως λόγω της αυξανόμενης ανταγωνιστικότητας τόσο της αιολικής, όσο και της ηλιακής ενέργειας. Στο βασικό σενάριο που εξετάστηκε από τους ειδικούς της BP (βάσει της υπόθεσης ότι οι εκπομπές CO2 συνεχίζουν να αυξάνονται, γεγονός που οδηγεί στη λήψη μέτρων), οι επιδοτήσεις σταδιακά καταργούνται στα μέσα της δεκαετίας του 2020, καθώς οι ΑΠΕ γίνονται ολοένα και πιο ανταγωνιστικές έναντι άλλων πηγών ενέργειας, ενώ ευνοούνται λόγω της σταδιακής αύξησης των τιμών του άνθρακα και της διατήρησης των δεσμεύσεων για απανθρακοποίηση.

Ηγέτιδα σε αυτή τη μετάβαση προς πιο καθαρή ενέργεια είναι η Κίνα, η οποία προβλέπεται ότι θα προσθέσει περισσότερες ΑΠΕ από ό,τι το σύνολο των  χωρών - μελών του ΟΟΣΑ. Η Ινδία μετατρέπεται στη δεύτερη μεγαλύτερη πηγή ανάπτυξης πράσινης ενέργειας έως το 2030.

Ο ρυθμός με τον οποίο οι ανανεώσιμες πηγές αποκτούν μερίδιο στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, όπως αναφέρουν οι επιστήμονες, είναι ταχύτερη από οποιαδήποτε άλλη πηγή ενέργειας κατά την περίοδο 2000 – 2040. Ο πλησιέστερος παραλληλισμός θα μπορούσε να γίνει με την ταχεία …συσσώρευση πυρηνικής ενέργειας στη δεκαετία του 1970 και του 1980.

Σύμφωνα με τα όσα καταγράφουν οι συντάκτες της έκθεσης, η πολιτική στήριξη στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας οδηγεί σε ισχυρότερη ανάπτυξη. Ο ρυθμός με τον οποίο εισχωρούν στο παγκόσμιο σύστημα ηλεκτρικής ενέργειας εξαρτάται, τουλάχιστον εν μέρει, από το μέγεθος και τη διατήρηση της κρατικής στήριξης. Στο βασικό σενάριο, η στήριξη στις ΑΠΕ καταργείται σε μεγάλο βαθμό έως τα μέσα της δεκαετίας του 2020. Όμως σε ένα εναλλακτικό σενάριο, στο οποίο τα επίπεδα κρατικής στήριξης ανά μονάδα εγκατεστημένης ισχύος παραμένουν στα τρέχοντα επίπεδα έως το 2040, οι ΑΠΕ αντιπροσωπεύουν περισσότερο από το 90% όσον αφορά στην ανάπτυξη της ενεργειακής ζήτησης, με το μερίδιό τους να υπερβαίνει το 40% έως το 2040, έναντι 25% στο βασικό σενάριο. Η ισχυρότερη ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, σύμφωνα με την έκθεση της BP,  πλήττει τον άνθρακα και το φυσικό αέριο σε μια ευρεία κλίμακα.

 

ΕΕ: το 2040 θα καταναλώνει την ίδια ενέργεια με το 1975

Οι ΗΠΑ και η ΕΕ, την περίοδο μελέτης (2000 – 2040) ξεκινούν με διαφορετικά μείγματα καυσίμων και εμφανίζουν παρόμοιες …τροχιές μειούμενων μεριδίων άνθρακα και πετρελαίου, αντισταθμίζοντας με την αυξανόμενη χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (στις ΗΠΑ και με φυσικό αέριο). Η ΕΕ οδηγεί τη μετάβαση σε μια οικονομία χαμηλών εκπομπών άνθρακα μέσω της αποδοτικότητας και της αλλαγής του ενεργειακού μίγματος  Στο βασικό σενάριο, οι εκπομπές άνθρακα της ΕΕ έως το 2040 είναι χαμηλότερες κατά τουλάχιστον 35% σε σύγκριση με το 2016 ενώ οι εκπομπές άνθρακα της ΕΕ ανά μονάδα ΑΕΠ βρίσκονται σχεδόν στο ήμισυ του παγκόσμιου μέσου όρου.

Η μετάβαση αυτή υποστηρίζεται από μια σειρά πολιτικών που στοχεύουν στην ενεργειακή απόδοση και ενθαρρύνουν τη στροφή προς καύσιμα χαμηλότερου άνθρακα. Η βελτίωση της ενεργειακής έντασης εξακολουθεί να διαδραματίζει τον μεγαλύτερο ρόλο: το 2040, η ΕΕ καταναλώνει περίπου την ίδια ποσότητα ενέργειας όπως και το 1975, παρά το γεγονός ότι το ΑΕΠ της θα είναι πάνω από τρεις φορές μεγαλύτερο.

Η μετατόπιση σε ένα μείγμα καυσίμων με χαμηλότερη περιεκτικότητα σε άνθρακα διαδραματίζει επίσης σημαντικό ρόλο. Έως το 2040, τα μη ορυκτά καύσιμα θα καλύπτουν περίπου το 40% της ενεργειακής ζήτησης στην Ευρώπη των 28 (από 25% το 2016), ποσοστό σημαντικά υψηλότερο από τον παγκόσμιο μέσο όρο του 25%.

 

ΗΠΑ: 9% μείωση της παραγωγής ενέργειας από ΑΠΕ

Οι ΗΠΑ ενισχύουν, το διάστημα έως το 2040, τη θέση τους ως ο μεγαλύτερος παραγωγός πετρελαίου και φυσικού αερίου στον κόσμο, αλλά οι καθαρές εξαγωγές τους αντιπροσωπεύουν μόνο ένα μικρό κλάσμα του παγκόσμιου εμπορίου. Κι αυτό διότι παραμένουν ο μεγαλύτερος καταναλωτής φυσικού αερίου στον κόσμο και ο δεύτερος μεγαλύτερος καταναλωτής πετρελαίου. Το μερίδιο των ΗΠΑ στην παγκόσμια παραγωγή πετρελαίου προβλέπεται ότι θα αυξηθεί από περίπου 12% σήμερα, σε περίπου 18% έως το 2040,  πολύ πάνω από το μερίδιο αγοράς της Σαουδικής Αραβίας που υπολογίζεται σε περίπου 13% έως το 2040. Όσον αφορά στο φυσικό αέριο, το αμερικανικό προβάδισμα είναι ακόμη πιο έντονο: αντιπροσωπεύει το 24% της συνολικής παραγωγής φυσικού αερίου το 2040.

Ωστόσο, οι ΗΠΑ χάνουν τη θέση τους ως ο μεγαλύτερος παραγωγός ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, με το μερίδιο τους από 24% σήμερα, να πέφτει στο  15% της παγκόσμιας παραγωγής έως  το 2040.

Αντίθετα, το μερίδιο των ΑΠΕ στην Κίνα αυξάνεται σε περίπου 30%. Στη Μέση Ανατολή η αύξηση της ενεργειακής ζήτησης καλύπτεται, κατά το διάστημα μελέτης, σχεδόν εξ ολοκλήρου με φυσικό αέριο. 

 

Το πιο διαφοροποιημένο μείγμα καυσίμων στην ιστορία

Η ταχεία ανάπτυξη των ΑΠΕ συμβάλλει σε ένα πιο διαφοροποιημένο ενεργειακό μείγμα. Έως το 2040 προβλέπεται ότι το πετρέλαιο, το φυσικό αέριο, ο άνθρακας και τα μη ορυκτά καύσιμα θα παράσχουν το ένα τέταρτο περίπου της παγκόσμιας ενέργειας. Αυτό θα είναι το πιο διαφοροποιημένο μείγμα καυσίμων που παρατηρήθηκε ποτέ, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά η έκθεση της BP.

Το φυσικό αέριο (1,6% τον χρόνο) αυξάνεται πολύ ταχύτερα από ό,τι το πετρέλαιο ή o άνθρακας, με το μερίδιό του στην πρωτογενή ενέργεια, έως το τέλος του 2040, να ξεπερνά τον άνθρακα και να συγκλίνει με το πετρέλαιο. Ειδικά για την κατανάλωση άνθρακα το μερίδιο του στην πρωτογενή ενέργεια μειώνεται στο 21%, το χαμηλότερο ποσοστό από την εποχή της βιομηχανικής επανάστασης.

Γενικότερα, η έκθεση της BP καταγράφει ότι η ενεργειακή ζήτηση θα συνεχίσει την ανοδική πορεία, με την παγκόσμια κατανάλωση ενέργειας να αυξάνεται κατά περίπου ένα τρίτο έως το 2040. Οι περιοχές του πλανήτη που αντιπροσωπεύουν τη μεγαλύτερη αύξηση ενεργειακής ζήτησης είναι η Κίνα, η Ινδία και άλλες αναδυόμενες χώρες της Ασίας. Στην Κίνα,  η συνολική κατανάλωση άνθρακα, σύμφωνα με τη νέα έκθεση, μειώνεται και  αντισταθμίζεται με τη μεγάλη άνοδο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Αντίθετα, το μερίδιο του άνθρακα στην Ινδία και σε άλλες αναδυόμενες περιοχές της Ασίας – κατά  το βασικό σενάριο -  παραμένει σε μεγάλο βαθμό αμετάβλητο.